Στις 9 Ιουλίου δημοσιεύθηκε στην αμερικανική Wall Street Journal ένα άρθρο με τον εξής τίτλο: «America is wrapped in miles of toxic lead cables». Στα ελληνικά θα μπορούσαμε να το μεταφράσουμε ως εξής: «η Αμερική είναι τυλιγμένη με χιλιόμετρα τοξικών καλωδίων μολύβδου».
Το άρθρο ασχολείται με ένα εκτεταμένο δίκτυο παλαιών τηλεπικοινωνιακών καλωδίων (πολλά από τα οποία δεν χρησιμοποιούνται πλέον) που βρίσκονται μέσα στο έδαφος, σε λίμνες, ποτάμια, στη θάλασσα και πάνω σε κολώνες. Το χαρακτηριστικό αυτών των καλωδίων είναι πως περιέχουν μόλυβδο ο οποίος μέσω των καλωδίων σταδιακά απελευθερώνεται και μολύνει τον αέρα, το έδαφος, τα θαλάσσια νερά, τα ποτάμια, τις λίμνες και τον υδροφόρο ορίζοντα.
Σύμφωνα με την WSJ, τα καλώδια αυτά είναι πάνω από 2.000 και συνιστούν σημαντικό κίνδυνο για την υγεία των Αμερικανών πολιτών. Τα περισσότερα από αυτά, πάνω από 1.750, βρίσκονται κάτω από το νερό της θάλασσας, των λιμνών ή των ποταμών και τουλάχιστον 250 κρέμονται από κολώνες μέσα στις πόλεις.
Οι δημοσιογράφοι της αμερικανικής εφημερίδας υποστηρίζουν πως ένας μεγάλος αριθμός αυτών των καλωδίων βρίσκεται σε σημεία που δεν θα έπρεπε: κάποια από αυτά βρίσκονται μέσα σε νερό το οποίο τελικά καταλήγει σε αστικά δίκτυα ύδρευσης και θα έπρεπε να προστατεύεται. Άλλα κρέμονται πάνω από στάσεις λεωφορείων στις οποίες καθημερινά περιμένουν χιλιάδες πολίτες και πάρα πολλά παιδιά, ενώ αρκετά από αυτά είναι δίπλα σε σχολεία στα οποία φοιτούν χιλιάδες παιδιά.
Σύμφωνα με τα συμπεράσματα της έρευνας των δημοσιογράφων, η εξέταση ιζημάτων κάτω από το νερό δίπλα σε αυτά τα καλώδια έδειξε πως το 80% είχε αυξημένα επίπεδα μολύβδου, πράγμα που ακούγεται εξαιρετικά επικίνδυνο καθώς πολλοί κάτοικοι ψαρεύουν δίπλα σε αυτά και το νερό που περνά από εκεί καταλήγει και στα δίκτυα ύδρευσης.
Τα καλώδια αυτά είναι κυριολεκτικά πάρα πολύ παλιά και αποτελούν μέρος «αρχαίων δικτύων» όπως επισημαίνει το άρθρο. Αυτά τα δίκτυα δημιουργήθηκαν από τα τέλη του 19ου αιώνα μέχρι λίγο μετά το 1960 και αποτελούνται από χάλκινα καλώδια τυλιγμένα με λεπτό στρώμα μολύβδου για την προστασία από την υγρασία. Παρά το γεγονός πως τα περισσότερα από αυτά δεν χρησιμοποιούνται εδώ και καιρό, σε πολλές περιπτώσεις παραμένουν εγκαταλελειμμένα στη θέση τους, καθώς οι τηλεπικοινωνιακές εταιρείες δεν τα αφαίρεσαν όταν τοποθέτησαν τα νέα δίκτυα.
Όπως ξέρουμε, εδώ και πολλές δεκαετίες έχει σχεδόν εγκαταλειφθεί η χρήση του μολύβδου λόγω της βλαπτικότητάς του για την ανθρώπινη υγεία. Έτσι φτάσαμε στην καθιέρωση της αμόλυβδης βενζίνης και στην κατάργηση και αφαίρεση των σωλήνων ύδρευσης που περιείχαν μόλυβδο, όπως και των χρωμάτων με μόλυβδο. Αυτό όμως δεν έχει γίνει στην περίπτωση των παλαιών τηλεπικοινωνιακών καλωδίων.
Οι συντάκτες του άρθρου ανακάλυψαν πως οι τηλεπικοινωνιακές εταιρείες απέφυγαν σκοπίμως να αφαιρέσουν τα καλώδια, υποστηρίζοντας πολλές φορές πως δεν τους ανήκαν, αλλά στην πραγματικότητα προσπαθούσαν να το αποφύγουν γιατί θα κόστιζε πολύ, θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο την υγεία των εργαζομένων στα συνεργεία που θα τα αφαιρούσαν και ίσως απελευθέρωνε πολύ μόλυβδο στο περιβάλλον.
Το άρθρο αυτό έκανε τους χρηματιστηριακούς αναλυτές που ασχολούνται με τις μετοχές των εταιρειών του τηλεπικοινωνιακού κλάδου να προσπαθήσουν να υπολογίσουν το πιθανό κόστος για τις εταιρείες στην περίπτωση που θα υποχρεωθούν να αφαιρέσουν αυτά τα καλώδια με δικά τους έξοδα. Όπως είδαμε στο Barron’s, οι αναλυτές της New Street Research υπολόγισαν πως την μεγαλύτερη έκθεση σε αυτό το πρόβλημα πρέπει να την έχει η AT&T (T NYSE) με την Verizon (VZ NYSE) να ακολουθεί.
Η New Street Research εκτίμησε το συνολικό πιθανό κόστος για την αφαίρεση των καλωδίων ανά την επικράτεια των ΗΠΑ στα περίπου 60 δισεκατομμύρια δολάρια, αν και επισήμανε πως αυτή είναι μία εκτίμηση που μπορεί να πέσει εύκολα έξω, προς τα πάνω ή προς τα κάτω, προσθέτοντας πως λογικά οι τηλεπικοινωνιακές επιχειρήσεις δεν πρόκειται να αναγκαστούν να καλύψουν όλο το κόστος.
Σύμφωνα με αυτούς, στην AT&T αναλογούν περίπου 34 δισεκατομμύρια δολάρια στην περίπτωση που θα επωμισθεί μόνη της το κόστος. Εκτός από την έκθεση της New Street Research, σύντομα μίλησαν και οι αναλυτές των χρηματιστηριακών εταιρειών. Μέσα σε λίγες μέρες είχαμε απανωτές υποβαθμίσεις των εκτιμήσεων τους για την αξία της μετοχής της AT&T.
Οι αναλυτές της Citigroup και της JPMorgan κατέβασαν την τιμή στόχο από τα 22 δολάρια στα 16 και τα 17 αντίστοιχα. Οι δύο αναλυτές δεν μείωσαν την τιμή στόχο μόνο εξαιτίας της υπόθεσης με τα καλώδια αλλά επισήμαναν πως μπορεί να αποτελέσει για μεγάλο διάστημα παράγοντα αβεβαιότητας για τις προοπτικές της.
Οι αγορές άργησαν λίγο να αντιδράσουν, καθώς το άρθρο δημοσιεύθηκε την Κυριακή 9 Ιουλίου και η μετοχή της AT&T άρχισε να πέφτει την Παρασκευή 14 Ιουλίου, λίγο μετά την υποβάθμισή της από τον αναλυτή της JPMorgan. Η πτώση ήταν έντονη και συνεχίστηκε προχθές Δευτέρα. Σε δύο μέρες η μετοχή έχασε πάνω από 10% και βρέθηκε στα 13,50 δολάρια που είναι η χαμηλότερη τιμή της από τον Φεβρουάριο του 1993, ενώ η χρηματιστηριακή της αξία έπεσε κάτω από τα 100 δισεκατομμύρια δολάρια για πρώτη φορά μετά από 17 χρόνια.
Την Δευτέρα η AT&T είχε και παρέα στην πτώση της, αφού η μεγάλη ανταγωνίστριά της, η Verizon, έχασε σχεδόν 7,5%, έκλεισε στα 31,46 δολάρια και βρέθηκε στο χαμηλότερο σημείο των τελευταίων δώδεκα ετών. Εδώ οφείλουμε να επισημάνουμε πως οι μετοχές αυτών των δύο μεγάλων επιχειρήσεων δεν περιλαμβάνονται πλέον σε αυτές που προτιμούν οι θεσμικοί επενδυτές τα τελευταία χρόνια και η πτώση τους δεν οφείλεται μόνο στις αποκαλύψεις της WSJ και στις ανησυχίες που προκάλεσαν.
Οι τεχνολογικές εξελίξεις δεν τις έχουν ευνοήσει και ο ανταγωνισμός αυξάνεται συνεχώς συμπιέζοντας τα περιθώρια κερδοφορίας τους. Ξοδεύουν συνεχώς τεράστια ποσά για νέες επενδύσεις αλλά δεν έχουν τη δυνατότητα να ανεβάσουν τις τιμές των υπηρεσιών τους όσο χρειάζεται για να πετύχουν τη γρήγορη απόσβεση αυτών των επενδύσεων.
Το μεγάλο πρόβλημα είναι πως η ανάγκη για νέες επενδύσεις δεν σταματάει εξαιτίας των συνεχών τεχνολογικών εξελίξεων, ενώ τα πράγματα γίνονται ακόμα χειρότερα γιατί αναγκάζονται να επιδοτήσουν τους πελάτες τους προκειμένου να αγοράζουν τις πολύ ακριβές συσκευές κινητής τηλεφωνίας.
Η υπόθεση των καλωδίων που είναι τυλιγμένα σε μόλυβδο έδωσε ένα ακόμα κτύπημα στις μετοχές των δύο επιχειρήσεων που ήδη ταλαιπωρούνται εδώ και καιρό. Κανείς δεν μπορεί βέβαια να ξέρει αν η AT&T και η Verizon θα κληθούν να απομακρύνουν κάποια καλώδια. Οι ίδιες υποστηρίζουν πως αυτά τα καλώδια δεν αποτελούν απειλή για τη δημόσια υγεία αλλά οι επενδυτές δύσκολα θα επιστρέψουν αμέσως στις μετοχές τους. Όπως δήλωσε ο γνωστός αναλυτής Craig Moffet, της Moffet Nathanson, υπήρχαν ήδη αρκετά ζητήματα που προβλημάτιζαν τις αγορές και η υπόθεση των καλωδίων κάνει τα πράγματα ακόμα πιο άσχημα.
Ο ίδιος πρόσθεσε πως η εταιρεία του εκτιμά πως μπορεί να δούμε μία απεργία των αγοραστών για τις μετοχές του κλάδου για ένα ικανό χρονικό διάστημα. Έτσι όπως εξελίσσονται τα πράγματα φαίνεται πως παρά τις εξαιρετικές μερισματικές τους αποδόσεις (κοντά στο 7,5% και για τις δύο), οι δύο μεγάλες εταιρείες δύσκολα θα μπορέσουν να προσελκύσουν αρκετούς νέους επενδυτές. Τουλάχιστον μέχρι να ξεκαθαρίσει με κάποιον τρόπο η κατάσταση έτσι ώστε η αγορά να μπορεί να υπολογίσει λίγο καλύτερα τους πιθανούς κινδύνους για τις επιχειρήσεις.