Οι κλειστές πόρτες των τραπεζών θα ανοίξουν, νέοι επενδυτές θα εισέλθουν και άλλοι θα εγκαταλείψουν, ενώ οι πολιτικές προεκτάσεις θα παίξουν σημαντικό ρόλο στις συμμαχίες που θα διαμορφωθούν. Τραπεζικά deals ήδη βρίσκονται στα σκαριά, θα επιταχυνθούν το 2021, τα περισσότερα θα κλείσουν πριν γίνει πραγματικότητα το ευρωπαϊκό ταμείο εγγύησης των καταθέσεων και συνολικά η αξία τους θα ξεπεράσει τα 50 δισ. ευρώ.
Αυτή είναι η εικόνα που μεταφέρουν στο Liberal Markets αναλυτές επενδυτικών οίκων του Λονδίνου που παρακολουθούν στενά τον τραπεζικό κλάδο. Η γερμανική Deutsche Bank, οι γαλλικές BNP Paribas και Credit Agricole, οι ελβετικές UBS και Credit Suisse, οι ιταλικές UniCredit και Intesa Sanpaolo και η ισπανική Santander, είναι ορισμένες από τις τράπεζες που αναμένεται να πρωταγωνιστήσουν στους τραπεζικούς γάμους που θα υλοποιηθούν μέσα στην επόμενη διετία.
Στόχος είναι να δημιουργηθούν τραπεζικοί «πρωταθλητές» με ευρωπαϊκή ταυτότητα, ποιότητα και ισχυρά κεφάλαια, που θα εκπροσωπήσουν τη Γηραιά Ήπειρο στην παγκόσμια τραπεζική αρένα. Μία αρένα στην οποία κυριαρχούν λίγες αμερικανικές τράπεζες και πολλές κινεζικές. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην πρώτη δεκάδα των μεγαλύτερων, βάσει χρηματιστηριακής αξίας, τραπεζών στον κόσμο βρίσκεται μόνο η HSBC από την Ευρώπη και καμία από την Ευρωζώνη.
Δεν είναι μόνο θέμα μεγέθους από τη στιγμή που ο ψηφιακός μετασχηματισμός επιτρέπει στις τράπεζες να γίνουν διεθνείς χωρίς να χρειάζονται να αγοράσουν δίκτυο. Το πιο σημαντικό χαρακτηριστικό είναι η ευελιξία που θέλουν να αποκτήσουν τραπεζικοί όμιλοι απέναντι στις αυξημένες ρυθμιστικές και εποπτικές απαιτήσεις των επόμενων ετών.
Πριν ξεσπάσει η πανδημία είχαν γίνει κάποιες αναγνωριστικές κινήσεις και το πρώτο συμπέρασμα είναι ότι δύσκολα θα δούμε μεγάλα διασυνοριακά deals, όπως για παράδειγμα, την UBS να εξαγοράζει την Deutsche Bank, ή την BNP Paribas την UniCredit. Η Deutsche Bank έχει χρηματιστηριακή αξία 18,5 δισ. ευρώ, έναντι 40 δισ. στα τέλη του 2017, οπότε θεωρητικά είναι «εύκολος» στόχος. Όμως ένα deal τέτοιου μεγέθους δεν αξιολογείται μόνο βάσει τραπεζικών και οικονομικών στοιχείων αλλά έχει και πολιτικό χαρακτήρα.
Τραπεζικά deals θα γίνουν. Είτε μέσα στο 2021 είτε το 2022 θα δημιουργηθούν ισχυρές συμμαχίες. Η αρχή θα γίνει με συμφωνίες εθνικού χαρακτήρα και στη συνέχεια θα υπάρξουν και διασυνοριακά deals, όσο θα πλησιάζουμε στην υλοποίηση της τραπεζικής ένωσης.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα των όσων θα δούμε είναι το φλερτ μεταξύ της Banco BPM, που είναι η 3η μεγαλύτερη τράπεζα στην Ιταλία, και της BPER. Η BPER με έδρα στην Εμίλια Ρομάνα, μία από τις πλουσιότερες περιφέρειες της Ιταλίας μπήκε σε διαπραγματεύσεις με τη μεγαλύτερη τράπεζα της χώρας, UniCredit. Αφού δεν ευδοκίμησαν υπήρξε ενδιαφέρον από το εξωτερικό και ειδικότερα την Credit Agricole, όμως το deal «κόπηκε» σε πολιτικό επίπεδο.
Οι ισχυρότεροι παίκτες αυτή τη στιγμή στην Ευρώπη είναι η BNP Paribas με χρηματιστηριακή αξία 55 δισ. ευρώ, η UBS με κεφαλαιοποίηση 50 δισ. ευρώ, η Santander με αξία 44,5 δισ. ευρώ και ακολουθούν οι Credit Suisse και Credit Agricole. Υπάρχουν βέβαια και οι βρετανικές HSBC και Barclays, εντούτοις μετά το Brexit πιθανή ανάμειξή τους σε κάποιο τραπεζικό deal γίνεται ακόμη πιο δύσκολη τεχνικά, αλλά και πιο ενδιαφέρουσα αφού έτσι θα μπορούσαν να έχουν παρουσία στην αγορά της Ε.Ε.
Γαλλία: Η BNP Paribas είναι ο εθνικός πρωταθλητής και η μεγαλύτερη τράπεζα της Ευρωζώνης βάσει κεφαλαιοποίησης. Θα μεγαλώσει περαιτέρω; Στη χώρα λειτουργούν πάνω από 400 τράπεζες και είναι πολύ πιθανό να υπάρξει συγκέντρωση του κλάδου. Σε ένα υποθετικό σενάριο που η BNP Paribas θα προχωρούσε σε συγχώνευση με την Societe Generale θα είχαμε ένα τραπεζικό μεγαθήριο με ενεργητικό πάνω από 4,5 τρισ. ευρώ, που θα κοίταζε στα μάτια ακόμη και τις «υπερφυσικές» σε ενεργητικό κινεζικές τράπεζες. Το θέμα είναι τι θα πει η Επιτροπή Ανταγωνισμού της Κομισιόν.
Γερμανία: Έχει γίνει ήδη μία πρώτη προσπάθεια να καταλήξει σε γάμο το φλερτ της Deutsche Bank με την Commerzbank, ωστόσο χωρίς αποτέλεσμα. Η πανδημία και οι επιπτώσεις που έχει στις τραπεζικές δραστηριότητες είναι πολύ πιθανό να επαναφέρει το θέμα στο τραπέζι. Η Άνγκελα Μέρκελ θα ήθελε να αποχωρήσει από την καγκελαρία έχοντας αφήσει παρακαταθήκη έναν εθνικό πρωταθλητή που θα επαναφέρει την αίγλη του παρελθόντος στη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης. Στο Βερολίνο γνωρίζουν πολύ καλά ότι η Deutsche Bank έχει πολλούς σκελετούς στο ντουλάπι και μία συγχώνευση μπορεί να τους φέρει στην επιφάνεια. Εκτός και αν η συγχώνευση είναι με γερμανική τράπεζα, εξάλλου βασικός μέτοχος στην Commerzbank είναι το γερμανικό δημόσιο. Η χρηματιστηριακή αξία της σήμερα είναι 6,7 δισ. ευρώ.
Ιταλία: Στην Ιταλία η κατάσταση είναι πιο ξεκάθαρη. Η γειτονική μας χώρα διαθέτει μεγάλο αριθμό τραπεζών (περίπου 485) με την συντριπτική πλειοψηφία να είναι μικρές σε μέγεθος οι οποίες εύκολα μπορούν να αποτελέσουν στόχο των μεγαλύτερων παικτών χωρίς να εγείρονται ζητήματα ανταγωνισμού. Οι UniCredit και Intesa Sanpaolo είναι κεφαλαιακά ισχυρές και κάποιοι τις θέλουν να ρίχνουν ματιές και εκτός συνόρων ενώ για το deal μεταξύ Banco BPM και BPER ενδέχεται να κλείσει μέσα στους πρώτους μήνες του 2021.
Ελλάδα: Οι τραπεζικές συγχωνεύσεις είναι αγαπημένο αντικείμενο έντονων φημών οι οποίες ανακυκλώνονται ανά τακτά χρονικά διαστήματα, με φόντο μία δήλωση που είχε κάνει πριν πολλά χρόνια ο εμβληματικός τραπεζίτης Γιάννης Κωστόπουλος ότι η ελληνική είναι αγορά για… 2,5 τράπεζες. Όμως, αντίθετα με την Ιταλία, η αγορά των 4 μεγάλων τραπεζών πολύ δύσκολα μπορεί να συρρικνωθεί περαιτέρω, τουλάχιστον με τα σημερινά δεδομένα και μέχρι να ολοκληρωθούν οι προσπάθειες μείωσης των κόκκινων δανείων. Το ερώτημα είναι αν θα υπάρξει ενδιαφέρον από ξένους παίκτες όταν οι ελληνικές τράπεζες καθαρίσουν από τα κόκκινα δάνεια και παραμένει διαθέσιμο προς πώληση το ποσοστό του ΤΧΣ.