Η κατάρρευση της αμερικανικής Silicon Valley Bank, η μεγαλύτερη τραπεζική χρεοκοπία από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, και η έκτακτη διάσωση της Credit Suisse από την ελβετική ανταγωνίστρια UBS, προκάλεσε sell-off τραπεζικών μετοχών καθώς εξαπλώθηκαν οι φόβοι μετάδοσης.
H Deutsche Bank ήταν ο επόμενος στόχος, με τις μετοχές της να βυθίζονται και το κόστος ασφάλισης κατά της χρεοκοπίας της να εκτοξεύεται στα τέλη της περασμένης εβδομάδας - παρά τις ισχυρές θέσεις κεφαλαίου και ρευστότητας του γερμανικού δανειστή.
Ο πανικός της αγοράς φάνηκε να υποχωρεί τη Δευτέρα, αφού η First Citizens συμφώνησε να αγοράσει ένα μεγάλο μέρος των περιουσιακών στοιχείων της χρεοκοπημένης Silicon Valley Bank. Ο δείκτης S&P 500 Banks σημείωσε άνοδο 3% τη Δευτέρα, αλλά παραμένει μειωμένος κατά 22,5% σε σχέση με τον Μάρτιο, ενώ στην Ευρώπη, ο δείκτης Stoxx 600 Banks έκλεισε 1,7% υψηλότερα τη Δευτέρα, αλλά έχει χάσει περισσότερο από 17% αυτόν τον μήνα.
Η μεταβλητότητα - ενίοτε χωρίς να υπάρχει κάποιος διακριτός καταλύτης - έχει οδηγήσει τους παρατηρητές της αγοράς να αναρωτηθούν αν η αγορά λειτουργεί με βάση το συναίσθημα και όχι τα θεμελιώδη μεγέθη, όταν πρόκειται για φόβους συστημικής τραπεζικής κρίσης.
«Δεν είναι σαν τη Lehman Brothers», σημείωσε η Σάρα Ντερεβέ, παγκόσμια επικεφαλής της ομάδας σταθερού εισοδήματος του γίγαντα διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων Vanguard.
«Οι τράπεζες που βρέθηκαν πρόσφατα στο επίκεντρο είχαν προβλήματα διαχείρισης κινδύνου με παραδοσιακά περιουσιακά στοιχεία. Η ταχεία άνοδος των επιτοκίων αποκάλυψε αυτές τις αδυναμίες».
Υποστήριξε ότι οι τράπεζες SVB και Credit Suisse θα μπορούσαν να είναι ακόμα όρθιες σήμερα, αν δεν είχαν χάσει την εμπιστοσύνη των πελατών τους, γεγονός που αποδεικνύεται από τις μαζικές εκροές καταθέσεων από τις δύο τράπεζες τους τελευταίους μήνες.
«Ήταν περισσότερο μια "μετάδοση του συναισθήματος" παρά η πραγματική συστημική μετάδοση που είδαμε κατά τη διάρκεια της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης. Οι οικονομολόγοι της Vanguard πιστεύουν ότι η ζημιά έχει περιοριστεί σε μεγάλο βαθμό, χάρη στη γρήγορη δράση των ομοσπονδιακών υπηρεσιών και άλλων τραπεζών», τόνισε η Ντεβερέ.
«Παράλογη αγορά»
Την άποψη αυτή φαίνεται να συμμερίζεται και η Citi, η οποία κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ελλείψει σαφούς εξήγησης για τις κινήσεις της Παρασκευής, αυτό που βλέπουμε είναι μια «παράλογη αγορά».
Η διολίσθηση της τιμής της μετοχής της Deutsche Bank - η οποία έπεσε 8,6% την Παρασκευή - θα μπορούσε να είναι ένα παράδειγμα αυτού. Η τράπεζα ξεκίνησε μια τεράστια προσπάθεια αναδιάρθρωσης το 2019 και έκτοτε έχει καταγράψει 10 συνεχόμενα τρίμηνα κερδών. Οι μετοχές ανέκαμψαν κατά 6,2% τη Δευτέρα και έκλεισαν πάνω από τα 9 ευρώ (9,73 δολάρια) ανά μετοχή.
Υπήρξαν κάποιες εικασίες ότι η πτώση θα μπορούσε να οφείλεται στην έκθεση της Deutsche σε αμερικανικά εμπορικά ακίνητα ή σε ένα αίτημα του Υπουργείου Δικαιοσύνης (DoJ) για πληροφορίες προς ορισμένες τράπεζες σε σχέση με τις ρωσικές κυρώσεις, αλλά η Citi προσχώρησε στην επικρατούσα άποψη των αναλυτών της αγοράς που κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι αυτά ήταν ανεπαρκή για να εξηγήσουν τις κινήσεις.
«Όπως είδαμε με την CS, ο κίνδυνος είναι αν υπάρξει αντίκτυπος από τα διάφορα πρωτοσέλιδα των μέσων ενημέρωσης στους καταθέτες ψυχολογικά, ανεξάρτητα από το αν η αρχική αιτιολόγηση πίσω από αυτό ήταν σωστή ή όχι», πρόσθεσαν οι στρατηγικοί αναλυτές.
Είναι η Ευρώπη διαφορετική;
Ο Νταν Σκοτ, επικεφαλής της Vontobel Multi Asset, δήλωσε στο CNBC τη Δευτέρα ότι η εισαγωγή του πλαισίου της Βασιλείας ΙΙΙ - μέτρα που θεσπίστηκαν μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση για την ενίσχυση της ρύθμισης, της εποπτείας και της διαχείρισης κινδύνων των τραπεζών - σημαίνει ότι όλες οι ευρωπαϊκές τράπεζες είναι «βαριά κεφαλαιοποιημένες».
Επισήμανε ότι πριν από την επείγουσα πώλησή της στη UBS, ο δείκτης κοινών μετοχών της Credit Suisse (common equity tier 1 ratio) και ο δείκτης κάλυψης ρευστότητας, δύο βασικοί δείκτες μέτρησης της ισχύος μιας τράπεζας, υποδηλώνουν ότι η τράπεζα εξακολουθούσε να είναι φερέγγυα και ρευστή.
Ο Σκοτ δήλωσε ότι οι αποτυχίες ήταν αναπόφευκτη συνέπεια της ταχείας σύσφιξης των χρηματοπιστωτικών συνθηκών από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ και άλλες κεντρικές τράπεζες σε όλο τον κόσμο σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα, αλλά τόνισε ότι οι μεγάλοι Ευρωπαίοι δανειστές αντιμετωπίζουν μια πολύ διαφορετική εικόνα από τις μικρές και μεσαίες τράπεζες των ΗΠΑ.
«Είδαμε πολλά πράγματα να σπάνε και δεν δίναμε πραγματικά προσοχή, επειδή ήταν εκτός ρυθμιζόμενου κεφαλαίου. Είδαμε πράγματα να σπάνε στον χώρο των κρυπτονομισμάτων, αλλά τα αγνοούσαμε κατά κάποιο τρόπο, μετά είδαμε την SVB και αρχίσαμε να δίνουμε προσοχή επειδή πλησίαζε όλο και περισσότερο», δήλωσε ο Σκοτ στην εκπομπή "Capital Connection" του CNBC.
«Νομίζω ότι το ζήτημα είναι στις μικρές και μεσαίες τράπεζες στις ΗΠΑ, δεν έχουν ρυθμιστεί από τις συμφωνίες της Βασιλείας ΙΙΙ, δεν έχουν υποβληθεί σε τεστ αντοχής και εκεί είναι που αρχίζεις να βλέπεις πραγματικά προβλήματα. Για τον πυρήνα, τις τράπεζες μεγάλης κεφαλαιοποίησης στην Ευρώπη, νομίζω ότι βλέπουμε μια εντελώς διαφορετική εικόνα και δεν θα ανησυχούσα».