Οι αποφάσεις, ή μάλλον, οι μη αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), επηρέασαν ιδιαίτερα τη δευτερογενή αγορά των κρατικών ομολόγων των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Όλοι όσοι διακρατούσαν, κρατικά ομόλογα, ιδίως των χωρών του Ευρωπαϊκού Νότου, ρευστοποιούσαν την περασμένη Παρασκευή τις θέσεις τους, σα να μην υπήρχε αύριο. Και αυτό, διότι δεν φάνηκε καθαρά, ποιος θα είναι ο μηχανισμός, ποιο θα είναι το εργαλείο, ή ποιο θα είναι το δίχτυ που απαιτείται, για να μην διαταραχθεί ανεπανόρθωτα η ευρωπαϊκή αγορά δημοσίου χρέους, των χωρών του Νότου.
Τι έδειξε η αγορά για τα ελληνικά ομόλογα;
Οι μαζικές ρευστοποιήσεις των Ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου (ΟΕΔ), οδήγησαν τις τιμές τους πολύ χαμηλά, εκτινάσσοντας τις αποδόσεις τους σε επικίνδυνα επίπεδα. Έτσι η απόδοση των 10ετών ΟΕΔ εκτινάχθηκε στο επίπεδο του 4,3%. Για να αντιληφθούμε καλύτερα τι σημαίνει αυτό, ας θυμηθούμε ότι τον περασμένο Αύγουστο, η αντίστοιχη απόδοση είχε καταγράψει το ιστορικό χαμηλό της περιοχής του 0,50%.
Επιπλέον στο λεξιλόγιο μας επανήλθε μια ξεχασμένη λέξη. Το «spread». Δηλαδή το στοιχείο, που συγκρίνει την απόδοση του 10ετούς ΟΕΔ, με την απόδοση του αντίστοιχου Γερμανικού. Έτσι το «spread» από τα γερμανικά 10ετή έφτασε στις 266 μονάδες βάσης, (2,66%). Κάτι που είχε να συμβεί από την αναστάτωση των αγορών του 2020, κατά την πρώτη περίοδο εμφάνισης του covid.
Γιατί μας ενδιαφέρει η ανησυχία της αγοράς, αφού δεν εκδίδουμε σήμερα ομόλογα;
Μας ενδιαφέρει, διότι η εικόνα των ομολόγων στη δευτερογενή αγορά επηρεάζει άμεσα τις νέες εκδόσεις των ομολόγων, που δρομολογούνται για το επόμενο χρονικό διάστημα. Αν για παράδειγμα αποφάσιζε η Ελληνική κυβέρνηση και ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΟΔΔΗΧ), να εκδώσουν σήμερα ομόλογα, τότε τα επιτόκια θα διαμορφώνονταν στα επίπεδα της δευτερογενούς αγοράς και ίσως και λίγο παραπάνω, κοντά στο 4,5%. Αυτό σημαίνει, ότι το κόστος δανεισμού που θα καλούνταν να καλύψουν οι φορολογούμενοι, θα ήταν υπέρμετρα βαρύ.
Πρέπει να ξαναβγούμε στις αγορές;
Ο προγραμματισμός του ΟΔΔΗΧ για το 2022, προβλέπει ομολογιακές εκδόσεις συνολικού ύψους 12 δισ. ευρώ. Μέχρι στιγμής έχει εκδοθεί ένα 10ετές ΟΕΔ που συγκέντρωσε 3,4 δισ. ευρώ και έχει γίνει μια επανέκδοση παλαιότερων τίτλων, από τις οποίες αντλήθηκαν 1 δισ. ευρώ. Επομένως, μένει προς εκτέλεση, η έκδοση ομολόγων ύψους 7,5 – 8 δισ. ευρώ.
Μπορούμε να αποφύγουμε την έκδοση νέων ομολόγων;
Η αποφυγή της εκτέλεσης του σχεδιασμού του ΟΔΔΗΧ και η αναβολή των προγραμματισμένων εκδόσεων, θα εκληφθεί από τις αγορές, σαν αδυναμία και σαν αποδοχή της ανατροπής των ομαλών σχέσεων της Ελλάδας με τη διεθνή επενδυτική κοινότητα.
Μπορούν να μεταβληθούν οι υψηλές πτήσεις των αποδόσεων των ελληνικών ομολόγων και πώς;
Η ΕΚΤ, σχεδιάζει την πολιτική της πάνω σε δυο κατευθύνσεις. Η πρώτη είναι αυτή του ύψους των επιτοκίων και η δεύτερη είναι αυτή του «σφιξίματος» της νομισματικής πολιτικής, δηλαδή της διακοπής της επαναγοράς ομολόγων από την αγορά.
Το ύψος των επιτοκίων, η ΕΚΤ το καθορίζει με βάση την πορεία του πληθωρισμού, ακροβατώντας ανάμεσα στην τιθάσευση του πληθωρισμού και την αποφυγή ύφεσης. Επομένως η πορεία των επιτοκίων, σχετίζεται με τη πορεία του πληθωρισμού.
Αντίθετα η ενεργοποίηση του νέου προγράμματος παρέμβασης στις αγορές ομολόγων του Νότου, που θα αποκλιμακώσει τα σημερινά εφιαλτικά επιτόκια, θα εξαρτηθεί από τη πορεία του «spread». Δηλαδή από τον κίνδυνο εκτροχιασμού των επιτοκίων των ομολόγων των υπερχρεωμένων οικονομιών του Νότου. Δεν είναι ξεκάθαρο, το ποιο είναι αυτό το σημείο, πάνω από το οποίο η ΕΚΤ, θα αναγκαστεί να κινητοποιήσει τις δυνάμεις της. Εξ ου, και η αναταραχή στις δευτερογενείς αγορές χρέους. Οι πρώτες εκτιμήσεις των επενδυτικών οίκων είναι, ότι το πρόγραμμα επαναγοράς ομολόγων θα ενεργοποιηθεί και πάλι, αν το «spread» ανάμεσα στα ιταλικά και στα γερμανικά ομόλογα υπερβεί το 2,5%.
Σήμερα η οικονομική συγκυρία φέρνει κοντά την Ελλάδα και την Ιταλία. Η Ελλάδα δεν είναι μόνη της. Δίπλα της βρίσκεται ο μεγάλος Ευρωπαίος ασθενής, η Ιταλία, το τιμόνι της οποίας κρατάει στα χέρια του, ο πρώην πρόεδρος της ΕΚΤ, Μάριο Ντράγκι. Επομένως η προσπάθεια της ΕΚΤ να στηρίξει την Ιταλική οικονομία, θα συμπαρασύρει και την Ελληνική οικονομία.
Το ζητούμενο είναι, να ανακοινωθεί ένα ξεκάθαρο, αλλά και πειστικό σχέδιο και πρόγραμμα παρέμβασης με επαναγορές ομολογιακών τίτλων, το συντομότερο δυνατόν. Διαφορετικά η χώρα μας θα τεθεί εκτός αγορών, με ό, τι σημαίνει αυτό, για το Δημόσιο Χρέος των 394,5 δισ. ευρώ, αλλά και για τον δανεισμό των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών.