Του Θεόδωρου Σεμερτζίδη
Το Σαββατοκύριακο που μας πέρασε, τα μέλη του ΟΠΕΚ είχαν συνάντηση στη Ντόχα του Κατάρ, προκειμένου να αποφασίσουν από κοινού τη διατήρηση της ημερήσιας παραγωγής πετρελαίου στα τρέχοντας επίπεδα.
Οι αγορές έτρεφαν προσδοκίες, πως τελικά, έπειτα από αρκετές συζητήσεις περί σταθεροποίησης της παραγωγής στα τρέχοντα επίπεδα, οι πετρελαιοπαραγωγικές χώρες θα κατάφερναν τελικά από κοινού να αποφασίσουν «πάγωμα» της παραγωγής, που ως συνέπεια θα είχε την αύξηση της τιμής του πετρελαίου.
Ωστόσο, κάτι τέτοιο δεν στάθηκε δυνατό, καθώς η απουσία του Ιράν με την αιτιολογία ότι θα αυξήσει την παραγωγή του έως τα επίπεδα που ήταν προ του δυτικού εμπάργκο, οδήγησε (την Σαουδική Αραβία κυρίως) τις χώρες που συμμετείχαν στη συνάντηση να μην καταλήξουν τελικά στην πολυπόθητη συμφωνία, με αποτέλεσμα η τιμή του πετρελαίου να καταγράψει σημαντικές απώλειες τη Δευτέρα με το άνοιγμα των ασιατικών αγορών.
Εάν και αργά η γρήγορα, οι πετρελαιοπαραγωγικές χώρες θα αναγκαστούν να συμφωνήσουν σε «πάγωμα» ή και μείωση της ημερήσιας παραγωγής τους, ενδιαφέρον έχει να δούμε τι επιπτώσεις θα έχει η μη επίτευξη συμφωνίας το Σαββατοκύριακο που μας πέρασε στο Κατάρ.
Τους τελευταίους μήνες, παρατηρείται μεγάλη συσχέτιση μεταξύ της τιμής του πετρελαίου και των μετοχών (βλ. γράφημα παρακάτω), καθώς η πτώση κοντά στα $26 τον περασμένο Φεβρουάριο, οδήγησε σε bear market αρκετά χρηματιστήρια. Επομένως, μία βραχυπρόθεσμη πτώση της τιμής του πετρελαίου, ενδέχεται να οδηγήσει σε απώλειες τα διεθνή χρηματιστήρια, πάνω σε μία κρίσιμη χρονικά στιγμή, καθώς αρκετά από αυτά έδειχναν να «συνέρχονται» από τις απώλειες που σημείωσαν στις αρχές του έτους.
Πηγή γραφήματος:Bloomberg
Εκτός όμως από την θετική συσχέτιση μεταξύ τιμής πετρελαίου-μετοχών, υπάρχει αρνητική συσχέτιση μεταξύ τιμής πετρελαίου-δολαρίου (όπως άλλωστε και με τα περισσότερα εμπορεύματα), όπως διακρίνουμε στο παρακάτω γράφημα. Εάν ισχύσει (που κατά πάσα πιθανότητα θα ισχύσει) και στην παρούσα χρονική περίοδο η αρνητική αυτή συσχέτιση, τότε ενδέχεται να δούμε βραχυπρόθεσμα μία ενίσχυση του δολαρίου έναντι των κύριων βασικών νομισμάτων, αλλά και έναντι αυτών των αναδυόμενων οικονομιών, όπου τόσο τα εμπορεύματα όσο και οι τιμές των μετοχών των εμπορευμάτων θα οδηγηθούν σε νέες απώλειες.
Πηγή γραφήματος:Bloomberg
Πέραν όμως των δεδομένων οικονομικών προβλημάτων που δημιουργεί η πτώση της τιμής του πετρελαίου στις εταιρείες, μία περαιτέρω πτώση της τιμής αυξάνει τα οικονομικά προβλήματα και των χωρών που είναι άμεσα εξαρτώμενα από την παραγωγή του, όπως για παράδειγμα η Βενεζουέλα. Όπως διακρίνουμε στον παρακάτω πίνακα, το κόστος παραγωγής ενός βαρελιού για την Βενεζουέλα είναι $11,9, ενώ σημαντικά χαμηλότερο είναι το κόστος παραγωγής για τη Σαουδική Αραβία και το Κουβέιτ. Χώρες με το υψηλότερο κόστος παραγωγής ανά βαρέλι, είναι η Μεγάλη Βρετανία και ο Καναδάς με $39,2 και $31,4 αντίστοιχα.
Σύμφωνα με την έκθεση της αμερικανικής EIA (Energy Information Administration) στις αρχές του μήνα, η ημερήσια παραγωγή πετρελαίου στο πρώτο τρίμηνο του έτους που διανύουμε είναι 95,47 εκατομμύρια βαρέλια ημερησίως, ενώ η κατανάλωση 93,76 εκατομμύρια βαρέλια ημερησίως (βλ. παρακάτω γράφημα), υπάρχει δηλαδή ένα πλεόνασμα παραγωγής 1,71 εκατομμυρίων ημερησίως. Από την ημερήσια παραγωγή των 93,76 εκατομμυρίων, μόνο τα 32,25 εκατομμύρια προέρχονται από τις χώρες του ΟΠΕΚ, ενώ τα υπόλοιπα από μη μέλη, δηλαδή από ανεξάρτητες πετρελαιοπαραγωγικές χώρες.
Πηγή γραφήματος:EIA
Μία αναλυτικότερη εικόνα σχετικά με την τιμή του πετρελαίου και το πλεόνασμα/έλλειμμα της ημερήσιας παραγωγής, μας δίνει το παρακάτω γράφημα όπου συνήθως η ημερήσια παραγωγή όταν είναι πλεονάζουσα άνω του ενός εκατομμυρίου βαρελιών, οδηγεί συνήθως σε πτώση της τιμής, ενώ εάν είναι ελλειμματική άνω του ενός εκατομμυρίων βαρελιών ημερησίως, οδηγεί συνήθως σε αύξηση αυτής.
Πηγή γραφήματος:www.oilprice.com
Όπως εύκολα συνάγεται από τα παραπάνω, η ημερήσια παραγωγή πετρελαίου είναι πλεονάζουσα και δεν μπορεί να απορροφηθεί από την ζήτηση, κυρίως λόγω της στασιμότητας που εμφανίζει το τελευταίο χρονικό διάστημα η παγκόσμια οικονομία. Οι πιθανότητες είναι υπέρ της πτώσης της τιμής του πετρελαίου στο άμεσο μέλλον, οδηγώντας σε απώλειες τόσο τις μετοχικές αξίες, όσο και τις τιμές των εμπορευμάτων, οι οποίες θα επηρεαστούν κατά κύριο λόγο από την ενίσχυση του δολαρίου.
Σε περίπτωση που οι κεντρικές τράπεζες θελήσουν να σταματήσουν την πτώση των αγορών, τότε θα υπάρξει μία συντονισμένη προσπάθεια από αυτές, διοχετεύοντας φθηνό και άφθονο χρήμα προκείμενου να επικρατήσει η ηρεμία στις αγορές, όπως και στην περίοδο μετά την κρίση του 2008, όταν το πετρέλαιο έφθασε στα υψηλά των $140, χωρίς όμως ωστόσο αυτή η τιμή να συνοδεύεται από την αντίστοιχη ανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομίας.