Έχουν περάσει λίγο παραπάνω από τρεις μήνες από το τέλος του Σεπτεμβρίου, όταν το αμερικανικό δολάριο φαινόταν να είναι ο απόλυτος κυρίαρχος στο παγκόσμιο επενδυτικό στερέωμα. Το Ευρώ, η λίρα Αγγλίας, το ιαπωνικό Γιέν, τα πολύτιμα μέταλλα περιλαμβάνονταν στον κατάλογο των βασικών θυμάτων του, μαζί με τα νομίσματα πολλών άλλων χωρών, όπως της Ινδίας, της Αιγύπτου ακόμα και της Κίνας.
Η κατάσταση ήταν τόσο δύσκολη που οι ιαπωνικές αρχές παρενέβησαν για πρώτη φορά από το 1998 στις αγορές συναλλάγματος για να στηρίξουν το γιεν. Εκείνες τις μέρες το Ευρώ είχε εξασθενήσει τόσο πολύ που άξιζε αρκετά λιγότερο από ένα δολάριο (για την ακρίβεια σχεδόν 0,95 δολάρια) και πολλοί αναλυτές προέβλεπαν με μεγάλη αυτοπεποίθηση την περαιτέρω πτώση του προς τα επίπεδα των 0,80 δολαρίων/Ευρώ.
Λίγες μέρες νωρίτερα η αγγλική λίρα είχε φθάσει σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα απέναντι στο αμερικανικό νόμισμα με αποτέλεσμα την πρόκληση πανικού στην αγορά κρατικών ομολόγων του Ηνωμένου Βασιλείου. Την ίδια εποχή, ο χρυσός κρατούσε με νύχια και με δόντια το επίπεδο των 1.630 δολαρίων/ουγγιά και οι χρηματιστηριακοί αναλυτές στις ΗΠΑ άρχιζαν να υπολογίζουν τη μείωση των κερδών που θα υποστούν οι αμερικανικές πολυεθνικές επιχειρήσεις που έχουν μεγάλα έσοδα σε όλα τα νομίσματα που υποχωρούσαν συνεχώς έναντι του δολαρίου.
Όπως μας έχουν διδάξει πολλές φορές οι αγορές, μέσα σε τρεις μήνες μπορούν να αλλάξουν τα πάντα. Από τα τέλη του Σεπτεμβρίου μέχρι τώρα, το δολάριο έχει υποχωρήσει κατά τουλάχιστον 10% απέναντι στο Ευρώ και ακόμα περισσότερο απέναντι στο ιαπωνικό γιέν και την αγγλική λίρα, ενώ ο χρυσός βρίσκεται κοντά στα 1.900 δολάρια/ουγγιά, ανεβασμένος κατά 15% από τις χαμηλές τιμές του Σεπτεμβρίου.
Εκ των υστέρων είναι σχετικά εύκολο να εξηγήσουμε το τι έγινε και άλλαξε εντελώς η διάθεση των διεθνών αγορών απέναντι στο δολάριο. Αν έπρεπε να περιγράψουμε συνοπτικά την κατάσταση θα λέγαμε απλώς πως οι αγορές είχαν προεξοφλήσει πολύ πιο αρνητικές εξελίξεις απ’ όσο έπρεπε, σε διάφορους τομείς. Είχαν προεξοφλήσει πως η Ευρωπαϊκή οικονομία, ιδίως η γερμανική, θα αντιμετώπιζε μία πολύ βαθιά ύφεση, με τις διακοπές ρεύματος και την αναστολή λειτουργίας πολλών εργοστασίων να είναι στην ημερήσια διάταξη, τις δεξαμενές φυσικού αερίου μισοάδειες και την τιμή του να παραμένει για καιρό στα 150 ή τα 200 Ευρώ/Mwh.
Παρόμοια απαισιοδοξία επικρατούσε και για το Ηνωμένο Βασίλειο, καθώς πολλοί περίμεναν πως οι υψηλές τιμές των καυσίμων και η πολιτική αναταραχή θα οδηγούσαν τη χώρα σε πλήρη παράλυση. Αυτές οι εκτιμήσεις συνδυάζονταν βέβαια με την επιθετική αύξηση των επιτοκίων αναφοράς από την αμερικανική κεντρική τράπεζα, την άνοδο των αποδόσεων των αμερικανικών κρατικών ομολόγων και τη σημαντική διαφορά μεταξύ των επιτοκίων αναφοράς στις ΗΠΑ και των αντίστοιχων στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το Ηνωμένο Βασίλειο, την Ιαπωνία και αλλού.
Οι εξαιρετικά αρνητικές εκτιμήσεις προφανώς δεν επαληθεύθηκαν και η υποχώρηση του δολαρίου ήταν μία φυσιολογική εξέλιξη. Για όσο διάστημα οι τιμές των καυσίμων στην Ευρώπη παραμένουν στα τωρινά επίπεδα ή τουλάχιστον δεν ανακάμψουν δυναμικά, ο φόβος της έντονης ύφεσης θα απομακρύνεται ακόμα περισσότερο από την Ευρώπη και αυτό θα ενισχύει το Ευρώ απέναντι στο δολάριο. Κάτι αντίστοιχο περιμένουμε και από το Ηνωμένο Βασίλειο και την Ιαπωνία, η οποία μέσα στον Δεκέμβριο ανέβασε στην ουσία τα επιτόκια των κρατικών της ομολόγων.
Η υποχώρηση των έντονων φόβων για την πορεία των οικονομιών εκτός ΗΠΑ και η εξομάλυνση της κατάστασης με τις τιμές του φυσικού αερίου δεν είναι οι μόνες αιτίες για την σταδιακή υποχώρηση του αμερικανικού νομίσματος. Σημαντικό ρόλο έχει παίξει και η υποχώρηση των αποδόσεων των ομολόγων του αμερικανικού δημοσίου από τα μέσα του Οκτωβρίου και μετά, σε πείσμα των συνεχών υπενθυμίσεων του διοικητή Πάουελ για τις αυξήσεις των επιτοκίων που θα έρθουν στο άμεσο μέλλον. Και για να είμαστε πιο ακριβείς, η κατάσταση στις διεθνείς αγορές είναι σήμερα αρκετά πιο ομαλή από ότι ήταν τον Σεπτέμβριο και τον Οκτώβριο και η πτώση του δολαρίου είναι επακόλουθο και αυτού του γεγονότος.
Αν η κατάσταση σχετικής ηρεμίας συνεχιστεί και ιδίως αν τα οικονομικά νέα από τις ΗΠΑ συνεχίσουν να ενθαρρύνουν όσους πιστεύουν πως έχει αρχίσει η υποχώρηση του πληθωρισμού, πρέπει να περιμένουμε την συνέχιση της σταδιακής απώλειας των πολύ μεγάλων κερδών του αμερικανικού δολαρίου τα οποία κατέγραψε από το καλοκαίρι του 2021 μέχρι το φθινόπωρο του 2022.
Αυτό σημαίνει πως λογικά θα συνεχιστεί η ενίσχυση των νομισμάτων όπως το Ευρώ, η Λίρα Αγγλίας και το Γιέν. Αυτό είναι αρκετά πιθανόν να συνοδευτεί από την μερική επιστροφή των αμερικανικών κεφαλαίων στις Ευρωπαϊκές χρηματιστηριακές αγορές, κάτι που είναι προφανές πως έχει ήδη ξεκινήσει αν δούμε την απόδοση των μεγάλων ευρωπαϊκών μετοχών blue chips από το καλοκαίρι του 2022 μέχρι τώρα. Για τις ευρωπαϊκές χώρες και την Ιαπωνία, αυτό έχει και μία ακόμα θετική συνέπεια η οποία δεν είναι άλλη από την αποδυνάμωση του πληθωρισμού, καθώς τα εισαγόμενα προϊόντα θα κοστίζουν λιγότερα ευρώ, λίρες ή γιέν.
Αν για την Ευρώπη και την Ιαπωνία η αποδυνάμωση του δολαρίου θα φέρει ανακούφιση από τον πληθωρισμό, στις ΗΠΑ θεωρητικά θα φέρει ενίσχυσή του. Αυτό όμως δεν είναι και τόσο σίγουρο, αφού τα περισσότερα προϊόντα, ειδικά τα καύσιμα και οι πρώτες ύλες, αποτιμώνται σε δολάρια και, τουλάχιστον τα περισσότερα από αυτά και ιδίως τα τρόφιμα και οι πρώτες ενεργειακές ύλες, δεν δείχνουν τάσεις σημαντικής ανόδου το τελευταίο διάστημα. Κερδισμένες θα βγουν κατά πάσα πιθανότητα οι μεγάλες αμερικανικές πολυεθνικές εταιρείες, αφού τα έσοδά τους σε ξένα νομίσματα θα αρχίσουν να «μεταφράζονται» σε περισσότερα δολάρια. Για τις μεγάλες ευρωπαϊκές και ιαπωνικές εξαγωγικές εταιρείες όμως θα ισχύσει το αντίστροφο και είναι σχεδόν σίγουρο πως η κερδοφορία τους θα πληγεί σε ένα βαθμό.
Όπως είδαμε προηγουμένως, ο χρυσός έχει σημειώσει άνοδο της τάξης του 15% από την στιγμή που ξεκίνησε η υποχώρηση του δολαρίου. Το ασήμι έχει κινηθεί ακόμα πιο δυνατά, αφού από τα 17,50 δολάρια/ουγγιά έφθασε κοντά στα 24 πετυχαίνοντας άνοδο της τάξης του 37%. Δεδομένων των πολύ σημαντικών κερδών τους το ερώτημα είναι αν θα μπορέσουν να συνεχίσουν αυτή την κίνηση με την ίδια δύναμη. Η απάντηση δεν είναι πολύ εύκολη.
Αυτή την στιγμή πάντως δεν μας φαίνεται πολύ πιθανή η άμεση συνέχιση της ανοδικής τους κίνησης με την ίδια ορμή. Για να γίνει αυτό θα πρέπει να δούμε σαφείς ενδείξεις υποχώρησης του πληθωρισμού στις ΗΠΑ, πράγμα που θα μπορούσε βέβαια να γίνει μέσα στην εβδομάδα που ξεκίνησε. Σε μία τέτοια περίπτωση οι αγορές θα αρχίσουν να σκέφτονται την έναρξη της πορείας μείωσης των επιτοκίων από την Fed, κάτι που οπωσδήποτε θα είναι ευνοϊκό για τα πολύτιμα μέταλλα και μάλλον και για τις χρηματιστηριακές αγορές γενικότερα.
Έτσι λοιπόν όπως είναι τα πράγματα αυτή τη στιγμή και με την προϋπόθεση της διατήρησης ενός σχετικά ήρεμου κλίματος, το δολάριο θα συνεχίσει λογικά να χάνει έδαφος απέναντι στα νομίσματα τα οποία είχε κατατροπώσει το 2021 και το 2022 και απέναντι στα πολύτιμα μέταλλα. Όσο πιο ήρεμα θα είναι τα πράγματα και όσο περισσότερο αποδυναμώνεται ο πληθωρισμός, τόσο λιγότερο ελκυστικό θα γίνεται.