Η νευρικότητα στις αγορές θα συντροφεύει την επενδυτική κοινότητα και αυτή την εβδομάδα, με την αγορά να προσπαθεί να ζυγίσει τις τελευταίες εξελίξεις στο δράμα της Credit Suisse, αλλά και τη μετατόπιση του ενδιαφέροντος στη σύσκεψη της Fed (22/3).
Αν και η επενδυτική κοινότητα εστιάζει στην απόφαση της Τετάρτης για το ύψος των αμερικανικών επιτοκίων, εντούτοις δεν θα πρέπει να μείνει άνευ αναφοράς το γεγονός ότι οι Κεντρικές Τράπεζες, η Fed, η ΕΚΤ, η Τράπεζα της Αγγλίας, η Κεντρική Τράπεζα της Ελβετίας και η Κεντρική Τράπεζα του Καναδά, ανακοίνωσαν ότι θα προβαίνουν σε ημερήσιες πράξεις ανταλλαγής νομισμάτων - θα δανείζονται δολάρια από τη Fed έναντι των αντίστοιχων νομισμάτων τους - προκειμένου να διασφαλίζεται η παροχή επαρκούς ρευστότητας σε κύριες οικονομίες παγκοσμίως.
Η αλήθεια είναι ότι οι ρυθμιστικές αρχές στην πλειοψηφία τους είναι σε εξαιρετική εγρήγορση και προσπαθούν να προβλέψουν όλες τα πιθανά «ρήγματα» πανικού.
Και λέμε στην πλειοψηφία τους, καθότι η απόφαση της Ελβετικής Κεντρικής Τράπεζας να «μηδενιστούν» ομόλογα τύπου AT1 της Credit Suisse συνολικής αξίας 17 δισεκατομμυρίων δολαρίων τάραξε αρκετά τις αγορές, ειδικά τις ασιατικές στο άνοιγμα της Δευτέρας.
Οι κίνδυνοι πράγματι για την αγορά του συγκεκριμένου είδους τίτλων αναφέρονταν ξεκάθαρα από την τράπεζα κατά την έκδοσή τους. Επίσης, τα συγκεκριμένα ομόλογα δημιουργήθηκαν με αφορμή την χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 για αυτόν ακριβώς τον σκοπό, ήτοι να αναλαμβάνουν οι πιστωτές και όχι οι φορολογούμενοι μέρος της ζημιάς όταν οι τράπεζες έχουν προβλήματα ρευστότητας και φερεγγυότητας.
Το πρόβλημα όμως είναι το εξής: Κανονικά στην ιεραρχία των αξιώσεων όταν μια τράπεζα έχει πρόβλημα είναι οι κοινοί μετοχικοί τίτλοι, οι οποίοι είναι και οι πρώτοι που απορροφούν τις ζημίες και μόνο μετά την πλήρη χρήση τους απαιτείται η απομείωση της Πρόσθετης Βαθμίδας 1.
Στην περίπτωση της Credit Suisse η ιεραρχία αυτή είναι διαφορετική, με αποτέλεσμα η αγορά να βρεθεί σε σύγχυση. (σ.σ:περισσότερα μπορείτε να διαβάσετε στο σημερινό άρθρο του κύριου Μ.Χατζηδάκη).
Οφείλουμε όμως να αναγνωρίσουμε για άλλη μια φορά την έγκαιρη παρέμβαση της ΕΚΤ, η οποία διευκρίνισε τι ισχύει στην Ευρωζώνη, ήτοι ότι τα ΑΤ1 παραμένουν στο δεύτερο επίπεδο κουρέματος μετά τους μετόχους και ότι η προσέγγιση αυτή έχει εφαρμοστεί με συνέπεια σε προηγούμενες περιπτώσεις και θα συνεχίσει να καθοδηγεί τις ενέργειες της τραπεζικής εποπτείας του SRB και της ΕΚΤ σε παρεμβάσεις κρίσεων.
Το ότι μετά την έναρξη της συνεδρίασης οι ευρωπαϊκές αρχές προσπάθησαν να καθησυχάσουν τις αγορές και ειδικά τους ομολογιούχους με κοινή ανακοίνωσή του Ενιαίου Συμβούλιου Εξυγίανσης, της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών και της Τραπεζικής Εποπτείας της ΕΚΤ, αναφέροντας για άλλη μια φορά τα ισχυρά επίπεδα κεφαλαίου και ρευστότητας του ευρωπαϊκού τραπεζικού τομέα, αποδεικνύει τα γερά αντανακλαστικά των εποπτικών και ρυθμιστικών αρχών, χάρη στα οποία είχαμε και την εντυπωσιακή αλλαγή κλίματος χθες στις ευρωπαϊκές αγορές.
Βέβαια, μπορεί η εγρήγορση των ρυθμιστικών αρχών να πάει και άλλα βήματα «παρακάτω».
Η στήλη μπορεί να μην τόλμησε παρά μια αμυδρή υπόνοια στην ανάλυση του Σαββατοκύριακου αλλά ο Ιταλός κεντρικός τραπεζίτης και μέλος του ΔΣ της ΕΚΤ Ινιάτσιο Βίσκο ήταν πιο ξεκάθαρος και γενναίος στις δηλώσεις του εχθές, αναφέροντας ότι ναι μεν οι τράπεζες της Ευρωζώνης δεν έχουν προβλήματα ρευστότητας ή κεφαλαίων, ωστόσο η περιοχή θα πρέπει να αποκτήσει γρήγορα ένα εργαλείο προστασίας των καταθέσεων όπως έκαναν πρόσφατα οι ΗΠΑ.
Σύμφωνα με τον Ιταλό κεντρικό τραπεζίτη, το χρηματοπιστωτικό σύστημα της Ευρωζώνης δεν έχει άμεση έκθεση στα προβλήματα που ξεκίνησαν από τις ΗΠΑ με την κατάρρευση της Silicon Valley Bank, αλλά διατρέχει τον κίνδυνο μετάδοσης και αυτός ακριβώς ο κίνδυνος πρέπει να εξαλειφθεί εν τη γενέσει του.
Επιπλέον, άφησε τις αιχμές του ότι η νομισματική πολιτική θα πρέπει να λάβει υπόψη ότι η τρέχουσα κατάσταση θα επηρεάσει τις δανειακές ικανότητες των τραπεζών της Ευρωζώνης αλλά και το κόστος κεφαλαίου.
Τουτέστιν ο Ιταλός τραπεζίτης έθεσε δύο πολύ μεγάλα θέματα: To πρώτο όσον αφορά την εγγύηση όλων των καταθέσεων συνολικά προκειμένου να διαφυλαχθεί αλώβητη η τραπεζική πίστη και το δεύτερο όσον αφορά την εφεξής επιτοκιακή πολιτική της ΕΚΤ.
Οι πιέσεις προς τη Fed
Από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού οι πιέσεις για τη μείωση του ρυθμού αύξησης των επιτοκίων έχουν ξεπεράσει το επίπεδο των δηλώσεων.
Η διαγραμματική εικόνα των δεικτών της Wall - κυρίως του τραπεζικού τομέα- αποκαλύπτουν και με το παραπάνω ότι το μεγάλο στοίχημα της εβδομάδας είναι τι θα ανακοινώσει και πώς θα το ανακοινώσει το βράδυ της Τετάρτης ο Κεντρικός Τραπεζίτης της Fed, Τζερόμ Πάουελ.
Η αγορά φαίνεται ότι έχει μπει στην αναμονή εν όψει ίσως μιας εκ των σημαντικότερων συνεδριάσεων της Fed, κατά την οποία θα πληροφορηθούμε αν η προτεραιότητα της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ παραμένει η σταθερότητα των τιμών, ή οι εξελίξεις των τελευταίων εβδομάδων ρίχνουν το βάρος πλέον στην χρηματοοικονομική σταθερότητα.
Η αγορά με τον τρόπο της υποδεικνύει στη Fed να κάνει μια παύση, δεδομένου ότι η ταχύτητα με την οποία αναρριχήθηκαν τα επιτόκια στο 4,5% έχει προκαλέσει προβλήματα στις περιφερειακές τράπεζες των ΗΠΑ.
Με περί τις 4000 μικρομεσαίες τράπεζες να αποτελούν δυνητικά θύματα της κρίσης εμπιστοσύνης που πλήττει τον περιφερειακό τραπεζικό τομέα των ΗΠΑ, πολλοί αναλυτές δηλώνουν επωνύμως πλέον να δοθεί η σκυτάλη της «επείγουσας προτεραιότητας» από τη σταθερότητα των τιμών στην σταθεροποίηση του τραπεζικού συστήματος.
Άλλωστε κατά την άποψη μιας μεγάλης μερίδας της αγοράς, η αναστροφή της καμπύλης ομολόγων προοιωνίζει ύφεση στο εγγύς μέλλον, κάτι που σημαίνει ότι η Fed έχει πετύχει τον στόχο της και ο πληθωρισμός θα αρχίσει σιγά σιγά να κατηφορίζει πιο θεαματικά.
Ο αναλυτής για παράδειγμα της JPMorgan, Μπομπ Μισέλ, υποστηρίζει ότι βρισκόμαστε ακόμη στην αρχή αυτής της τάσης και η κρίση σίγουρα θα επιβραδύνει την ανάπτυξη, μειώνοντας τις πληθωριστικές πιέσεις. Ως εκ τούτου, η Fed δεν χρειάζεται καν να αυξήσει τα επιτόκια την Τετάρτη.
Μάλιστα σύμφωνα με τον αναλυτή της JPMorgan δεν αποκλείεται τον Σεπτέμβριο η Fed να προχωρήσει ακόμα και σε μείωση των επιτοκίων της για να αποτρέψει την ύφεση, που θα μπορούσε να προκαλέσει μια πιστωτική κρίση εκπορευόμενη από την τρέχουσα κρίση των τραπεζών.
Το Bloomberg χθες φιλοξένησε πάρα πολλές ανάλογες απόψεις. Όλες είχαν κύριο άξονα περιστροφής ότι τη δεδομένη χρονική στιγμή η πιο κατάλληλη αντίδραση από τη Fed θα είναι μια παύση της σύσφιξης της νομισματικής πολιτικής, ώστε να διασφαλισθεί η εύρυθμη λειτουργία του χρηματοοικονομικού συστήματος.
Ήταν δε κοινή παραδοχή ότι οι Κεντρικές Τράπεζες προσπαθούν να διαχωρίσουν τη νομισματική πολιτική και τις ανησυχίες για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, αλλά αυτό είναι πολύ πιο εύκολο στη θεωρία παρά στην πράξη.
Ήδη τα σχετικά futures για τα επιτόκια της κεντρικής τράπεζας των ΗΠΑ ποντάρουν στην εκδοχή μια αύξησης την Τετάρτη κατά 25 μονάδες βάσης - ποσοστό 58% - ενώ έδαφος έχει αρχίσει να κερδίζει και η πιθανότητα η Fed να διατηρήσει αμετάβλητο το κόστος δανεισμού. (σ.σ: χθες βρισκόταν στο 38%).
Μέχρι τις ανακοινώσεις και τη συνέντευξη Τύπου του Πάουελ λοιπόν, οι αγορές πιθανότατα να κινηθούν «εντός εκτός και επί ταύτα», με τον S&P500 να κρατάει την επαφή του με τον μέσο κινητό όρο των 200 ημερών -3935 μονάδες – ίσως και με τον εκθετικό μέσο όρο των 200 ημερών - πέριξ των 4000 μονάδων - περιμένοντας το σήμα για την περαιτέρω πορεία του από τον Πάουελ.
Αποποίηση Ευθύνης
Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, ουδεμία διασφάλιση δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.