Θα κρατήσει η «άνοιξη» των τραπεζικών μετοχών;
Χρηματιστήριο Αθηνών

Θα κρατήσει η «άνοιξη» των τραπεζικών μετοχών;

H συνταγή των χρηματιστηριακών ανόδων, περιέχει δυο αναγκαία υλικά. Το πρώτο είναι ο αυξημένος τζίρος. Και το δεύτερο είναι η ανοδική πορεία των δεικτοβαρών μετοχών. Αμφότερα τα υλικά βρίσκονται διαθέσιμα στο τραπέζι του χρηματιστηριακού σεφ. Ο τζίρος για τρίτη συνεχόμενη συνεδρίαση υπερβαίνει τα 60 εκατ. ευρώ, ενώ παράλληλα ο Γενικός Δείκτης του Χρηματιστηρίου Αθηνών, καθοδηγείται ανοδικά από τη λοκομοτίβα του Χ.Α., που είναι οι μετοχές των τεσσάρων συστημικών τραπεζών. 

Ανεξάρτητα από τη φήμη για την επικείμενο deal στη Τράπεζα Πειραιώς, οι τραπεζικές μετοχές καταγράφουν ισχυρά ποσοστά ανόδου, διαμορφώνοντας ένα αισιόδοξο κλίμα. Μαζί με τις τραπεζικές μετοχές ανοδικά κινήθηκαν και οι υπόλοιπες μετοχές που συνθέτουν τον FTSE 25, δηλαδή το βαρύ επιχειρηματικό πυροβολικό. 

Και το ερώτημα που τίθεται από την πλευρά των επενδυτών, είναι κατά πόσο αυτή η άνοιξη των τραπεζικών μετοχών θα έχει συνέχεια, θα έχει διάρκεια και θα οδηγήσει το Γενικό Δείκτη πάνω από τις 900 μονάδες. Και το ερώτημα τίθεται επιτακτικά, καθώς τα αποτελέσματα του πρώτου εννεαμήνου των τραπεζών στις ΗΠΑ, δεν είναι καθόλου ενθαρρυντικά, όπως ανέλυσε σε χθεσινό του άρθρο ο Νικόλας Ταμπακόπουλος.

Όταν λοιπόν η Goldman Sachs, η JP Morgan, η Wells Fargo και η Morgan Stanley, βλέπουν τα κέρδη τους να υποχωρούν, σε τι μπορεί να ελπίζουν οι ελληνικές τράπεζες; 

Η παρούσα εικόνα των τραπεζικών ισολογισμών είναι θετική. Το ύψος των NPEs έχει υποχωρήσει. Και οι αριθμοδείκτες είναι αισθητά βελτιωμένοι. Το δε γεγονός της αύξησης των επιτοκίων, ερμηνεύεται σαν θετικό για τις τράπεζες αφού θα οδηγήσει σε αύξηση των περιθωρίων κερδοφορίας τους από τη βασική τραπεζική δραστηριότητα που είναι η δανειοδότηση της πραγματικής οικονομίας.

Ωστόσο η αύξηση των επιτοκίων θα έχει πιθανότατα μια σειρά από παρενέργειες. 

Η πρώτη είναι ότι το κόστος χρήματος για τις τράπεζες αυξάνεται και αυτό. Επομένως η έκδοση τραπεζικών ομολογιακών δανείων και συναφών τρόπων χρηματοδότησης θα έχει υψηλότερο κόστος εξυπηρέτησης, για τις ίδιες τις τράπεζες. 

Η δεύτερη παρενέργεια είναι τα υψηλότοκα δάνεια με τα οποία χρηματοδοτούν οι τράπεζες τόσο τα φυσικά όσο και τα νομικά πρόσωπα, θα βρεθούν αντιμέτωπα με τον κίνδυνο αθέτησης των υποχρεώσεων από την πλευρά δανειοληπτών. Κι αυτό διότι η αύξηση των τοκοχρεολυτικών δόσεων θα επιβαρύνει επιχειρήσεις και νοικοκυριά, που πλήττονται παράλληλα από το υψηλό ενεργειακό κόστος, από το υψηλό λειτουργικό κόστος ή υψηλό κόστος διαβίωσης και από την μειωμένη ανάπτυξη, που με τη σειρά τους μειώνει τη δυναμική των διαθέσιμων εισοδημάτων των νοικοκυριών και τους κύκλους εργασιών των επιχειρήσεων. 

Στα αποτελέσματα του πρώτου εξαμήνου, δεν έχουν αποτυπωθεί αυτοί οι φόβοι για εμφάνιση παρενεργειών. Η αύξηση των επιτοκίων έχει επιδράσει θετικά, το κόστος χρηματοδότησης δεν βρίσκεται σε απαγορευτικά επίπεδα και η ποιότητα των στοιχείων ενεργητικού δεν εμφανίζει επιδείνωση. Το σοκ που περίμεναν οι εποπτικές αρχές της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, δεν έχει κάνει ακόμα την εμφάνιση του. Η εικόνα θυμίζει «business as usual». Αν διατηρηθεί, τότε η πιθανότητα συνέχισης της πρόωρης τραπεζικής άνοιξης μέσα στο χειμώνα, είναι σημαντική. Αν ανατραπεί και βρεθεί η ελληνική οικονομία εκτός στόχων, τότε την πρόωρη άνοιξη θα την ακολουθήσει δριμύτατος χειμώνας.