Η ενεργειακή κρίση αναμένεται να κυριαρχήσει την επόμενη διετία στην Ευρώπη και να προκαλέσει σημαντικές εξελίξεις τόσο σε πολιτικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο. Από τη Μ. Βρετανία και τη νέα πρωθυπουργό Λιζ Τρας, μέχρι την Ιταλία που έχει εκλογές σε λίγες ημέρες, και από τη Γερμανία που βρίσκεται στο μάτι του κυκλώνα, μέχρι την Ελλάδα που πηγαίνει στις κάλπες την ερχόμενη άνοιξη, οι κυβερνήσεις θα κριθούν από τη διαχείριση της κρίσης.
Τα κρατικά μέτρα στήριξης αναμένεται να ξεπεράσουν τα 400 δισ. ευρώ, χωρίς τη Μ. Βρετανία, ωστόσο οι ανάγκες που θα προκύψουν ενδέχεται να είναι πολύ μεγαλύτερες σε μία εποχή που η Ευρώπη κινδυνεύει να εκτροχιαστεί δημοσιονομικά. Αν δεν υπάρξει κοινή δράση, ίσως με ένα νέο Ταμείο Ανάκαμψης για την ενεργειακή κρίση, κάθε χώρα θα πρέπει να βρει πόρους για να ελαφρύνει το βάρος των νοικοκυριών και θα υπάρχει ο κίνδυνος γενικευμένης κρίσης και κοινωνικής αναταραχής.
Σύμφωνα με την Capital Economics, τα πιο δημοφιλή μέτρα θα είναι οι μειώσεις φόρων και τα κρατικά επιδόματα, ενώ είναι κρίσιμο να αποφασίσει η Ευρώπη την αποσύνδεση των τιμών του ρεύματος από τις τιμές του φυσικού αερίου.
Μία θετική εξέλιξη είναι ότι τελευταία ο κίνδυνος επιβολής δελτίου στην κατανάλωση φυσικού αερίου φαίνεται ότι απομακρύνεται. Λίγο η υπερβολική απαισιοδοξία των προηγούμενων μηνών, λίγο η ταχύτερη κάλυψη των αποθηκών ενέργειας και λίγο η συνετή διαχείριση στην κατανάλωση, έχουν κάνει τους αναλυτές να αισιοδοξούν ότι ο φετινός χειμώνας θα περάσει χωρίς να επιβεβαιωθεί το χειρότερο σενάριο. Πέρα όμως από τον κίνδυνο δελτίου, υπάρχει και το θέμα της ακριβής ενέργειας που τρομάζει τα νοικοκυριά ενόψει του χειμώνα.
Οι Ευρωπαίοι νιώθουν πλέον καθημερινά στην τσέπη τους τις επιπτώσεις του πληθωριστικού ράλι. Κάθε μήνας που περνάει φέρνει και ένα νέο χτύπημα για το διαθέσιμο εισόδημα καθώς οι τιμές σε καύσιμα, ενέργεια και τρόφιμα συνεχώς αυξάνονται. Όσο συνεχίζεται η ακρίβεια και τα νοικοκυριά βλέπουν τα εισοδήματά τους να μειώνονται μαζί με την αγοραστική τους δύναμη, τόσο οι κυβερνήσεις δέχονται πιέσεις να καλύψουν με διάφορα μέτρα (επιδοτήσεις, πλαφόν στις τιμές κλπ) το οικονομικό βάρος της ενεργειακής κρίσης. Και όσο η ενεργειακή λαίλαπα θα κάνει πιο πιθανό ένα πανευρωπαϊκό κύμα κοινωνικών ταραχών, τόσο πιο βέβαιο είναι ότι θα εφαρμοστούν μέτρα στήριξης.
Σε αυτό το σημείο προκύπτουν δύο ερωτήματα: α) πόσα χρήματα θα χρειαστούν και β) έχει η Ευρώπη τον τρόπο και τη θέληση να σηκώσει το οικονομικό βάρος από τις πλάτες των πολιτών;
Σύμφωνα με πληροφορίες, η Κομισιόν έχει στα χέρια της προβλέψεις που κάνουν λόγο για μηδενική ανάπτυξη του ΑΕΠ το 2023 (από 0,9% προηγουμένως) και εκτιμήσεις που θεωρούν πιθανή μια πολυετή περίοδο οικονομικής στασιμότητας και ακρίβειας. Διότι δεν πρέπει να ξεχνάμε πως ακόμη και όταν επιβραδύνει ο πληθωρισμός, οι τιμές θα συνεχίσουν να ανεβαίνουν πιθανότατα περισσότερο από τους μισθούς, διατηρώντας μία αίσθηση ακρίβειας και οικονομικής στενότητας.
Στο δυσμενές σενάριο για τον χειμώνα, οι τιμές του φυσικού αερίου κινδυνεύουν να εκτιναχθούν σε υπερδιπλάσια από τα σημερινά επίπεδα έως τα 580 ευρώ/μεγαβατώρα, προκαλώντας μια βαθιά οικονομική κρίση που με τη σειρά της θα οδηγήσει σε κοινωνικές αναταραχές. Αυτόν τον κίνδυνο θέλουν να αποφύγουν οι Ευρωπαίοι ηγέτες, βλέποντας ήδη τους πολίτες σε αρκετές χώρες να διαδηλώνουν για τους φουσκωμένους λογαριασμούς και τη γενικότερη ακρίβεια.
Στο σενάριο που οι τιμές της ενέργειας θα σημειώσουν νέα μεγάλη άνοδο, θα συμπαρασύρουν ανοδικά και τον πληθωρισμό, όπως συμβαίνει σχεδόν κάθε μήνα του 2022. Τότε, ο πληθωρισμός όχι μόνο θα ανέλθει σε νέα ιστορικά υψηλά αλλά θα παραμείνει σε δυσθεώρητα ύψη για πολύ περισσότερο, ενδεχομένως και για το μεγαλύτερο μέρος του 2023. Ήδη, οι εκτιμήσεις των αναλυτών κάνουν λόγο για πληθωρισμό 4,3% στην Ευρωζώνη το 2023, έναντι προηγούμενων προβλέψεων για 2,2%.
Αν υπάρχει μία χαραμάδα αισιοδοξίας προέρχεται από το γεγονός ότι η Ευρώπη έχει καταφέρει να γεμίσει σε ικανοποιητικό βαθμό τις αποθήκες της με φυσικό αέριο, έχει ήδη ξεκινήσει τη διαδικασία απεξάρτησης από το ρωσικό αέριο και ο κίνδυνος επιβολής δελτίου στην κατανάλωση έχει κάπως περιοριστεί. Σε καμία περίπτωση, βέβαια, δεν έχει εξαλειφθεί, ενώ για την πλήρη απεξάρτησή της από τη ρωσική ενέργεια θα χρειαστούν αρκετά χρόνια. Συνεπώς, ο κίνδυνος είναι ορατός και ιδιαίτερα υψηλός τουλάχιστον για τον φετινό χειμώνα.