Οι ΗΠΑ ξεπέρασαν το όριο δανεισμού 31,4 τρισεκατομμυρίων δολαρίων την περασμένη Πέμπτη. Όπως είχε προειδοποιήσει η Αμερικανίδα υπουργός οικονομικών και πρώην πρόεδρος της FED, Janet Yellen, μερικές μέρες νωρίτερα.
Στο μήνυμά της ανέφερε ότι πρέπει να ξεκινήσουν άμεσα οι διαπραγματεύσεις μεταξύ του κογκρέσου και της αμερικανικής κυβέρνησης για την αύξηση ή την αναστολή του ορίου του χρέους.
Σύμφωνα με την εκτίμηση της, θα πρέπει να υπάρξει συμφωνία μέχρι τον Ιούνιο για να αποφύγει η αμερικανική οικονομία τον κίνδυνο πτώχευσης. Σημείωσε, πως αποτυχία συμφωνίας, θα δημιουργούσε ανυπολόγιστες συνέπειες. Άλλωστε η μοναδική υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας των ΗΠΑ, προήλθε από το αδιέξοδο των διαπραγματεύσεων το 2011.
Αν αναλογιστούμε το θρίλερ που διαδραματίστηκε, μόλις προ λίγων ημερών όπου οι ρεπουμπλικάνοι καταψήφισαν τον ίδιο τους τον υποψήφιο για την προεδρία του Κογκρέσου, μας δίνει μία ένδειξη για το πόσο περιπετειώδεις θα είναι οι διαπραγματεύσεις για το χρέος.
Το ανώτατο όριο του χρέους θεσμοθετήθηκε κατά τη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, προκειμένου να ρυθμιστούν οι κρατικές δαπάνες των ΗΠΑ και να παραμείνει η κυβέρνηση δημοσιονομικά υπεύθυνη. Το ταβάνι του χρέους έχει αυξηθεί ή αναθεωρηθεί 78 φορές από το 1960, προκειμένου να αποφευχθεί η πιθανότητα χρεοκοπίας και να εξακολουθήσει να λειτουργεί η οικονομία και κατ' επέκταση η κυβέρνηση. Αν δεν υπήρχε το όριο του χρέους θα έπρεπε το Κογκρέσο να εγκρίνει κάθε καινούργια έκδοση χρέους, που θα χρηματοδοτούσε δαπάνες της κυβέρνησης.
Το αμερικανικό χρέος έχει δεκαπλασιαστεί μέσα σε διάστημα 32 ετών. Από 3,2 τρισεκατομμύρια δολάρια το 1990 έχει φτάσει στα 31,4 τρισεκατομμύρια δολάρια το 2022. Χρειάστηκαν 28 χρόνια για να τριπλασιαστεί περίπου στα $10 τρις το 2008 και μόλις τα μισά για να τριπλασιαστεί εκ νέου στο ύψος που βρίσκεται σήμερα. Επίσης, παρατηρείται μία αύξηση της συχνότητας υπερβάσεων του ορίου μετά το 2010. Χρονιά ορόσημο, φαίνεται πως είναι το 2012, όπου το χρέος αγγίζει και ξεπερνάει το 100% του ΑΕΠ. Η ραγδαία μεγέθυνση του χρέους είναι εμφανής μετά το 2008. Έκτοτε το χρέος μεγεθύνεται με ταχύτερο ρυθμό από ότι το ΑΕΠ.
Έχοντας διανύσει μόλις δύο εβδομάδες το 2023 και η κυβέρνηση έχει ήδη ξοδέψει $1,4 τρις.
Η Μοντέρνα Νομισματική Θεωρία έχει αφήσει βαθύ αποτύπωμα στην απενοχοποίηση της χρηματοδότησης δημοσιονομικών ελλειμμάτων, με έκδοση χρέους και την αντίστοιχη εκτίναξη του. Στον αντίποδα, στέκεται η κριτική όλων εκείνων που λένε, πως η τελευταία φάση της ανάπτυξης βασίστηκε εξ ολοκλήρου με δανεικά.
Για το έτος 2022 ο Ομοσπονδιακός προϋπολογισμός ήταν ελλειμματικός κατά $1,38 τρις καθώς φόροι και πρόσοδοι υπολείπονταν των εξόδων της γενικής κυβέρνησης. Σε αυτό δεν περιλαμβάνονται το χρέος και οι δαπάνες των τοπικών κυβερνήσεων. Για να έχουμε μία ιδέα για το πόσο σημαντικές είναι οι δαπάνες της γενικής κυβέρνησης, αξίζει να αναφέρουμε ότι κινούνται πέριξ του 40% του ΑΕΠ.
Στην κατά τον αστικό μύθο, σκληρή καπιταλιστική Αμερική, ένα σημαντικό κομμάτι της οικονομίας, παίρνει οξυγόνο, από τις δαπάνες, τόσο της κεντρικής, όσο και των τοπικών κυβερνήσεων.
Οποιαδήποτε αποτυχία συμφωνίας, θα πυροδοτούσε σταδιακό κλείσιμο εργασιών και δραστηριοτήτων. Από την αναστολή εργασιών δημοτικής επιχείρησης καθαριότητας, έως την ακύρωση δημοσίων έργων. Ανάλογα της έκτασης, μπορεί να φτάσει έως την παύση ομοσπονδιακών εργασιών, όπως η λειτουργία δικαστηρίων. Δεν χρειάζεται ιδιαίτερη φαντασία, για να καταλάβουμε το χάος που θα προκαλούσε η συγκεκριμένη εξέλιξη.
Κοιτάζοντας τις δαπάνες του προϋπολογισμού για το 2022, δεν αποτελεί έκπληξη ότι στην κορυφή βρίσκονται η Υγειονομική Περίθαλψη, η Κοινωνική Ασφάλιση, η Εθνική Άμυνα και ο κλάδος της Υγείας. Νομίζω ότι δεν χρειάζεται να απαριθμήσω, τους τομείς της αμερικανικής ζωής, που θα επηρεάζονταν από το δυσμενές σενάριο μη εκτέλεσης του προϋπολογισμού.
Όμως αρκετά ψηλά βρίσκεται και η κατηγορία «διασφάλιση εισοδήματος», ύψους $878 δις και περίπου 10% των δαπανών. Η συγκεκριμένη κατηγορία περιλαμβάνει προνοιακά επιδόματα, στέγαση, αποζημιώσεις και οικονομική υποστήριξη. Επειδή αφορά ως επί το πλείστον ευάλωτες οικονομικά πληθυσμιακές κατηγορίες, οποιοδήποτε βραχυκύκλωμα, θα έθετε σε κίνδυνο τη διαβίωση τους. Αρκετά ψηλά βρίσκεται και η κατηγορία του καθαρού κόστους των τόκων με $736 δις ή 8.15% των δαπανών. Σε αυτό περιλαμβάνονται οι τόκοι για την εξυπηρέτηση του χρέους.
Οι ΗΠΑ έχουν εκμεταλλευτεί την τελευταία τριακονταετία την προνομιακή θέση του δολαρίου, χρηματοδοτώντας τα ελλείμματα τους. Μέχρι σήμερα, η οικονομική «ασωτεία» δεν έχει κοστίσει. Για να είμαστε πιο ακριβείς, δεν έχει κοστίσει ακόμα. Η άποψη μας είναι ότι ο πόλεμος των κόσμων έχει ήδη ξεκινήσει. Στη νέα πραγματικότητα, όπου η κυριαρχία του δολαρίου θα συρρικνωθεί και η αμερικανική επιρροή θα βρεθεί υπό αμφισβήτηση, η τιθάσευση του χρέους αποτελεί μονόδρομο.
* Ο Νικόλαος Δ. Τσαγκανέλιας εργάζεται για πάνω από 27 χρόνια στον χρηματοοικονομικό χώρο. Από το 2015 εργάζεται στην Tavira Securities με έδρα το Λονδίνο, ως Hedge Fund Operations & Risk