Η κατάθεση του διοικητή Πάουελ στη Γερουσία δεν αφήνει πολλές αμφιβολίες: πρέπει να προετοιμαστούμε για ακόμα υψηλότερα επιτόκια. Συνήθως αυτό δεν αρέσει στις αγορές!
Η χθεσινή παρουσία του διοικητή της Αμερικανικής Ομοσπονδιακής Τράπεζας (Fed) Τζέι Πάουελ στην επιτροπή τραπεζικών υποθέσεων της αμερικανικής Γερουσίας ήταν το πρώτο από μία σειρά γεγονότων μέσα στον Μάρτιο που οι αγορές περιμένουν με πολύ ενδιαφέρον.
Θα ακολουθήσουν οι ανακοινώσεις για την κατάσταση της αγοράς εργασίας τον Φεβρουάριο (μεθαύριο Παρασκευή) και για το ύψος του πληθωρισμού τον Φεβρουάριο (την επόμενη Τρίτη) οι οποίες θα μας δώσουν μία σαφή εικόνα για αρκετά από τα οικονομικά ζητήματα που επηρεάζουν τις αποφάσεις της Fed και των άλλων κεντρικών τραπεζών.
Τέλος, στις 22 του μηνός θα μάθουμε το ύψος της νέας αύξησης των επιτοκίων αναφοράς το οποίο θα αποφασίσει η Fed, τις αναθεωρημένες, με βάση τα πιο πρόσφατα οικονομικά στοιχεία, προβλέψεις των αναλυτών της αμερικανικής κεντρικής τράπεζας για την πορεία της οικονομίας και τις – επίσης αναθεωρημένες – εκτιμήσεις των μελών της επιτροπής της Fed για την πορεία των επιτοκίων τα επόμενα χρόνια.
Το περιεχόμενο της ομιλίας του Τζέι Πάουελ προς τα μέλη της επιτροπής της Γερουσίας έστειλε ένα πολύ ξεκάθαρο μήνυμα προς τους αμερικανούς νομοθέτες και βέβαια τις αγορές και τους επενδυτές. Αν οι επικείμενες ανακοινώσεις για την αγορά εργασίας και τον πληθωρισμό δεν διαφέρουν ουσιαστικά από τις αντίστοιχες προ μηνός, η Fed θα επιταχύνει τον ρυθμό αύξησης των επιτοκίων, τα επιτόκια θα φθάσουν αρκετά ψηλότερα από όσο φαντάζονταν οι αγορές μέχρι το τέλος του Ιανουαρίου και θα παραμείνουν εκεί για σημαντικά μεγαλύτερο διάστημα.
Υπενθυμίζουμε πως τον Φεβρουάριο μάθαμε πως η οικονομική δραστηριότητα τον Ιανουάριο στις ΗΠΑ ήταν ισχυρότερη του αναμενόμενου, πως δημιουργήθηκαν πολύ περισσότερες νέες θέσεις εργασίας απ’ όσο περιμέναμε και πως ο πληθωρισμός έδειξε ανθεκτικότητα.
Ξεκινώντας την τοποθέτησή του, ο Τζέι Πάουελ ήταν σαφής: είπε πως τα ισχυρότερα του αναμενομένου οικονομικά στοιχεία για τον Ιανουάριο έδειξαν πως το τελικό επίπεδο των επιτοκίων αναφοράς μάλλον θα αναθεωρηθεί ανοδικά. Πρόσθεσε πως αν το σύνολο των οικονομικών στοιχείων δείξει πως απαιτείται ταχύτερη αύξηση των επιτοκίων, η αρμόδια επιτροπή της Fed θα είναι έτοιμη να το κάνει.
Κατέληξε λέγοντας πως η επίτευξη της σταθερότητας των τιμών (δηλαδή η τιθάσευση του πληθωρισμού) μάλλον θα απαιτήσει την εφαρμογή περιοριστικής νομισματικής πολιτικής για σημαντικό χρονικό διάστημα. Όπως παρατήρησε εύστοχα το Barron’s, η εναρκτήρια τοποθέτηση του διοικητή έδειξε καθαρά πως η κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ βρίσκεται σε κατάσταση συναγερμού μετά τα πολύ ισχυρά οικονομικά στοιχεία του Ιανουαρίου.
Ο διοικητής παρατήρησε πως οι βραχυπρόθεσμες κινήσεις της Fed θα εξαρτηθούν σε σημαντικό βαθμό από τις ανακοινώσεις των επόμενων ημερών για τον πληθωρισμό και την αγορά εργασίας. Δεν άφησε όμως και πολλά περιθώρια, αφού επισήμανε πως τα μέχρι τώρα δεδομένα δείχνουν πως η οικονομία είναι πολύ πιο «ζεστή» απ’ όσο θα ήθελαν αυτός και οι συνάδελφοί του στην Fed.
Αν από τις ανακοινώσεις για τον πληθωρισμό δεν φανεί σημαντική υποχώρησή του στον τομέα παροχής υπηρεσιών, εξαιρουμένων των υπηρεσιών που σχετίζονται με την ενέργεια και το κόστος στέγασης, και από τις ανακοινώσεις για την αγορά εργασίας δεν φανεί κάποια σχετική εξασθένηση, η επιτάχυνση του ρυθμού αύξησης των επιτοκίων θα πρέπει να θεωρείται πάρα πολύ πιθανή, σχεδόν δεδομένη.
Μόνο αν παρουσιαστεί πρόοδος σε αυτούς τους δύο τομείς θα ικανοποιηθούν οι αξιωματούχοι της Fed. Στην αντίθετη περίπτωση θα κρίνουν πως οι μέχρι τώρα κινήσεις τους δεν είναι αρκετές για να καταπολεμήσουν τον πληθωρισμό και θα «πατήσουν το γκάζι».
Οι αγορές παραγώγων φαίνεται πως πήραν το μήνυμα και άλλαξαν αμέσως τις εκτιμήσεις τους για τις επικείμενες κινήσεις της Fed. Ενώ μέχρι χθες το απόγευμα έδιναν πιθανότητα 75% σε μία αύξηση επιτοκίων κατά 0,25% στις 22 Μαρτίου, αμέσως μετά την ομιλία του διοικητή Πάουελ έκαναν απότομη στροφή δίνοντας σημαντικά μεγαλύτερες πιθανότητες στην αύξηση κατά 0,50%. Υπενθυμίζουμε πως αυτή την στιγμή βρίσκονται στην περιοχή 4,50% - 4,75%.
Εκτός από αυτό όμως, άλλαξαν σαφώς και τις εκτιμήσεις τους για το που θα βρίσκονται τα επιτόκια αναφοράς αργότερα μέσα στο 2023. Δίνουν πλέον πολύ σημαντική πιθανότητα, αρκετά πάνω από 50%, στο ενδεχόμενο ανόδου των επιτοκίων πάνω από το 5,50% κάποια στιγμή το καλοκαίρι και δείχνουν πως θεωρούν εξαιρετικά πιθανή την παραμονή τους εκεί μέχρι το τέλος του χρόνου. Όσο για την πότε θα αρχίσει η αντίστροφη πορεία, οι ελπίδες έχουν μετατεθεί χρονικά για τις αρχές του 2024.
Φυσικά, όλες αυτές οι εκτιμήσεις των επενδυτών μπορούν να αλλάξουν και πάλι τις επόμενες ημέρες, ανάλογα με το τι θα ακούσουμε για τον πληθωρισμό και την αγορά εργασίας. Αν τα στοιχεία που θα ανακοινωθούν επιβεβαιώσουν τις ενδείξεις του Ιανουαρίου, είναι πολύ πιθανό να δούμε τις εκτιμήσεις των αγορών για την πορεία των επιτοκίων να ανεβαίνουν ακόμα πιο ψηλά. Αν εκπλήξουν προς το πιο αδύναμο, θα δούμε το αντίθετο.
Αυτό βέβαια που μας απασχολεί περισσότερο είναι το πως θα επιδράσουν όλα αυτά πάνω στις αγορές μετοχών και ομολόγων. Τα πρώτα σημάδια προδίδουν την ανησυχία των επενδυτών, δεν φτάνουν όμως σε σημείο που να πλησιάζει σε πανικό. Η αμερικανική αγορά μετοχών σημείωσε αξιόλογη πτώση στη χθεσινή συνεδρίαση, με τον δείκτη S&P 500 να χάνει. Οι αποδόσεις των εντόκων γραμματίων και των κρατικών ομολόγων μικρής διάρκειας ανέβηκαν αρκετά, ακολουθώντας την ανοδική προσαρμογή των εκτιμήσεων για την πορεία των επιτοκίων αναφοράς.
Αντίθετα, τα δεκαετή κρατικά αμερικανικά ομόλογα κινήθηκαν ψύχραιμα, με την απόδοσή τους να σημειώνει ελάχιστη άνοδο και να παραμένει κάτω από το 4%. Αισθητή ήταν η αντίδραση στην αγορά συναλλάγματος, με το αμερικανικό δολάριο να σημειώνει άνοδο πέραν του 1% απέναντι στα βασικά «δυτικά» νομίσματα. Αξιοσημείωτες ήταν και οι αντιδράσεις στις αγορές εμπορευμάτων όπου το αργό πετρέλαιο έχασε κοντά στο 4%, ο χαλκός έπεσε σχεδόν κατά 3% και τα πολύτιμα μέταλλα υποχώρησαν από 2% (ο χρυσός) μέχρι και 5% (το ασήμι).
Αυτές οι πρώτες αντιδράσεις είναι απόλυτα λογικές. Η άνοδος των επιτοκίων κάνει πιο ελκυστικές τις τραπεζικές καταθέσεις σε δολάριο και τους αμερικανικούς κρατικούς δανειακούς τίτλους μικρής διάρκειας. Αυτό δυσκολεύει τα πράγματα για όλα σχεδόν τα υπόλοιπα περιουσιακά στοιχεία: η θέση των πολύτιμων μετάλλων γίνεται πιο μειονεκτική καθώς δεν προσφέρουν καμία απόδοση.
Οι ενεργειακές πρώτες ύλες και τα βιομηχανικά μέταλλα ανησυχούν για την επίδραση της περιοριστικής νομισματικής πολιτικής στην οικονομική ανάπτυξη. Τα εταιρικά ομόλογα βλέπουν τον ανταγωνισμό από τους κρατικούς τίτλους να μεγαλώνει και προβληματίζονται από την αύξηση του κόστους δανεισμού. Οι μετοχές των επιχειρήσεων βρίσκουν σχετική παρηγοριά στο γεγονός πως μέχρι τώρα η οικονομία κρατάει καλά αλλά ανησυχούν για το πόσο κακό μπορεί να κάνουν τα υψηλά επιτόκια στην οικονομία και τα κέρδη τους.
Όλα αυτά δεν σημαίνουν υποχρεωτικά πως οι χθεσινές αρνητικές αντιδράσεις θα συνεχιστούν τις επόμενες μέρες. Αν όμως τα νέα που θα έρθουν την Παρασκευή και την Τρίτη από την αγορά εργασίας και τον πληθωρισμό (ειδικά τον πληθωρισμό στον τομέα υπηρεσιών) είναι αυτά που φοβάται ο διοικητής Πάουελ, οι πιθανότητες για επιδείνωση της κατάστασης λογικά θα αυξηθούν σημαντικά. Σε κάθε περίπτωση πάντως, όπως λέμε συνήθως, η αγορά θα μας λύσει μόνη της τις απορίες μας, αργά ή γρήγορα.