Η αλήθεια είναι πως οι οικονομολόγοι της Fed δεν είναι οι μόνοι που βλέπουν πως η αμερικανική οικονομία θα περάσει σε φάση συρρίκνωσης.
Σύννεφα ύφεσης πάνω από τις αγορές
Shutterstock
Shutterstock

Σύννεφα ύφεσης πάνω από τις αγορές

Η αλήθεια είναι πως οι οικονομολόγοι της Fed δεν είναι οι μόνοι που βλέπουν πως η αμερικανική οικονομία θα περάσει σε φάση συρρίκνωσης.

Προχθές Μεγάλη Τετάρτη, νωρίς το απόγευμα (ώρα Ελλάδος), είχαμε τις ανακοινώσεις για τον πληθωρισμό του Μαρτίου σε επίπεδο καταναλωτή στις ΗΠΑ. Αργότερα την ίδια μέρα δημοσιοποιήθηκαν τα πρακτικά από την προηγούμενη συνεδρίαση της επιτροπής της Fed που καθορίζει την νομισματική πολιτική και το ύψος των επιτοκίων αναφοράς.

Τα στοιχεία για τον πληθωρισμό δεν περιείχαν κάποια μεγάλη έκπληξη, ήταν ελάχιστα χαμηλότερα από τα αναμενόμενα αν και ο δομικός πληθωρισμός εξακολουθεί να βρίσκεται σε επίπεδα που ο διοικητής Πάουελ και οι συνάδελφοί του στην Fed θεωρούν πολύ υψηλά. Η έλλειψη εκπλήξεων δεν άλλαξε ουσιωδώς τις εκτιμήσεις των αγορών για την αμέσως επόμενη κίνηση της Fed, αφού οι αγορές περιμένουν πως θα προχωρήσει σε μία αύξηση των επιτοκίων αναφοράς κατά 0,25% στις 3 Μαΐου και οι χρηματιστηριακές αγορές αντέδρασαν στην αρχή ελαφρά θετικά, περιμένοντας την δημοσιοποίηση των πρακτικών της Fed.

Η ανάγνωση των πρακτικών γύρισε το χρηματιστηριακό κλίμα προς το χειρότερο και οι αμερικανικές αγορές έκλεισαν τελικά την ημέρα σε ελαφρά αρνητικό έδαφος, κοντά στα χαμηλότερα επίπεδα της ημέρας. Όπως σημείωσαν οι αρθρογράφοι του Barron’s, αυτό που δεν άρεσε στην αγορά ήταν η αίσθηση πως οι αξιωματούχοι της αμερικανικής κεντρικής τράπεζας έχουν αρχίσει να ανησυχούν για την κατάσταση της οικονομίας στον ίδιο ή και σε μεγαλύτερο βαθμό από ότι για τον πληθωρισμό. Μέσα στα πρακτικά διαβάσαμε την εκτίμηση των οικονομολόγων που εργάζονται στην Fed πως μετά τις εξελίξεις στον τραπεζικό κλάδο εκτιμούν πως η αμερικανική οικονομία θα περάσει σε κατάσταση ήπιας ύφεσης αργότερα μέσα στο 2023 και θα ανακάμψει από αυτήν σταδιακά τα επόμενα δύο χρόνια. Αυτό προκάλεσε αρκετές πωλήσεις στο χρηματιστήριο με αποτέλεσμα το τελικό αρνητικό κλείσιμο. 

Η αλήθεια είναι πως οι οικονομολόγοι της Fed δεν είναι οι μόνοι που βλέπουν πως η αμερικανική οικονομία θα περάσει σε φάση συρρίκνωσης. Ο ίδιος ο διοικητής Πάουελ είχε πει στις 22 Μαρτίου, όταν ανακοίνωσε την πιο πρόσφατη αύξηση επιτοκίων κατά 0,25%, πως η αλλαγή στην χρηματοδοτική πολιτική των αμερικανικών τραπεζών σαν αποτέλεσμα των προβλημάτων του τραπεζικού κλάδου, θα έχει αρνητική επίδραση στην οικονομία.

Ο Τζέι Πάουελ είχε εκτιμήσει τότε πως οι τράπεζες θα γίνουν πιο συντηρητικές και θα δανείζουν τις επιχειρήσεις και τους πολίτες με λιγότερη ευκολία, κάτι που θα οδηγήσει αναπόφευκτα σε μείωση της οικονομικής δραστηριότητας. Παρόμοια άποψη με τον διοικητή Πάουελ εξέφρασε και πριν λίγες μέρες ο ισχυρότερος τραπεζίτης των ΗΠΑ, ο διευθύνων σύμβουλος της JPMorgan Chase (JPM NYSE) Τζέιμι Ντάιμον, ο οποίος δήλωσε πως η τραπεζική κρίση έχει αυξήσει αρκετά τις πιθανότητες να δούμε οικονομική ύφεση. Κάτι αντίστοιχο είπε πολύ πρόσφατα και ο γνωστός και σεβαστός επενδυτής Γουόρεν Μπάφετ.

Σε αυτούς που ανησυχούν για την κατάσταση της οικονομίας, όχι μόνο της αμερικανικής αλλά και της παγκόσμιας, περιλαμβάνονται και οι οικονομολόγοι του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, όπως μάθαμε την Μεγάλη Δευτέρα με την ευκαιρία της ετήσιας συνάντησης των στελεχών του στην αμερικανική πρωτεύουσα. Το ΔΝΤ δεν μιλάει για ύφεση αλλά υποστηρίζει πως ο βασικός κίνδυνος είναι για χειροτέρευση των οικονομικών επιδόσεων ανά τον κόσμο, καθώς η ομίχλη γύρω από την παγκόσμια οικονομία έχει γίνει πιο παχιά και τα τραπεζικά προβλήματα μπορεί να κάνουν πιο δύσκολα τα πράγματα. 

Πέρα από αυτά όμως, υπάρχουν και κάποιες εξελίξεις στις αγορές που μας δείχνουν πως τον προβληματισμό για την πορεία της οικονομίας την μοιράζονται και αρκετοί επενδυτές, παρά το γεγονός πως η γενική εικόνα στα χρηματιστήρια και τις αγορές δεν προδίδει πολύ μεγάλη ανησυχία. Σε άρθρο των Financial Times που δημοσιεύθηκε χθες το πρωί, η Harriet Clarfeit αναφέρθηκε στην κατάσταση που επικρατεί στην αγορά των εταιρικών ομολόγων από το τέλος του Φεβρουαρίου, ειδικότερα των ομολόγων επιχειρήσεων που έχουν χαμηλή πιστοληπτική αξιολόγηση (junk).

Όπως εξηγεί η δημοσιογράφος, μόλις έγιναν γνωστά τα προβλήματα της Silicon Valley Bank, ανέβηκαν πολύ οι αποδόσεις όλων των ομολόγων που ανήκουν στην κατηγορία των junk bonds, καθώς οι επενδυτές έσπευσαν να πουλήσουν φοβούμενοι τυχόν χειροτέρευση της κατάστασης. Καθώς η αναταραχή υποχώρησε, παρατηρήθηκε ένα ενδιαφέρον φαινόμενο. Οι αγοραστές επέστρεψαν στα ομόλογα που έχουν σχετικά καλή αξιολόγηση αλλά όχι και σε αυτά με χαμηλότερη πιστοληπτική αξιολόγηση. Αυτό δείχνει πως οι επενδυτές της αγοράς ομολόγων φοβούνται πως η κατάσταση της οικονομίας θα χειροτερέψει και αποφεύγουν την επένδυση σε ομόλογα των πιο αδύναμων εταιρειών.

Στο άρθρο διαβάζουμε και την άποψη του Steeve Caprio, ανώτατου στελέχους της Deutsche Bank, ο οποίος εκτιμά πως οι επενδυτές εκτιμούν πως πλησιάζει μία οικονομική ύφεση και προτιμούν να κρατούν στα χέρια τους ομόλογα πιο αξιόπιστων επιχειρήσεων φοβούμενοι πως θα πληγεί η κερδοφορία των επιχειρήσεων. Χαρακτηριστικό του κλίματος στους κόλπους των επενδυτών των αγορών ομολόγων, οι οποίοι γενικά είναι πολύ πιο προσεκτικοί από αυτούς των αγορών μετοχών, είναι τα αποτελέσματα μίας «δημοσκόπησης» μεταξύ των μελών της Διεθνούς Ένωσης Διαχειριστών Χαρτοφυλακίων Ομολόγων (International Association of Credit Portfolio Managers).

Το 84% όσων συμμετείχαν στην «δημοσκόπηση» δήλωσε πως περιμένει πως η οικονομία των ΗΠΑ θα περάσει σε κατάσταση ύφεσης κάποια στιγμή μέσα στο 2023. Το 86% δήλωσε πως θα αυξηθούν οι πτωχεύσεις επιχειρήσεων στις ΗΠΑ τους επόμενους δώδεκα μήνες. Τα μέλη της ένωσης, στην οποία συμμετέχουν τράπεζες και διαχειριστές χαρτοφυλακίων, δήλωσαν σε γενικές γραμμές πως στα προβλήματα που προϋπήρχαν, δηλαδή τον υψηλό πληθωρισμό, τα ανοδικά επιτόκια και τις γεωπολιτικές ανησυχίες έχει προστεθεί και η απειλή της μείωσης της χρηματοδότησης της οικονομίας εξαιτίας των προβλημάτων στις τράπεζες. 

Οι χθεσινές ανακοινώσεις των αμερικανικών αρχών για τον πληθωρισμό σε επίπεδο τιμών παραγωγού, οι οποίες έδειξαν μία σαφή πτώση του, ηρέμησαν κάπως τις αγορές αφού έδωσαν και πάλι κάποιες ελπίδες για μία πιο γρήγορη αποκλιμάκωση του πληθωρισμού. Αυτό όμως δεν αναιρεί σε καμία περίπτωση την σαφή αύξηση των πιθανοτήτων να δούμε την πορεία της οικονομίας να χειροτερεύει εξ αιτίας της τραπεζικής κρίσης που τάραξε τις αγορές πριν έναν μήνα αλλά τείνει να ξεχαστεί, τουλάχιστον σε επίπεδο πρωτοσέλιδων του ηλεκτρονικού Τύπου.

Οι ειδικοί μας έχουν ήδη προειδοποιήσει, χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει πως οπωσδήποτε θα δικαιωθούν. Περισσότερα στοιχεία για το κατά πόσον οι φόβοι τους είναι βάσιμοι θα πάρουμε στα χέρια μας όταν αρχίσουν να δημοσιοποιούνται τα στατιστικά στοιχεία σχετικά με την πορεία των διάφορων οικονομικών μεγεθών για τον Απρίλιο, καθώς αυτά του Μαρτίου δεν είχαν προλάβει να ενσωματώσουν τις πιθανές αλλαγές στην συμπεριφορά των τραπεζών προς τις επιχειρήσεις.

Επίσης, πολύτιμες πληροφορίες είναι πολύ πιθανόν να πάρουμε από την ενημέρωση που θα κάνουν οι διοικήσεις των μεγάλων επιχειρήσεων που θα ανακοινώσουν τα οικονομικά τους αποτελέσματα στις ΗΠΑ τις επόμενες μέρες. Κατά σύμπτωση, τον χορό ανοίγει σήμερα το απόγευμα η τράπεζα JPMorgan Chase του Τζέιμι Ντάιμον, μαζί με άλλες δύο πολύ μεγάλες αμερικανικές, την Wells Fargo (WFC NYSE) και την Citigroup (C NYSE).

Δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι πως οι τραπεζικές διοικήσεις θα μας διαφωτίσουν σχετικά με την πορεία της οικονομίας, υποθέτουμε όμως πως καθώς περνούν οι μέρες, και μέχρι τα μέσα του Μαΐου, θα έχουμε αρχίσει να καταλαβαίνουμε αν τα σύννεφα ύφεσης που βλέπουμε από πάνω μας μπορούν να φέρουν βροχή ή κάτι ακόμα χειρότερο. Μέχρι τότε, καλό είναι να μην ξεχνάμε την ομπρέλα μας.