Η χθεσινή ανακοίνωση της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής για τον πληθωρισμό του Σεπτεμβρίου που μόλις πέρασε, μας υπενθύμισε για άλλη μία φορά το μεγαλύτερο πρόβλημα της εποχής για τις περισσότερες οικονομίες του κόσμου. Φυσικά, είχαμε ήδη πάρει μία γεύση από την 30η Σεπτεμβρίου όταν η Eurostat είχε ανακοινώσει τις προσωρινές εκτιμήσεις της για τον πληθωρισμό σε όλες τις χώρες της Ευρωζώνης.
Το 10%, που είναι το εκτιμηθέν ύψος του πληθωρισμού της Ευρωζώνης για τον Σεπτέμβριο, σημαντικά παραπάνω από το 9,1% του Αυγούστου, δεν αφήνει και πολλά περιθώρια αισιοδοξίας. Είναι αδύνατον για την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να μην συνεχίσει την πολιτική επιθετικής αύξησης των επιτοκίων αναφοράς την οποία ξεκίνησε τον Ιούλιο. Αυτό επιβεβαιώνουν με τις δηλώσεις τους σχεδόν όλα τα μέλη της επιτροπής της ΕΚΤ.
Χθες ήταν η σειρά του Κλάας Κνοτ, προέδρου της Κεντρικής Τράπεζας της Ολλανδίας, ο οποίος ανήκει στο στρατόπεδο των γερακιών, το οποίο τώρα τελευταία έχει πάρει το πάνω χέρι μέσα στην ΕΚΤ. Ο Κνοτ δήλωσε πως η ΕΚΤ θα πρέπει να συνεχίσει τις αυξήσεις των επιτοκίων μέχρι να εμφανιστούν πραγματικά πειστικά στοιχεία που να δείχνουν πως ο πληθωρισμός μπορεί να επιστρέψει προς το επιθυμητό επίπεδο του 2%.
Ο Κνοτ επιθυμεί τουλάχιστον άλλες δύο «σημαντικές» αυξήσει επιτοκίων στις δύο επόμενες συνεδριάσεις του συμβουλίου της, την 27η Οκτωβρίου και την 15η Δεκεμβρίου. Βέβαια, τα γεράκια δεν είναι μόνα τους, υπάρχουν και άλλες φωνές όπως του Πορτογάλου Μάριο Σεντένο, ο οποίος προειδοποιεί για τους κινδύνους που κρύβουν οι βιαστικές κινήσεις και του Ισπανού Πάμπλο Ερνάντες ντε Κος ο οποίος συνιστά προσεκτικά βήματα με βάση τα δεδομένα που θα έρχονται από τη μεριά του πληθωρισμού. Η αλήθεια είναι όμως, όπως είπαμε νωρίτερα, πως τώρα τελευταία τα γεράκια βρίσκονται σε θέση ισχύος.
Αυτά γίνονται στην Ευρώπη και δεν αφήνουν μεγάλα περιθώρια αισιοδοξίας στους επενδυτές που ελπίζουν σε ανάκαμψη των αγορών μετοχών, η οποία δεν μπορεί να γίνει εύκολα με τα επιτόκια συνεχώς να είναι συνεχώς ανοδικά. Για την ακρίβεια, οι ελπίδες των επενδυτών, όσες τους έχουν απομείνει, βασίζονται κυρίως στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού και στην πιθανότητα να δούμε ενθαρρυντικές ενδείξεις για τον πληθωρισμό στις ΗΠΑ.
Θεωρητικά, είναι πιο εύκολο να δούμε κάτι τέτοιο να γίνεται εκεί, δεδομένου του ότι η ενεργειακή κρίση δεν είναι τόσο έντονη όσο στην Ευρώπη, το δολάριο είναι πολύ ισχυρό και αμβλύνει κάπως τις αυξήσεις των τιμών και οι αυξήσεις των επιτοκίων ξεκίνησαν πιο νωρίς απ’ ότι στην Ευρώπη και έχουν αρχίσει να επιδρούν πάνω στην πραγματική οικονομία. Στο τελευταίο βασίζονται οι περισσότερες ελπίδες των Αμερικανών επενδυτών αλλά και των Ευρωπαίων για να δούμε το περίφημο Fed Pivot, δηλαδή την αναγκαστική αλλαγή πορείας της Κεντρικής Αμερικανικής Τράπεζας (Fed) στο θέμα των επιτοκίων όταν δει πως η οικονομία έχει αρχίσει να λυγίζει κάτω από την επίδραση των ανοδικών επιτοκίων και του αυξανόμενου κόστους χρήματος.
Οι ανακοινώσεις της Πέμπτης που μας έρχεται από τις ομοσπονδιακές αρχές των ΗΠΑ σχετικά με το ύψος του πληθωρισμού, το ύψος του δομικού πληθωρισμού και όλα τα επί μέρους στοιχεία που αφορούν στον πληθωρισμό, αναμένονται με μεγάλο ενδιαφέρον, ίσως και με αγωνία, από τις αγορές και τους επενδυτές. Με βάση τα στοιχεία που έχουμε στην διάθεσή μας δεν φαίνεται λογικό να περιμένουμε να ακούσουμε κάτι που θα αλλάξει πολύ τις διαθέσεις της Fed.
Οι δηλώσεις των αξιωματούχων της Τράπεζας είναι αρκετά σαφείς τις τελευταίες εβδομάδες. Όλοι τονίζουν πως δεν πρόκειται να αλλάξουν την πορεία που έχουν χαράξει τους τελευταίους μήνες παρά μόνο αν δουν σαφή και αξιόπιστα σημάδια αποκλιμάκωσης των πληθωριστικών πιέσεων και αποθέρμανσης της οικονομίας. Όπως είχε δηλώσει ο διοικητής Πάουελ στο τέλος του Αυγούστου, πρέπει να δούμε τα σημάδια του πόνου στην οικονομία. Ένα από αυτά τα σημάδια είναι και η κατάσταση στην αγορά εργασίας.
Οι ανακοινώσεις της προηγούμενης Παρασκευής διέλυσαν κάθε ελπίδα όσων περίμεναν να δουν πως η κατάσταση της αγοράς εργασίας χειροτερεύει, αφού και το ποσοστό ανεργίας μειώθηκε και οι νέες θέσεις εργασίας που δημιουργήθηκαν τον Σεπτέμβριο ήταν περισσότερες του αναμενόμενου. Η απογοήτευση των επενδυτών φάνηκε ξεκάθαρα από την αντίδραση των χρηματιστηριακών δεικτών που σημείωσαν έντονη πτώση.
Στην πτώση έπαιξε βέβαια ρόλο και η είδηση για την κλιμάκωση των πιέσεων της κυβέρνησης των ΗΠΑ προς τις εταιρείες κατασκευής μικροεπεξεργαστών της Κίνας, καθώς έπληξε εμμέσως πλην σαφώς και πάρα πολλές αμερικανικές τεχνολογικές επιχειρήσεις. Η πτώση όμως θα ήταν σημαντική και χωρίς αυτή την είδηση.
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, είναι απόλυτα λογική η περιορισμένη διάθεση των επενδυτών για αγορές μετοχών. Ακόμα και όσοι πιστεύουν πως τα στοιχεία για τον πληθωρισμό και την κατάσταση της οικονομίας θα δώσουν την αφορμή στη Fed να σταματήσει να είναι τόσο επιθετική μάλλον αυτή τη στιγμή έχουν κλονιστεί λίγο. Πέρα από τις ενδείξεις που μόλις αναφέραμε, τους τελευταίους μήνες έχει δημιουργηθεί ένα πολύ κακό προηγούμενο.
Οι μετρήσεις για τον πληθωρισμό στις ΗΠΑ έρχονται κάθε φορά χειρότερες από όσο εκτιμούν οι αναλυτές και η αγορά, προκαλώντας συνήθως ένα μικρό σοκ στους επενδυτές. Είναι λογικό να είναι πλέον επιφυλακτικοί και να διστάζουν να προχωρήσουν σε αγορές πριν την ανακοίνωση των στοιχείων. Δεν είναι όμως μόνο αυτό που τους προβληματίζει σχετικά με τον πληθωρισμό. Υπάρχουν και κάποιες ενδείξεις, ορατές σε όλους, που δημιουργούν απαισιοδοξία.
Ύστερα από σχεδόν τέσσερις μήνες σταμάτησε η συνεχής μείωση της λιανικής τιμής της βενζίνης στις ΗΠΑ και εδώ και μερικές μέρες έχει αρχίσει και πάλι να ανεβαίνει. Επίσης, η ξεκάθαρη στάση του ΟΠΕΚ που δεν άφησε καμία αμφιβολία για την αποφασιστικότητά του να μην αφήσει την τιμή του αργού πετρελαίου να πέσει κάτω από τα 90 δολάρια/βαρέλι είναι ένα ακόμα αρνητικό σημάδι για τη μελλοντική εξέλιξη του πληθωρισμού, όπως και το γεγονός πως ύστερα από καιρό άρχισε και πάλι να ανεβαίνει η τιμή του σιταριού, με το καλαμπόκι να απειλεί και αυτό με μία παρόμοια κίνηση.
Είμαστε σίγουροι πως τα μέλη των συμβουλίων της ΕΚΤ και της Fed έχουν στραμμένη την προσοχή τους και προς αυτές τις εξελίξεις στις οποίες έχει σίγουρα «βάλει το χεράκι του» και ο Ρώσος πρόεδρος.
Επιμένουμε στη σχέση πληθωρισμού και χρηματιστηριακών αγορών πολύ απλά γιατί τα υψηλά επιτόκια είναι ένας από τους πιο καθαρούς και μεγάλους εχθρούς των χρηματιστηρίων, των μετοχών και των ομολόγων. Οι νομισματικές αρχές στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ δεν έχουν αφήσει κανένα περιθώριο παρερμηνείας για το σχέδιο δράσης που έχουν - αυτή την εποχή τουλάχιστον - στο μυαλό τους.
Για να υπονοήσουν πως η πορεία αύξησης των επιτοκίων πλησιάζει στο τέλος της και έρχεται πιο κοντά η έναρξη της αντίστροφης διαδικασίας, θα χρειαστεί να δουν συγκεκριμένα πράγματα τα οποία είναι πολύ δύσκολο να δουν τώρα, τουλάχιστον με βάση όσα γνωρίζουμε εμείς. Αυτό που τους τρόμαξε πολύ τους τελευταίους μήνες ήταν το γεγονός πως εκτός από τον ανακοινωμένο πληθωρισμό, το ύψος του οποίου εξαρτάται πάρα πολύ από τις διακυμάνσεις της τιμής των καυσίμων και των τροφίμων, εξαιρετικά ισχυρός ήταν και ο λεγόμενος δομικός πληθωρισμός, για τον υπολογισμό του οποίου δεν λαμβάνονται υπόψη τα καύσιμα και τα τρόφιμα.
Αν την Πέμπτη δεν δούμε κάτι που να «πιστοποιεί» πως ο δομικός πληθωρισμός έχει αρχίσει να χάνει την ορμή του, οποιαδήποτε συζήτηση για Fed Pivot δεν έχει κανένα νόημα. Μία ιδέα για το τι θα πιστοποιούσε το αδυνάτισμα του δομικού πληθωρισμού μας έδωσε ο Κρίστοφερ Γουάλερ, μέλος του διοικητικού συμβουλίου της Fed κατά την διάρκεια ομιλίας του στο Πανεπιστήμιου του Κεντάκι. Ο Γουάλερ είπε πως αυτός θα πρέπει να πέσει κοντά στο 0,2% μηνιαίας μεταβολής για αρκετούς μήνες στην σειρά.
Για να πάρουμε μία ιδέα πόσο δύσκολο είναι αυτό, τον Αύγουστο η μηνιαία μεταβολή (διαφορά από τον Ιούλιο) ήταν στο 0,6%. Έχοντας και αυτό στο νου μας, υποθέτουμε πως η επόμενη μέτρηση του πληθωρισμού είναι πολύ δύσκολο να δώσει στις αγορές μετοχών μία σοβαρή αφορμή να αναθαρρήσουν και να σταματήσουν να σκέφτονται όλη μέρα τις αυξήσεις επιτοκίων και την παραμονή αυτών σε υψηλά επίπεδα μέχρι το τέλος του 2023.
Η πίεση που ασκεί ο πληθωρισμός και τα (εξ αιτίας του) αυξανόμενα επιτόκια μάλλον θα είναι μαζί μας για καιρό ακόμα. Τώρα το πόσο ακόμα μπορεί να πιεστούν οι αγορές είναι κάτι που μόνο οι ίδιες ξέρουν. Αυτό που μας φαίνεται λίγο δύσκολο είναι να πετύχουν μία δυνατή και διατηρήσιμη άνοδο μέχρι να αρχίσουμε να βλέπουμε κάτι σαν και αυτό που περιέγραψε ο Κρίστοφερ Γουάλερ.