Οι υψηλότερες τιμές του αργού πετρελαίου και των καυσίμων γενικότερα οδήγησαν σε αύξηση τα ρωσικά έσοδα τον Μάιο παρά την πτώση του όγκου των εξαγωγών της λόγω των κυρώσεων, όπως ανακοίνωσε την Τετάρτη η Διεθνής Υπηρεσία Ενέργειας και μεταδίδει το Reuters.
Σύμφωνα με το ειδησεογραφικό πρακτορείο, τα εν λόγω στοιχεία καταδεικνύουν τη δυσκολία «τιμωρίας» της Μόσχας για την εισβολή στην Ουκρανία μέσω της απαγόρευσης εισαγωγών από τη Ρωσία, καθώς η κίνηση αυτή έχει επιδεινώσει την κρίση προσφοράς και έχει αυξήσει τις τιμές.
Σε αυτό το πλαίσιο οι εξαγωγές ρωσικού αργού παρέμειναν σταθερές τον Μάιο στα 5,4 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα (bpd), αλλά οι αποστολές διυλισμένων προϊόντων υποχώρησαν κατά 155.000 bpd, σε σύγκριση με τον Απρίλιο, στα 2,4 εκατομμύρια bpd.
«Με τις υψηλότερες τιμές αργού και των προϊόντων παγκοσμίως, τα έσοδα από τις εξαγωγές πετρελαίου της Ρωσίας εκτιμάται ότι αυξήθηκαν κατά 1,7 δισεκατομμύρια δολάρια τον Μάιο σε περίπου 20 δισεκατομμύρια δολάρια», ανέφερε η Διεθνής Υπηρεσία Ενέργειας στη μηνιαία έκθεσή της.
Παρά τις κυρώσεις, η ΕΕ παρέμεινε ο κύριος προορισμός για τις ρωσικές εξαγωγές καυσίμων τον περασμένο μήνα, με 43%, ακολουθούμενη από την Κίνα με λίγο περισσότερο από το ένα τέταρτο.
Οι εισαγωγές ρωσικού πετρελαίου και καυσίμων από την Κίνα αυξήθηκαν κατά σχεδόν 250.000 βαρέλια ημερησίως τον Μάιο, ξεπερνώντας τα 2 εκατομμύρια bpd για πρώτη φορά, με την Ινδία να καταλαμβάνει τη θέση της Γερμανίας ως ο νούμερο δύο προορισμός για ρωσικές αποστολές τους τελευταίους μήνες.
Στο μεταξύ ο Ρώσος υπουργός Οικονομικών Μαξίμ Ρεσέτνικοφ δήλωσε σήμερα ότι το τρέχον οικονομικό έτος η ύφεση στη Ρωσία θα είναι σημαντικά λιγότερο βαθιά σε σχέση με προηγούμενες εκτιμήσεις.
«Μπορούμε να πούμε ότι ο πληθωρισμός (στη Ρωσία) θα πρέπει σαφώς να είναι πιο χαμηλός από τις εκτιμήσεις…Είναι πολύ πιθανό ότι θα εξετάσουμε τα στοιχεία του Μαΐου και το βάθος της πτώσης ενδέχεται να είναι λίγο πιο χαμηλό από αυτό που νομίζαμε», δήλωσε ο Ρεσέτνικοφ.
Η Κεντρική Τράπεζα της Ρωσίας την περασμένη εβδομάδα μείωσε το βασικό επιτόκιο στο επίπεδο που ήταν προ κρίσης, στο 9,5% και άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο για περαιτέρω μείωση καθώς ο πληθωρισμός κατέγραψε επιβράδυνση.