Το ράλι κερδών 10,7% του δείκτη S&P 500, που ξεκίνησε από τα χαμηλά του Ιουνίου, φαίνεται πλέον ότι βρίσκεται σε κίνδυνο, καθώς πλησιάζουμε στον Σεπτέμβριο, τον μήνα που είναι ιστορικά ο δυσκολότερος για την αμερικανική χρηματιστηριακή αγορά, προκαλώντας ανησυχία σε διαχειριστές κεφαλαίων για ενδεχόμενο sell off μέσα στο φθινόπωρο, σύμφωνα με το Reuters.
Όπως αναφέρει το ειδησεογραφικό πρακτορείο, ο S&P 500 βρίσκεται σε bear market από τότε που υποχώρησε κατακόρυφα στις αρχές του τρέχοντος έτους, καθώς οι επενδυτές αξιολόγησαν την πιθανότητα επιθετικών αυξήσεων των επιτοκίων από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα, ωστόσο ο δείκτης έχει σημειώσει ισχυρή άνοδο από τον Ιούνιο, ανακτώντας τις μισές απώλειες του για το έτος.
Αυτή η ανάκαμψη έχει τροφοδοτηθεί από τον συνδυασμό ισχυρών κερδών μεγάλων εταιρειών και ενδείξεων ότι ο πληθωρισμός μπορεί να είχε κορυφωθεί, επιτρέποντας ενδεχομένως στη Fed να επιβραδύνει τις αυξήσεις των επιτοκίων.
Ωστόσο καθώς οι επενδυτές και οι μέτοχοι επιστρέφουν από τις καλοκαιρινές τους διακοπές, ορισμένοι ανησυχούν για μια ταραχώδη πορεία τον Σεπτέμβριο, λόγω των εποχικών ανησυχιών και της νευρικότητας σχετικά με τον ρυθμό των αυξήσεων της Fed και τις οικονομικές επιπτώσεις τους.
Ο S&P 500 υποχώρησε σχεδόν 3,4% την Παρασκευή, καθώς ο πρόεδρος της Fed Τζερόμ Πάουελ επανέλαβε τη δέσμευση της κεντρικής τράπεζας να τιθασεύσει τον πληθωρισμό παρά την πιθανή ύφεση.
«Αυτό είναι το ατυχές κόστος της μείωσης του πληθωρισμού. Αλλά μια αποτυχία αποκατάστασης της σταθερότητας των τιμών θα σήμανε πολύ μεγαλύτερο πόνο», είπε ο Πάουελ σε ομιλία του στο οικονομικό συμπόσιο του Jackson Hole στο Ουαϊόμινγκ.
Ο Σεπτέμβριος αποτελεί συνήθως μήνα πτώσης για το χρηματιστήριο, διότι οι διαχειριστές κεφαλαίων τείνουν να πωλούν μετοχές με χαμηλή απόδοση καθώς πλησιάζει το τέλος του τρίτου τριμήνου, σύμφωνα με το Stock Trader's Almanac.
«Είχαμε μια εκπληκτική πορεία και δεν θα σοκαριζόμουν αν η αγορά δεχτεί ένα χτύπημα εδώ», δήλωσε ο Τζακ Τζανασίεβιτς, lead portflolio strategist στη Natixis Investment Management Solutions.
O S&P 500 θα μπορούσε να υποχωρήσει έως και 10% τον Σεπτέμβριο, καθώς οι επενδυτές κινούνται με βάση την πιθανότητα ότι η Fed δεν θα αρχίσει να μειώνει τα επιτόκια όσο νωρίτερα ήλπιζαν ορισμένοι, σύμφωνα με τον Τζανασίεβιτς.
Ο Σεπτέμβριος είναι ο χειρότερος μήνας για τον S&P 500 από το 1945, διαχρονικά, με τον δείκτη να σημειώνει άνοδο μόνο στο 44% κατά τη διάρκεια αυτής της χρονικής περιόδου, τη μικρότερη από κάθε μήνα, σύμφωνα με στοιχεία της CFRA. Ο S&P 500 καταγράφει μέση απώλεια 0,6% τον Σεπτέμβριο, τη χειρότερη για κάθε μήνα.
Ο δείκτης έχει ετήσια πτώση 14,8% μέχρι στιγμής και βρίσκεται σε bear market, φτάνοντας τον Ιούνιο στο χαμηλότερο επίπεδο από τον Δεκέμβριο του 2020, αφού η Fed ανακοίνωσε τη μεγαλύτερη αύξηση επιτοκίων από το 1994.
Ο κύριος από τους λόγους για τους οποίους υπάρχουν ζοφερές προοπτικές είναι η πεποίθηση ότι η Fed θα συνεχίσει να αυξάνει τα επιτόκια και θα τα διατηρήσει πάνω από «ουδέτερα» για περισσότερο από ό,τι ανέμεναν οι αγορές πριν μια βδομάδα, επιβαρύνοντας την καταναλωτική ζήτηση και την αγορά κατοικίας.
Η συνεδρίαση της Ομοσπονδιακής Επιτροπής Ανοικτής Αγοράς (FOMC) στις 20-21 Σεπτεμβρίου θα προκαλέσει επίσης αστάθεια κατά τη διάρκεια του μήνα, οδηγώντας τον S&P 500 να πέσει κοντά στα χαμηλά του Ιουνίου, όπως δήλωσε ο Σαμ Στόβαλ, επικεφαλής επενδυτικής στρατηγικής της CFRA. Σύμφωνα με τον οποίο πάντως, το ισχυρό ράλι από τον Ιούνιο υποδηλώνει ότι ο δείκτης θα συνεχίσει να ανακάμπτει μέχρι τον Δεκέμβριο.
Ενώ οι διαχειριστές κεφαλαίων στο σύνολό τους παραμένουν «bearish», η αναλογία «ταύροι-αρκούδες» έχει βελτιωθεί από τον Ιούλιο, μειώνοντας την πιθανότητα μεγάλων κερδών τους επόμενους μήνες, σύμφωνα με έρευνα της Bank of America, που δόθηκε στη δημοσιότητα στις 16 Αυγούστου. Οι τραπεζικοί πελάτες ήταν net sellers μετοχών την περασμένη εβδομάδα για πρώτη φορά σε οκτώ εβδομάδες, γεγονός πως υποδηλώνει πως οι επενδυτές αναπτύσσονται πλέον πιο αμυντικά, όπως ανέφερε η BofA.
Ταυτόχρονα, η χρήση μόχλευσης από τα αμοιβαία κεφάλαια αντιστάθμισης κινδύνου -ένας δείκτης της προθυμίας τους να αναλάβουν ρίσκο- έχει σταθεροποιηθεί από τον Ιούνιο και βρίσκεται κοντά στο χαμηλότερο επίπεδο από τον Μάρτιο του 2020, σύμφωνα με την Goldman Sachs.
«Οι επενδυτές μπορεί να εναλλάσσονται σε μετοχές τεχνολογίας και σε άλλες αναπτυσσόμενες μετοχές που μπορούν να πάρουν μερίδιο αγοράς παρά την οικονομική επιβράδυνση», δήλωσε η Τίφανι Γουέιντ, ανώτερη διευθύντρια χαρτοφυλακίου στην Columbia Threadneedle Investments.