Αν είναι κάτι που έγινε απαιτητό στα χρόνια της ελληνικής κρίσης ήταν η αύξηση της εξωστρέφειας των ελληνικών επιχειρήσεων. Το μεγάλο κέρδος της δεκαετίας 2010 - 2020 ήταν η έξοδος των ελληνικών επιχειρήσεων από τα σύνορα της χώρας, είτε με εξαγωγές, είτε με τη δημιουργία μονάδων παραγωγής και θυγατρικών στο εξωτερικό. Το αποτέλεσμα δεν ήρθε μόνο από την ανάγκη αύξησης των μεγεθών, αλλά και από την αδυναμία ή τον κορεσμό της εσωτερικής αγοράς για κάποια πολλά χρόνια να απορροφήσει την παραγωγή και να δημιουργήσει αυξητικούς ρυθμούς στην κερδοφορία των επιχειρήσεων.
Η παγκοσμιοποίηση άνοιξε πόρτες σε αγορές που οι ελληνικές εισηγμένες αξιοποίησαν για την αύξηση των μεγεθών τους. Αν και οι περισσότερες από αυτές τις προσπάθειες ήταν πετυχημένες δεν έλειψαν και οι αστοχίες που είτε οφείλονται σε γεωπολιτικούς παράγοντες, είτε σε επιδείνωση των επιμέρους οικονομικών συνθήκων (νόμισμα, πολιτική κατάσταση, ρυθμιστικό πλαίσιο ή απλά μια κακοκαιρία) που επέδρασσαν αρνητικά στην πορεία της εξέλιξης των μεγεθών. Το πλεονέκτημα των ελληνικών επιχειρήσεων είναι ότι στέκονται κάπου στην μέση του χάρτη: Από τη μία πλευρά υπάρχει η δυνατότητα εξαγωγών στην Ευρωπαϊκή Ένωση χωρίς δασμούς αλλά με μεγάλο ανταγωνισμό από ώριμες και εδραιωμένες επιχειρήσεις και από την άλλη πλευρά οι αγορές της Αφρικής και της Ασίας με μεγαλύτερο περιθώριο κέρδους και ρίσκο.
Το 2021 ήρθε η ώρα να κάνουμε ταμείο για αυτή την προσπάθεια αλλαγής του σταδιακά παρατηρείται και το αποτέλεσμα μπορεί να θεωρηθεί ικανοποιητικό. Από τις 150 εισηγμένες εταιρίες της Κύριας Αγοράς (εξαιρούνται οι τράπεζες αν και έχουν εισόδημα από το εξωτερικό) οι 96 έχουν έστω και ένα ευρώ στον κύκλο εργασιών τους το οποίο προέρχεται εκτός Ελλάδας. Από τα 49,4 δισ. ευρώ που πραγματοποιούν οι 96 εταιρίες τα 24,3 δις ευρώ αφορούν πωλήσεις που τιμολογούνται εκτός Ελλάδας δηλαδή σχεδόν η μισή δραστηριότητα.
Οι 20 πρώτες εταιρίες κάνουν από το 60 έως το 98% του τζίρου τους στο εξωτερικό ενώ με λίγη διάθεση ψαξίματος προκύπτει ότι το μέγεθος αυτό θα μπορούσε να είναι πολύ μεγαλύτερο αφού σε δεύτερο χρόνο στην εσωτερική αγορά μεσολαβούν μεταποιητές για να πουληθεί το τελικό προϊόν στο εξωτερικό. Επίσης σε ομήλικό επίπεδο κάποιοι κλάδοι εντάσεως κεφαλαίου, κυρίως στην λιανική, λειτουργούν παραμορφωτικά μειώνοντας την συνεισφορά των εξαγωγών στην τελική εικόνα.
Για τις εταιρίες που δημιούργησαν βάσεις και υποδομές η αύξηση της δραστηριότητας στο εξωτερικό δίνει περισσότερες επιλογές και αυξάνει την αναγνωρισιμότητά τους. Ειδικά το τελευταίο κομμάτι δεν είναι άσχετο με την χρηματιστηριακή τους πορεία. Πόσο μάλλον όταν η ανάγκη γρήγορης μεγέθυνσης πλέον γίνεται μέσω διασυνοριακών εξαγορών και συγχωνεύσεων. Καλά είναι τα «local stories» αλλά το διεθνές αποτύπωμα σίγουρα βοηθάει περισσότερο στην προσέλκυση περισσότερων και ποιοτικότερων επενδυτών.
Οι 50 εισηγμένες με τις μεγαλύτερες εξαγωγές ως ποσοστό των ενοποιημένων πωλήσεων τους
Πηγή: Beta Χρηματιστηριακή