Η φετινή χρονιά άρχισε με την πεποίθηση ότι ο πληθωρισμός θα υποχωρούσε και ότι η Fed θα διατηρούσε τα επιτόκια χαμηλά. Μετά όμως ήρθε το άγριο ξύπνημα.
Δύο από τους πιο ηχηρούς «ταύρους» της Wall Street ήταν σίγουροι για ένα πράγμα στο ξεκίνημα του 2022, ότι η Fed θα ακολουθούσε πολύ ήπια τακτική στο σχέδιό της να αυξήσει το κόστος χρήματος παρά το γεγονός ότι ο πληθωρισμός είχε ήδη χτυπήσει υψηλό 40ετίας. Αυτό που πίστευαν ήταν ότι οι αυξήσεις επιτοκίων θα έρχονταν σε πολύ μικρές δόσεις που θα άφηναν τις αγορές πρακτικά αδιάφορες.
Ο Marko Kolanovic, επικεφαλής ανάλυσης στη JPMorgan προέβλεπε κούρσα με τον δείκτη S&P500 να σκαρφαλώνει στις 5.050 μονάδες μέχρι το τέλος της χρονιάς. Ο συνάδελφος του John Stoltzfus στον οίκο Οppenheimer ήταν ακόμη πιο αισιόδοξος, προβλέποντας τις 5.330.
Και οι δύο, υψηλού προφίλ αναλυτές, έπεσαν έξω πάνω από 1.000 μονάδες. Δεν ήταν οι μόνοι. Πολλά από τα πιο δυνατά μυαλά στις αγορές μετοχών και ομολόγων απέτυχαν να προβλέψουν το πόσο η έξαρση του πληθωρισμού θα έφερνε τα πάνω κάτω στον κόσμο των επενδύσεων το 2022. Δεν εκτίμησαν σωστά τη γρήγορη και επιθετική αντίδραση της Fed που θα προκαλούσε τη χειρότερη συνδυασμένη πτώση σε μετοχές και ομόλογα από τη δεκαετία του 1970.
Κατά μέσο όρο τα αμοιβαία κεφάλαια ενεργητικής διαχείρισης στις ΗΠΑ έχασαν 19% το 2022. Τα hedge funds σφυροκοπήθηκαν επίσης. Στο χώρο των ομολόγων η μέση απώλεια ήταν της τάξης του 12%.
Ένα 40ετες bull market μπορεί να προκαλέσει περίεργα πράγματα, όπως πεποιθήσεις που δύσκολα σβήνονται. Από τη δεκαετία του 1980 επενδυτές, αναλυτές και traders είχαν εθιστεί στο λεγόμενο Fed put, την πεποίθηση ότι η κεντρική τράπεζα θα ήταν πάντα εκεί για να στηρίξει τις αγορές σε περιόδους αναταράξεων, με το να αναβάλλει αυξήσεις επιτοκίων ή με το να τα μειώνει. Το συμπέρασμα ήταν οτι έπρεπε να αγοράζεις στη διόρθωση.
Το αξίωμα του «Fed put» γεννήθηκε μετά την τελευταία έξαρση του πληθωρισμού στις ΗΠΑ. Αφού σταθεροποιήθηκαν οι τιμές καταναλωτή στα μέσα της δεκαετίας του 1980, οι κεντρικές τράπεζες μπορούσαν πλέον να εστιάσουν στη στήριξη της ανάπτυξης που κατά συνέπεια προσέφερε δυναμική στις μετοχές και στα ομόλογα.
Το ότι το «Fed put» πέθανε στη φάση υψηλού πληθωρισμού που διανύουμε δεν έχει γίνει πλήρως αποδεκτό από πολλούς traders. Φαίνεται εξάλλου από τις προσδοκίες τους για μεταστροφή της Fed από την πολιτική των μεγάλων επιτοκιακών αυξήσεων προς μειώσεις επιτοκίων για να αποφευχθεί μια ύφεση. Αυτό εξηγεί και τα σύντομης διάρκειας ράλι που ξεθωριάζουν όποτε ο επικεφαλής της Fed επαναλαμβάνει ότι τα υψηλά επιτόκια θα διατηρηθούν μέχρις ότου ελεγχθεί αποτελεσματικά ο πληθωρισμός.
Δεν είναι ότι η Fed υπήρξε αλάνθαστη. Το 2020 και για μεγάλο μέρος του 2021 δήλωνε σίγουρη ότι η έξαρση του πληθωρισμού θα ήταν παροδική και θα αποκλιμακωνόταν από μόνη της. Οι προβλέψεις της ενίσχυαν την πεποίθηση των επενδυτών ότι η εποχή των χαμηλών επιτοκίων θα είχε συνέχεια.
Τον Ιούνιο του 2021 οι αγορές προέβλεπαν ότι ο πληθωρισμός θα υποχωρούσε στο 3% το επόμενο 12μηνο και ότι η Fed θα αύξανε το παρεμβατικό της επιτόκιο στο 0,4% μόνο προς το τέλος του 2022. Ήταν μεγάλο λάθος. Ο πληθωρισμός ξέφυγε στο 9% και η Fed ανέβασε το επιτόκιο της στο 4%, πυροδοτώντας την αναστάτωση στις αγορές.
Σήμερα, με τους επενδυτικούς οίκους να δημοσιοποιούν τις προβλέψεις τους για την επόμενη χρονιά, το consensus στον χώρο των strategists δείχνει κάτι που είχε να συμβεί από το 1999, ότι ο S&P 500 θα σημειώσει ετήσια πτώση. Ο strategist της Citigroup είχε προβλέψει τέτοια εποχή πέρυσι ότι ο S&P 500 θα έκλεινε το 2022 πάνω από τις 5.000 μονάδες. Τώρα προβλέπει τις 4.000 μονάδες στο τέλος της επόμενης χρονιάς, επισημαίνοντας ότι θα είναι δυσκολότερο να σημειωθούν κέρδη.
Ο Kolanovic στη JPMorgan έχει γυρίσει πιο απαισιόδοξος για τις μετοχές. Η ομάδα του προβλέπει τις 4.200 μονάδες, ενώ ο συνάδελφος του στην Oppenheimer τις 4.400 μονάδες.
«Πιστεύουμε ότι το φως στην άκρη του τούνελ δεν είναι οι προβολείς μιας αμαξοστοιχίας που έρχεται καταπάνω μας αλλά το φως του ήλιου», σχολίασε στο Bloomberg.