Ως θετικές κρίνει τις προοπτικές για την ανάπτυξη του ηλεκτρονικού εμπορίου στην Ελλάδα μέσα στο 2023 ο επικεφαλής του Εργαστηρίου Ηλεκτρονικού Εμπορίου και Επιχειρείν (ELTRUN) του Τμήματος Διοικητικής Επιστήμης και Τεχνολογίας στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Γιώργος Δουκίδης.
Σε συνέντευξή του στο Liberal και τον δημοσιογράφο Χρήστο Θ. Παναγόπουλο, ο κ. Δουκίδης επισημαίνει την ανάγκη να μετατραπεί η χώρα σε περιφερειακό logistics hub, με σκοπό τη διεθνοποίηση του ηλεκτρονικού εμπορίου.
Παράλληλα, εκτιμά πως οι λιανεμπορικές εταιρείες θα πρέπει να ανταποκριθούν δυναμικά στις αναδυόμενες απαιτήσεις των online καταναλωτών, καθώς το προφίλ των τελευταίων έχει στο εξής διττή υπόσταση, οδηγώντας στον phygital (σ.σ. συνδυασμός αγορών με φυσικό και ηλεκτρονικό τρόπο) καταναλωτή.
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της συνέντευξης:
Κύριε Δουκίδη, σε τι στάδιο βρίσκεται το ηλεκτρονικό εμπόριο στη χώρα μας και ποιες οι προοπτικές του;
Το ηλεκτρονικό εμπόριο B-C αναπτύχθηκε εξαιρετικά εν μέσω της πανδημίας και ξεπέρασε τα 15 δισ. ευρώ το 2022 με πάνω από 30. 000 ελληνικές επιχειρήσεις να έχουν οργανωμένο ψηφιακό κανάλι πώλησης. Σε αυτό το ποσό δεν περιλαμβάνονται οι online αγορές υπηρεσιών τζόγου (π.χ. τυχερά παιχνίδια, καζίνο, λαχεία κλπ.) όπου ο περσινός τζίρος σε διαδικτυακά τυχερά παιχνίδια ξεπέρασε τα 20 δισ. ευρώ. Το ενδιαφέρον είναι ότι η θετική προοπτική για το ηλεκτρονικό εμπόριο παραμένει πάρα την έξοδο από τα lockdown. Για παράδειγμα, οι επαναλαμβανόμενες έρευνες καταναλωτών του ΙΕΛΚΑ καταγράφουν εδώ και 9 μήνες ότι οι συστηματικοί online αγοραστές (που κάνουν online αγορές τουλάχιστον κάθε δύο εβδομάδες) σταθεροποιήθηκαν στο 35% του ενεργού πληθυσμού.
Παράλληλα η Convert ανακοίνωσε πρόσφατα ότι οι πραγματικές πωλήσεις ηλεκτρονικές εμπορίου το 2022 για τα προϊόντα σούπερ-μάρκετ αυξήθηκαν κατά 5% ενώ για τα προϊόντα φαρμακείου (εκτός φαρμάκου) αυξήθηκαν κατά 13%. Θεωρώ ότι οι προοπτικές για το 2023 είναι θετικές, εφόσον οι εμπορικές εταιρίες προσφέρουν αυτό που αναζητούν οι online καταναλωτές - δηλαδή διαθεσιμότητα προϊόντων, λογικές τιμές και άμεση εξυπηρέτηση.
Σε επίπεδο επενδύσεων παρατηρούμε business plans στα logistics και μέσω έργων διασύνδεσης με τα λιμάνια η χώρα μετατρέπεται σε logistics hub. Πώς ευνοεί αυτό το περιβάλλον το ηλεκτρονικό εμπόριο;
Πράγματι, το τελευταίο διάστημα βλέπουμε σημαντικές επενδύσεις και εξαγορές στο χώρο των logistics. Σίγουρα αυτή η κινητικότητα θα επηρεάσει άμεσα ή έμμεσα και το ηλεκτρονικό εμπόριο αφού τα κόστη μεταφορών, λόγω της ειδικής γεωγραφίας της χώρας, είναι από τα πιο ουσιώδη στο ηλεκτρονικό εμπόριο.
Οποιεσδήποτε εκσυγχρονιστικές επενδύσεις για αξιοποίηση του σιδηροδρόμου, για μεταφορά προϊόντων εντός της χώρας, θα μειώσει τα κόστη. Συνεργατικά μοντέλα και ευέλικτες υποδομές φύλαξης - διακίνησης προϊόντων θα βοηθήσουν τα logistics του ηλεκτρονικού εμπορίου στα μεγάλα αστικά κέντρα και ειδικά του quick commerce.
Η μετατροπή της χώρας σε περιφερειακό logistics hub θα βοηθήσει τη διεθνοποίηση του ηλεκτρονικού εμπορίου υποστηρίζοντας τις εξαγωγές των ελληνικών εταιρειών λόγω της μείωσης του κόστους μεταφοράς, αλλά και αυξάνοντας τον ανταγωνισμό από τις πιο εύκολες εισαγωγές για τον ίδιο λόγο.
Το ενδιαφέρον θα ήταν να προσελκύσουμε, ιδιαίτερα στη Βόρεια Ελλάδα, περιφερειακά κέντρα logistics μεγάλων διεθνών ηλεκτρονικών καταστημάτων με πιθανή υποδομή για συναρμολόγηση, και στόχο την εξυπηρέτηση γειτονικών βαλκανικών χωρών.
Τι πιστεύετε πως πρέπει να αλλάξει σε θεσμικό και νομικό επίπεδο για να προσελκύσουμε στη χώρα μας επενδύσεις στο ηλεκτρονικό εμπόριο. Ποιες οι προτάσεις σας;
Το απλό μεταπρακτικό ηλεκτρονικό εμπόριο φυσικών προϊόντων δύσκολα μεταφέρεται ως δραστηριότητα από μια χώρα προέλευσης σε μια άλλη, άρα είναι δύσκολο να προσελκύσουμε σε αυτό το τομέα επενδύσεις στη χώρα μας λόγω του μικρού μεγέθους της τοπικής αγοράς, πέρα από μεγάλες αποθηκευτικές υποδομές και κέντρα συναρμολόγησης τελικών προϊόντων όπως τα ανέφερα πριν.
Η προσέλκυση αυτών των περιφερειακών κέντρων επηρεάζεται απο το κατά πόσο εύκολα μπορεί να γίνει η μεταφορά των τελικών προϊόντων σε γειτονικές χώρες. Άρα χρειαζόμαστε σύγχρονες σιδηροδρομικές υποδομές. Στο κλάδο όμως των υπηρεσιών η κατάσταση είναι διαφορετική αφού το διαδίκτυο χρησιμοποιείται και ως κανάλι ψηφιακής μεταφοράς των υπηρεσιών.
Άρα ο στόχος είναι να προσελκύσουμε τη δημιουργία κέντρων έρευνας και ανάπτυξης ψηφιακών υπηρεσιών (για παράδειγμα λογισμικό) και από εδώ να προωθούνται και μεταφέρονται αυτές οι υπηρεσίες σε όλο το κόσμο. Υπάρχουν ήδη μέτρα προσέλκυσης αυτών των ξένων επενδύσεων με ικανοποιητικά αποτελέσματα, νομίζω όμως ότι ο πιο κρίσιμος παράγοντας προσέλκυσης είναι το υψηλής ποιότητας ανθρώπινο δυναμικό ειδικά με σοβαρές ψηφιακές δεξιότητες. Βέβαια να μη ξεχάσουμε ότι αυτό μπορεί να αξιοποιηθεί και από δυναμικές ελληνικές επιχειρήσεις.
Ας μη ξεχνάμε ότι η Peoplecert η πρώτη ελληνική καινοτόμος εταιρία unicorn προσφέρει τις υπηρεσίες πιστοποίησης μέσω Internet από την Αθήνα σε πάνω από 150 χώρες διεθνώς. Κάτι αντίστοιχο κάνει η VIVA με τις υπηρεσίες ψηφιακών πληρωμών που προσφέρει σε πάνω από 20 Ευρωπαϊκές χώρες. Άρα ενισχύσεις θα πρέπει να δοθούν ιδιαίτερα σε αυτές τις δυναμικές Ελληνικές startup με έδρα τη χώρα μας που έχουν τη δυνατότητα να αξιοποιούν το μοντέλο ηλεκτρονικού επιχειρείν για να προσφέρουν ψηφιακά τις υπηρεσίες τους διεθνώς.
Σε πρόσφατη εκδήλωση στο ΕΒΕΑ για το λιανεμπόριο είχατε τοποθετηθεί σχετικά με τον Phygital καταναλωτή στο πλαίσιο της σχετικής έρευνας που είχε διενεργήσει η Focus Bari. Πώς και σε τι βαθμό πιστεύετε ότι αλλάζει το προφίλ του Έλληνα καταναλωτή στο πλαίσιο του εν εξελίξει ψηφιακού μετασχηματισμού;
Η μελέτη αυτή είναι πολύ ενδιαφέρουσα, γιατί καταγράφει τη ανοδική τάση του ηλεκτρονικού εμπορίου, όπου πλέον σε κάποιες κατηγορίες προϊόντων οι αγορές από το διαδίκτυο ξεπερνούν σε αξία αυτές από το φυσικό δίκτυο. Σε αυτό το αναδυόμενο phygital εμπόριο υπάρχουν τρεις ενδιαφέρουσες νέες κατηγορίες εμπόρων που παίζουν ήδη σημαντικό ρόλο: επώνυμα eshop χωρίς φυσικά καταστήματα και άρα χαμηλά κοστολόγια, ηλεκτρονικές αγορές με ολοκληρωμένες υπηρεσίες σε μικρούς παραγωγούς/εμπόρους και μεγάλη δύναμη λόγω της υψηλής επισκεψιμότητας και των οικονομιών κλίμακος που έχουν, και ανταγωνιστικά eshop της επαρχίας που πωλούν δυναμικά στα μεγάλα αστικά κέντρα.
Σε αυτό το νέο αγοραστικό περιβάλλον οι καταναλωτές έχουν δύναμη γιατί χρησιμοποιούν εκτενώς τις μηχανές αναζήτησης για εύρεση προϊόντων και σύγκριση τιμών. Οι λιανεμπορικές εταιρείες θα πρέπει να ανταποκριθούν δυναμικά στις αναδυόμενες απαιτήσεις των online καταναλωτών αναλύοντας και κατανοώντας τα πολλά διαθέσιμα δεδομένα που είναι πλέον διαθέσιμα για την αγοραστική συμπεριφορά και να προωθήσουν προγράμματα loyalty με βάση το τρόπο/χρόνο παράδοσης προϊόντων.
Στη διάθεση των online καταστημάτων υπάρχουν πλέον πραγματικά δεδομένα αγορών συγκρινόμενα με κλαδικά δεδομένα και θα πρέπει να αξιοποιούνται από τους παραγωγούς και λιανέμπορους για πιο εξατομικευμένες υπηρεσίες και ανταγωνιστικές στρατηγικές.
Πόσο καλά προετοιμασμένο είναι πλέον το ελληνικό επιχειρείν σε ό,τι αφορά το ηλεκτρονικό εμπόριο; Υπάρχει επαρκής κατάρτιση κι αν όχι ποια βήματα πιστεύετε ότι πρέπει να γίνουν;
Το ηλεκτρονικό εμπόριο απαιτεί τεχνολογικές επενδύσεις, συνεχή λειτουργία 24/7 και νέες δεξιότητες ιδιαίτερα στη ανάλυση δεδομένων. Αυτό κοστίζει και δεν μπορούν να το αναλάβουν από μόνα τους τα μικρά εμπορικά. Για το λόγο αυτό χρειάζεται να προσφέρονται ολοκληρωμένες υπηρεσίες επιχειρηματικής οργάνωσης (με μοντέλο πληρωμής as a service) από τους προμηθευτές και όχι η απλή προσφορά τεχνολογικών λύσεων σαν black box. Άρα δεν αρκεί η απλή χρηματοδότηση από την πολιτεία μιας αρχικής αγοράς της τεχνολογικής λύσης αλλά να επιδοτηθεί η χρήση υπηρεσιών για κάποιο διάστημα.
Κάποιο ρόλο στην ενημέρωση μπορούν να διαδραματίσουν οι εμπορικοί σύλλογοι και τα επιμελητήρια, ενώ τα Πανεπιστήμια θα πρέπει να εμπλακούν πιο ενεργά και να προσφέρουν online μαζικά προγράμματα εκπαίδευσης. Για παράδειγμα, στο εργαστήριό μας ELTRUN του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών έχουμε εκπαιδεύσει τα τελευταία 20 χρόνια πάνω από 4.000 στελέχη του ηλεκτρονικού εμπορίου ενώ τώρα συμμετέχουμε σε μια πανελλήνια πρωτοβουλία μεγάλου τηλεπικοινωνιακού οργανισμού για εκπαίδευση στα ψηφιακά εργαλεία των μικρών επιχειρήσεων.
Τέλος, η πολιτεία θα πρέπει να δώσει έμφαση στην υιοθέτηση του ηλεκτρονικού εμπορίου μεταξύ επιχειρήσεων (B-B) κυρίως με την ηλεκτρονικοποίηση των εμπορικών εγγράφων και την οργάνωση κλαδικών ηλεκτρονικών αγορών και πλειστηριασμών για τις προμήθειες.
Είναι ενθαρρυντικό που πλέον ξεκίνησε δειλά η πρωτοβουλία της ηλεκτρονικής τιμολόγησης από τα Υπουργεία Οικονομικών και Ψηφιακής Στρατηγικής, ενώ με την εμπλοκή της ΑΑΔΕ θα πρέπει να προχωρήσουμε στην υποχρεωτική ηλεκτρονική τιμολόγηση, όπως στην Ιταλία, με εξαιρετικά αποτελέσματα για την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων και την πάταξη της φοροδιαφυγής.