Με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να ετοιμάζεται να μειώσει την παρουσία της στην αγορά ομολόγων, οι τράπεζες παίρνουν τη σκυτάλη ως οι μεγάλοι αγοραστές χρέους στην ευρωζώνη, εκμεταλλευόμενες την άνοδο των επιτοκίων.
Φέτος, οι κυβερνήσεις των 20 χωρών του ευρώ θα χρειαστούν αγοραστές του ιδιωτικού τομέα για να απορροφηθούν γύρω στα 400 δισ. ευρώ νέου χρέους.
Οι χρηματοδοτικές τους ανάγκες παραμένουν υψηλές λόγω του ενεργειακού σοκ μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Η ΕΚΤ, ένας τεράστιος αγοραστής ομολόγων τα τελευταία χρόνια, σύντομα θα αρχίσει να μειώνει την ποσότητα ομολόγων που διακρατεί στον ισολογισμό της, που έχει διογκωθεί στα 8 τρισ. ευρώ, στα πλαίσια της μάχης ενάντια στον πληθωρισμό.
Για χρόνια οι εντατικές αγορές ομολόγων από τις κεντρικές τράπεζες διατηρούσαν τα κόστη δανεισμού και τη μεταβλητότητα σε χαμηλά επίπεδα. Το ερώτημα σήμερα είναι ποιος θα αναπληρώσει το κενό που θα δημιουργηθεί από την πιο περιορισμένη παρουσία της ΕΚΤ στην αγορά.
Φέτος οι πωλήσεις ομολόγων σε τελικούς επενδυτές δείχνουν ότι τα treasuries των τραπεζών αγοράζουν μεγάλο κομμάτι των ομολόγων συγκεκριμένων χωρών καθώς τα αυξημένα επιτόκια τα καθιστούν πιο ελκυστικά. Οι προτιμητέες διάρκειες είναι τα ομόλογα που λήγουν έως τα 10 χρόνια, αλλά η ζήτηση είναι τέτοια πλέον που οι τράπεζες είναι οι κύριοι αγοραστές χρεογράφων ακόμη μεγαλύτερης διάρκειας.
Οι τράπεζες ήταν οι top αγοραστές του 7ετους ομολόγου που εξέδωσε η Ευρωπαϊκή Ένωση τον Φεβρουάριο, απορροφώντας το 50%, όπως και το 35% ενός 20ετούς ομολόγου. Οι τράπεζες ήταν οι αγοραστές που απορρόφησαν το 30% ενός 30ετους ομολόγου που εκδόθηκε από τη βελγική κυβέρνηση τον Φεβρουάριο σε σύγκριση με 10% πριν ένα χρόνο.
Η «λίμνη» των ομολόγων με αρνητικές αποδόσεις στη ζώνη του ευρώ, που τον Ιανουάριο του 2022 ανερχόταν γύρω στο 50% του συνόλου, έχει εξαφανιστεί μετά την άνοδο των επιτοκίων. Σε όλη την Ευρώπη οι αποδόσεις των ομολόγων βρίσκονται σε υψηλά πολλών ετών - στο 2,64% το γερμανικό 10ετες, στο 3,11% το αντίστοιχο γαλλικό και στο 2,96% το ολλανδικό 10ετες ομόλογο.
Η μη αναμενόμενη επιτάχυνση του πληθωρισμού στη Γαλλία και την Ισπανία τον Φεβρουάριο ώθησε τη χρηματαγορά να τιμολογήσει μέχρι και το 4% ως το τελικό επιτόκιο της ΕΚΤ, ενώ στο ξεκίνημα του 2023 η αγορά έβλεπε ότι τα επιτόκια θα κορυφωθούν στο 3,5%.
Οι τράπεζες διακρατούν μετρητά και κρατικά ομόλογα ως μαξιλάρι ρευστότητας για εποπτικούς λόγους. Όταν οι αποδόσεις των ομολόγων αυξάνονται σε σχέση με τα επιτόκια των swap οι τράπεζες έχουν μεγαλύτερο κίνητρο να αγοράζουν ομόλογα αντί να διακρατούν μετρητά.
Το επιτόκιο swap είναι το σταθερό επιτόκιο που πληρώνουν οι επενδυτές για να ασφαλιστούν έναντι επιτοκιακών κινδύνων.
Η ανατιμολόγηση έχει διευρυνθεί πέρα από τα σύνορα της ευρωζώνης με την απόδοση στα 10ετή αμερικανικά Treasuries να προσεγγίζει το 4%, επίπεδο που είχαμε να δούμε από τον Νοέμβριο.
Μόλις πριν τρεις εβδομάδες η αγορά προέβλεπε ότι η ΕΚΤ θα σταματούσε τις αυξήσεις επιτοκίων γύρω στα μέσα της χρονιάς. Η απόδοση στο γερμανικό 10ετές ομόλογο είχε πέσει κάτω από το 2% τον Ιανουάριο ενώ τώρα έχει φτάσει το 2,64%.