Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Η πολυδιαφημισμένη έξοδος του ελληνικού δημοσίου στις αγορές στις 24 του περασμένου Ιουλίου θα αποτελούσε, σύμφωνα με την κυβέρνηση, το πρώτο βήμα της χώρας για την επιστροφή στην κανονικότητα και την ανάκτηση της εμπιστοσύνης των επενδυτών. Γι'' αυτόν το λόγο η αγορά κινήθηκε ανοδικά και οι τράπεζες κατέγραψαν υψηλά στις 14 Ιουλίου, εν αναμονή της έκδοσης.
Τι έχει συμβεί από τότε μέχρι σήμερα; Και μόνο μία ματιά στο ταμπλό του Χρηματιστηρίου της Αθήνας και ειδικότερα στον δείκτη των τραπεζών αρκεί. Οι επενδυτές έχουν «απαντήσει» στο success story της ελληνικής κυβέρνησης με μαζικές ρευστοποιήσεις. Μόλις σε δύο μήνες, οι ελληνικές τράπεζες έχασαν το 30% της αξίας τους, ή 3,56 δισ. ευρώ.
Η συνολική κεφαλαιοποίηση των τεσσάρων συστημικών τραπεζών διαμορφωνόταν σε 11,611 δισ. ευρώ στα υψηλά του Ιουλίου, εν αναμονή της εξόδου του ελληνικού δημοσίου στις αγορές. Σήμερα, η συνολική τους κεφαλαιοποίηση μετά βίας ξεπερνά τα 8 δισ. ευρώ (8,049 δισ. ευρώ).
Σίγουρα δεν ευθύνεται η έξοδος στις αγορές για την πτώση. Τα βασικά ερωτήματα που απασχολούν τους επενδυτές και σχετίζονται τόσο με τις τράπεζες όσο και γενικότερα με την ελληνική οικονομία παραμένουν άλυτα:
- Είναι αναπόφευκτη μια νέα ανακεφαλαιοποίηση;
- Θα υπάρξουν και πάλι καθυστερήσεις στην τρίτη αξιολόγηση επαναφέροντας την αβεβαιότητα;
- Θα φύγει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο από το πρόγραμμα και αν ναι, υπάρχει αξιόπιστη λύση για τη συνέχεια;
Τα ερωτήματα αυτά δεν μπορούν να λυθούν σήμερα και σίγουρα θα μας απασχολήσουν για τους επόμενους μήνες. Όταν τα επικοινωνιακά κόλπα «ξεθωριάζουν» μένει η ουσία και η ουσία είναι ότι μόνο αν εξαλειφθεί πλήρως η αβεβαιότητα για το μέλλον των τραπεζών, οι επενδυτές θα επιστρέψουν και θα χτίσουν θέσεις στο ελληνικό χρηματιστήριο. Το θέμα είναι ότι δεν ανησυχούν μόνο για τα δεδομένα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι τράπεζες με τα «κόκκινα» δάνεια και την ανύπαρκτη ακόμη ανάπτυξη.
Είναι και ο προβληματισμός που σχετίζεται με μία ακόμη αξιολόγηση και την κακή παράδοση που υπάρχει, με τις πολύμηνες καθυστερήσεις και τις παλινωδίες. Αυτή τη φορά, ωστόσο, η αξιολόγηση και η δύσκολη πολιτικά υλοποίηση των προαπαιτούμενων δεν αποτελούν τα μόνα ανοικτά ζητήματα. Το μεγάλο θέμα είναι αυτό του χρέους και η έξοδος από τα μνημόνια. Όσο και αν η κυβέρνηση διατείνεται ότι βασικός στόχος είναι η ολοκλήρωση της αξιολόγησης πριν τα Χριστούγεννα, τα ανοικτά μέτωπα είναι πολλά και οι παράγοντες που θα καθορίσουν την επόμενη ημέρα δεν εξαρτώνται αποκλειστικά από τις προθέσεις της ελληνικής πλευράς.
Αν η αξιολόγηση κλείσει γρήγορα - κάτι που δεν έχει συμβεί μέχρι σήμερα - τότε αυτό πιθανότατα θα σημαίνει ότι δύο από τα τρία ερωτήματα θα έχουν βρει ή θα πλησιάζουν σε λύση και οι επενδυτές θα έχουν μεγαλύτερη ορατότητα για τράπεζες και οικονομία. Αν υπάρξουν ξανά καθυστερήσεις έως την ερχόμενη άνοιξη, τότε η αβεβαιότητα μπορεί να έχει πολύ σοβαρές επιπτώσεις.
Στο ταμπλό, η κεφαλαιοποίηση της Τρ. Πειραιώς μειώθηκε κατά 974 εκατ. ευρώ, της Eurobank κατά 731 εκατ. ευρώ, της Εθνικής Τράπεζας κατά 933 εκατ. ευρώ και της Alpha Bank κατά 942 εκατ. ευρώ.