Σε τακτά χρονικά διαστήματα είναι χρήσιμη η εξέταση της συμπεριφοράς μιας μετοχής σε σχέση με το Γενικό Δείκτη. Πως δηλαδή συσχετίζονται η ποσοστιαία μεταβολή των τιμών μιας μετοχής και του Γενικού Δείκτη σε μια δεδομένη περίοδο. Το 2020 ήταν μια χρονιά σημαντικής μεταβλητότητας και όσοι βρέθηκαν με μεγάλες θέσεις σε χαρτιά με υψηλή συσχέτιση στις διακυμάνσεις του Γενικού Δείκτη είδαν αντίστοιχα μεγάλες μεταβολές στην αξία του χαρτοφυλακίου τους.
Για όσους δεν γνωρίζουν τι είναι ο συντελεστής Beta, σχηματικά θα μπορούσε να αναπαρασταθεί ως εξής: Φανταστείτε ότι υπάρχουν τρία τρένα τα οποία κινούνται στην ίδια κατεύθυνση. Και οι τρεις συρμοί ξεκινούν από την ίδια αφετηρία αλλά η κινητήριος δύναμη δίδεται από διαφορετικές μηχανές. Η πρώτη γραμμή είναι για την υπερταχεία, η δεύτερη είναι η συμβατική και δεν δίνει κάποιο σημαντικό πλεονέκτημα, και η τρίτη γραμμή χρησιμοποιεί κάρβουνο και έχει τους μεγαλύτερους χρόνους άφιξης σε κάθε σταθμό.
Ο συντελεστής Beta μας δείχνει πόσο γρήγορα επιταχύνει η κάθε μηχανή κατευθυνόμενη στους επόμενους σταθμούς. Για ένα ριψοκίνδυνο διαχειριστή η απόκτηση μετοχών με υψηλό Beta εξασφαλίζει μεγάλα κέρδη στην άνοδο αλλά προκαλεί αντίστοιχα μεγάλες απώλειες στην πτώση.
Μια μετοχή π.χ. με επιθετικό Beta ίσο με 1,5 σε μια άνοδο του Γενικού Δείκτη 20% θα εμφανίσει απόδοση 30%. Αντίθετα μια μετοχή με δείκτη 0,5 στην ίδια άνοδο θα εμφανίσει κέρδη 10%.
Για όσες μετοχές έχουν συντελεστή ίσο με την μονάδα εννοείται ότι θα έχουν απόδοση που θα εφάπτεται της αγοράς βλέπε συμβατική μηχανή. Αντίθετα όταν ο Γενικός Δείκτης είναι πτωτικός οι ζημιές διογκώνονται όσο μεγαλύτερο από την μονάδα είναι το Beta τους.
Η διαφορά του δείκτη Beta με άλλους παραδοσιακούς δείκτες είναι ότι πρόκειται για δυναμικό δείκτη. Αυτό συμβαίνει διότι οι μετοχές δεν συμπεριφέρονται πάντα με τον ίδιο τρόπο αλλά τείνουν να διαφοροποιούνται ανάλογα με την κερδοφορία τους, την συγκυρία και τον κλάδο που ανήκουν.
Μακροχρόνια οι μετοχές της υψηλής κεφαλαιοποίησης τείνουν να έχουν απόδοση κοντά σε αυτή του Γενικού Δείκτη, να έχουν δηλαδή τιμή κοντά στην μονάδα. Βραχυχρόνια ωστόσο οι διαφοροποιήσεις είναι πολύ πιο διακριτές μεταξύ των εταιρειών που απαρτίζουν τους δείκτες. Επίσης μας λέει κάτι για την ποιότητα των κεφαλαίων που τοποθετούνται στις μετοχές αυτές: Τα επενδυτικά κεφάλαια βραχυπρόθεσμης εμβέλειας αρέσκονται στο να επιλέγουν μετοχές με επιθετική συμπεριφορά εστιάζοντας περισσότερο σε momentum και εμπορευσιμότητα.
Οι τράπεζες στην κορυφή
Στην κορυφή του σχετικού πίνακα έχουμε τις τέσσερις συστημικές τράπεζες, θέσεις που κρατούν με μικρές εναλλαγές συνεχώς από το 2016 και μετά.
Η δυναμική τους έχει περιοριστεί φέτος καθώς ναι μεν παρουσιάζουν υψηλές τιμές, σε σχέση όμως με το παρελθόν η έντονη μεταβλητότητα τους έχει περιοριστεί. Από μια άποψη αυτό είναι θετικό για τις τράπεζες. Κρατώντας όλα τα άλλα στοιχεία που απαρτίζουν το μεσοσταθμικό κόστος κεφαλαίου ίδια (WACC) το χαμηλότερο beta διαμορφώνει χαμηλότερο προεξοφλητικό συντελεστή με αποτέλεσμα η μελλοντική αποτίμηση που προκύπτει από τα μαθηματικά μοντέλα να είναι μεγαλύτερη. Επίσης, η ψαλίδα στις τιμές του beta των τραπεζών έχει κλείσει σε σχέση με τις αρχές του 2016, δείγμα μιας πιο ισόρροπης αντιμετώπισης του κλάδου από την επενδυτική κοινότητα που πιθανώς να περιέχει και στοιχεία δραστηριοποίησης ποιοτικότερων επενδυτών. Η Εθνική Τράπεζα βρίσκεται πλέον στην κορυφή των πιο επιθετικών χαρτιών της Ελληνικής Αγοράς με δείκτη Beta 1,8.
Στην πέμπτη θέση διατηρείται η ΔΕΗ η οποία διατηρεί την δυναμική που είχε σε το 2019 και το 2020. Χαμηλότερα συναντούμε τις μετοχές των ΓΕΚΤΕΡΝΑ, Aegean Airlines, Viohalco και Cenergy. Για τις δύο τελευταίες κάθε χρονιά από το 2016 και μετά εμφανίζει μεγαλύτερη μεταβλητότητα σε σχέση με το Γενικό Δείκτη.
Σημείο αναφοράς στις μετοχές αυτές είναι το ειδικό ρίσκου που έχει η κάθε εταιρεία λόγω των επιμέρους ιδιαιτεροτήτων που έχει ο κλάδος που δραστηριοποιούνται, ο βαθμός μόχλευσης και η ικανότητα παραγωγής κερδών.
Ελληνικά Χρηματιστήρια (ΕΧΑΕ), Ελλάκτωρ και Mytilineos είναι τα χαρτιά τα οποία βρίσκονται πιο κοντά στην απόδοση του Δείκτη, έχουν δηλαδή την μικρότερη απόσταση από την μονάδα και είναι τα πιο πειθαρχημένα στις κατευθύνσεις του Γενικού Δείκτη.
Οι συντηρητικές μετοχές
Την πιο συντηρητική -έως και «αντισυστημική» θα μπορούσε να την χαρακτηρίσει κανείς- συμπεριφορά έχουν οι μετοχές των ΟΛΠ, Σαράντη, ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή, Φουρλή και ΟΤΕ.
Χαρτιά αμυντικού προφίλ με μερίσματα, καλά θεμελιώδη και πορεία που έδειξε αντοχές στην πανδημία. Η μεταβλητότητα τους τα κατατάσσει στο τέλος της λίστας καθώς αντανακλούν τα 2/3 της μεταβολής του Γενικού Δείκτη, έχουν δηλαδή μια αμυντική στάση η οποία είναι διαχρονική παρατηρώντας την εξέλιξη τους από το 2016 και μετά.
Η χρησιμότητα των πινάκων αυτών έγκειται στην επιλογή ενός χαρτοφυλακίου που θέλει να έχει διαφοροποιημένο ρίσκο. Ένα χαρτοφυλάκιο με υπέρβαρες θέσεις στον τραπεζικό κλάδο είναι «καταδικασμένο» να μεταβάλλεται πιο έντονα από την απόδοση του Γενικού Δείκτη . Δεν είναι απαραίτητα κακό αυτό, αρκεί κανείς να έχει προβλέψει σωστά την διάρκεια μιας συστηματική ανόδου. Τα υπόλοιπα θα τα κάνουν οι συντελεστές προσαρμογής.
Αποποίηση Ευθύνης
Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, ουδεμία διασφάλιση δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.