Το εμπορικό έλλειμμα της ΕΕ με την Κίνα έφθασε τα €395 δισ. το 2022 και των ΗΠΑ με την Κίνα έφθασε τα $382 δισ. Την τελευταία δεκαετία, οι ΗΠΑ και οι ΕΕ έχουν χάσει περισσότερα από 5 τρισ.δολάρια από το εμπορικό έλλειμμα μόνο με την Κίνα.
Στο παρακάτω σχήμα φαίνεται το συνεχώς αυξανόμενο εμπορικό έλλειμμα της ΕΕ με την Κίνα.
Ο άνθρακας, είναι συχνά μια φθηνότερη πηγή ενέργειας σε σύγκριση με τις εναλλακτικές ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Οι βιομηχανίες σε αυτές τις χώρες έχουν χαμηλότερο κόστος παραγωγής λόγω της φθηνής ενέργειας με βάση τον άνθρακα, η οποία μπορεί να κάνει τα προϊόντα τους πολύ φθηνά σε σύγκριση με προϊόντα από χώρες όπου οι παραγωγοί πρέπει να συμμορφώνονται με αυστηρότερους περιβαλλοντικούς κανονισμούς ή να χρησιμοποιούν ακριβότερες, αλλά καθαρότερες πηγές ενέργειας.
Αυτή η διαφορά τιμής κάνει τα προϊόντα από χώρες που εξαρτώνται από τον άνθρακα πιο ελκυστικά στη διεθνή αγορά, κάτι που ερμηνεύεται ως «αθέμιτος ανταγωνισμός». Αυτή η κατάσταση ονομάζεται μερικές φορές «διαρροή άνθρακα» - όταν οι αυστηροί περιβαλλοντικοί κανονισμοί σε μια χώρα οδηγούν σε αύξηση της παραγωγής σε άλλες χώρες με πιο χαλαρούς κανονισμούς, με αποτέλεσμα να διαρρέουν εκπομπές άνθρακα σε αυτές τις χώρες και παράλληλα υπονομεύουν τις προσπάθειες άλλων χωρών να μειώσουν την εκπομπή καυσαερίων.
Πολλές ασιατικές χώρες από όπου οι δυο μεγάλες οικονομίες, των ΗΠΑ και της ΕΕ, εισάγουν τα περισσότερα αγαθά τους, συμμετέχουν πολύ ελάχιστα στις προσπάθειες για την προστασία του πλανήτη.
Για παράδειγμα, η Κίνα, μια άλλη μεγάλη οικονομία, παράγει το 65% της ενέργειας της από τον άνθρακα και εκπέμπει σχεδόν το 1/3 των παγκόσμιων εκπομπών καυσαερίων. Ο άνθρακας, της δίνει το πλεονέκτημα να παράγει φθηνά προϊόντα και να κατακλύζει τις αγορές των ΗΠΑ, της ΕΕ και άλλες ανεπτυγμένες αγορές με φθηνά προϊόντα που παράγονται από άνθρακα.
Η μετάβαση μιας χώρας σε καθαρότερες πηγές ενέργειας συνεπάγεται σημαντικό κόστος, ιδιαίτερα βραχυπρόθεσμα, και αυτό το κόστος επιβραδύνει τις αναπτυξιακές προσπάθειες ορισμένων χωρών, ειδικά εκείνων με οικονομίες που εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από ορυκτά καύσιμα.
Επίσης, ένα επιπλέον μακροπρόθεσμο κόστος θα μπορούσε να εμφανιστεί από τις χαμένες ευκαιρίες επενδύσεων, καθόσον θα μπορούσαν τα κεφάλαια να επενδυθούν σε άλλες επιλογές περισσότερο αποδοτικές ή θα μπορούσαν να επενδυθούν σε μεθόδους που μειώνουν την κατανάλωση ενέργειας.
Η μετάβαση σε καθαρότερες πηγές ενέργειας απαιτεί σημαντικές επενδύσεις σε υποδομές και κυρίως σήμερα που το κόστος των κεφαλαίων έχει πενταπλασιαστεί. Οι τεχνολογίες ανανεώσιμων πηγών ενέργειας όπως οι ανεμογεννήτριες, οι ηλιακοί συλλέκτες είναι ακριβές στην κατασκευή.
Επιπλέον, χρειάζονται αναβαθμίσεις στο δίκτυο διανομής της ηλεκτρικής ενέργειας καθώς τα περισσότερα δίκτυα έχουν κατασκευαστεί ώστε να μεταφέρουν την ενέργεια από τα εργοστάσια παραγωγής στα νοικοκυριά (και όχι αντίστροφα από τα φωτοβολταϊκά των νοικοκυριών στο δίκτυο διανομής).
Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας όπως η αιολική και η ηλιακή ενέργεια είναι διακοπτόμενες - παράγουν ενέργεια μόνο όταν φυσάει άνεμος ή υπάρχει ηλιοφάνεια. Αυτό μπορεί να δημιουργήσει προκλήσεις για την ενεργειακή σταθερότητα και απαιτεί επενδύσεις σε λύσεις αποθήκευσης ενέργειας, όπως οι μπαταρίες, οι οποίες μπορούν να αυξήσουν το κόστος.
Τα προβλήματα ευστάθειας παρουσιάζονται όταν η παραγωγή ηλιακής και αιολικής ενέργειας ξεπεράσει το 40% του συνολικού ενεργειακού μίγματος μιας χώρας. Πολλές τεχνολογίες ανανεώσιμων πηγών ενέργειας απαιτούν μέταλλα σπάνιων γαιών, η εξόρυξη των οποίων μπορεί να έχει σημαντικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις.
Ένας τρόπος να αντιμετωπιστεί ο «αθέμιτος» ανταγωνισμός και το πρόβλημα της αύξηση της χρήσης άνθρακα σε άλλες χώρες οι οποίες έχουν πιο χαλαρούς κανονισμούς, με αποτέλεσμα να διαρρέουν εκπομπές άνθρακα σε αυτές τις χώρες, είναι η επιβολή δασμών σε αγαθά που εισάγονται από χώρες που χρησιμοποιούν άνθρακα για την παραγωγή αγαθών.
Οι δασμοί άνθρακα, θεωρούνται ως ένα πιθανό εργαλείο για την ισότητα των όρων ανταγωνισμού μεταξύ των χωρών που έχουν εφαρμόσει την τιμολόγηση του άνθρακα (όπως φόρους άνθρακα ή συστήματα ανώτατων ορίων και εμπορίας) και εκείνων που δεν έχουν, καθώς και πρόληψη της «διαρροής άνθρακα» - όπου οι εταιρείες μεταφέρουν την παραγωγή σε χώρες με λιγότερο αυστηρούς περιορισμούς εκπομπών.
Η βασική αρχή πίσω από τους δασμούς άνθρακα είναι ότι θα πρέπει να σχεδιάζονται για να αντικατοπτρίζουν την ποσότητα διοξειδίου του άνθρακα (ή ισοδύναμων αερίων θερμοκηπίου) που εκπέμπεται κατά την παραγωγή των εισαγόμενων αγαθών. Για τον υπολογισμό αυτών των δασμών, θα πρέπει να εκτιμηθεί η περιεκτικότητα σε άνθρακα των εισαγόμενων αγαθών.
Η αποτελεσματικότητα των δασμών άνθρακα αποτελεί επί του παρόντος θέμα σημαντικής συζήτησης. Από τη μία πλευρά, θα μπορούσαν να δώσουν κίνητρα για καθαρότερες μεθόδους παραγωγής και να αποθαρρύνουν τη διαρροή άνθρακα. Από την άλλη πλευρά, θα μπορούσαν να διαταράξουν το εμπόριο και να θεωρηθούν ως μια μορφή προστατευτισμού. Το ενδιαφέρον για τους δασμούς άνθρακα συνεχώς αυξάνεται καθώς πρόκειται για έναν ταχέως αναπτυσσόμενο τομέα τόσο της κλιματικής όσο και της εμπορικής πολιτικής.
Ένα βέλτιστο σύστημα διακυβέρνησης των πολιτών σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο, θα πρέπει να εξυπηρετεί τις ανάγκες των λαών τους, με στρατηγικές που θα πρέπει να βελτιωθούν ώστε να επιτύχουν τη μετάβαση στην πράσινη ενέργεια χωρίς να καταστρέψουν τις οικονομίες τους και τους πολίτες τους.
Μέχρι σήμερα οι στρατηγικές της Ε.Ε. έχουν αστοχήσει και έχουν δημιουργήσει στους πολίτες της, το υψηλότερο κόστος διαβίωσης παγκοσμίως, την ακριβότερη ενέργεια από κάθε άλλη οικονομία, τον υψηλότερο πληθωρισμό, το μεγαλύτερο εμπορικό έλλειμμα παγκοσμίως, υψηλό και επίμονο δομικό πληθωρισμό κλπ.
Επί πλέον η συνεχιζόμενη αύξηση επιτοκίων θα δημιουργήσει και το ακριβότερο κόστος κεφαλαίων τη στιγμή που χρειάζονται τεράστια κεφάλαια για τη μετάβαση στην «πράσινη οικονομία» και για τη μετάβαση στις νέες τεχνολογίες (τεχνητή νοημοσύνη, τρισδιάστατη εκτύπωση, βιοτεχνολογία, τεχνολογίες νέων υλικών κλπ.)
Η κατάσταση αυτή δημιουργεί ιδανικές συνθήκες για την εμφάνιση δημαγωγών και λαϊκιστών ηγετών, που θα εκμεταλλευτούν τη δυσαρέσκεια των απελπισμένων πολιτών και θα οδηγήσουν σε χαοτικές καταστάσεις τις δημοκρατίες μας, που με τόσο κόπο και μετά από τόσα πολλά χρόνια καταφέραμε να δημιουργήσουμε. Ίσως η Γαλλία που «καίγεται» αυτές τις μέρες να είναι ένα «καμπανάκι» ότι δεν θα γίνουν ανεκτές πλέον άλλες στρατηγικές αστοχίες των κυβερνήσεων.
* Ο Γιώργος Ατσαλάκης είναι Οικονομολόγος, Αναπληρωτής Καθηγητής Πολυτεχνείου Κρήτης Εργαστήριο Ανάλυσης Δεδομένων και Πρόβλεψης.