Το νέο status quo στο πετρέλαιο
Φωτογραφία αρχείου
Φωτογραφία αρχείου

Το νέο status quo στο πετρέλαιο

Όσοι ασχολούνται με την παγκόσμια αγορά πετρελαίου δεν πρέπει να έχουν παράπονα από τη χρονιά που πλησιάζει προς το τέλος της. Οι συγκινήσεις διαδέχθηκαν η μία την άλλη, οι τιμές του πετρελαίου και των παραγώγων του γνώρισαν τεράστιες διακυμάνσεις και η μορφή της αγοράς έχει αλλάξει σημαντικά σε σχέση με αυτή που υπήρχε στην αρχή της χρονιάς και για πολλά χρόνια πριν. 

Το τελευταίο ίσως σοβαρό επεισόδιο αυτής της – πιθανότατα – ιστορικής χρονιάς για το αργό πετρέλαιο είναι η συντονισμένη λήψη μέτρων πίεσης εναντίον της Ρωσίας με τη μορφή της επιβολής ανώτατης τιμής πώλησης για το πετρέλαιο που έρχεται δια θαλάσσης από εκεί και της απαγόρευσης της εισαγωγής του στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (πάλι δια θαλάσσης). Δεν χρειάζεται να μπούμε σε πολλές λεπτομέρειες για το συγκεκριμένο ζήτημα το οποίο έχει παρουσιαστεί και αναλυθεί πολλές φορές από τις στήλες του liberal.gr. Ούτε είναι φρόνιμο να αναφερθούμε τώρα στην επιτυχία ή μη του στόχου των χωρών της ομάδας G7, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Αυστραλίας που είναι οι χώρες που αποφάσισαν να εφαρμόσουν την επιβολή ανώτατης τιμής στην πώληση του ρωσικού πετρελαίου.

Για να το καταλάβουμε αυτό θα περάσουν αρκετές ημέρες, ίσως και εβδομάδες. Δεν είναι όμως πολύ δύσκολο να αντιληφθούμε αρκετές σημαντικές αλλαγές που έχουν επέλθει φέτος στην παγκόσμια αγορά αργού πετρελαίου και των προϊόντων διύλισής του. Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και το ξέσπασμα του πολέμου δεν προκάλεσαν μόνο πρόσκαιρη αναστάτωση αλλά στάθηκαν αφορμή για ορισμένες σημαντικές μεταβολές στον τρόπο λειτουργίας αυτής της αγοράς. Μακροχρόνιες εμπορικές σχέσεις διακόπηκαν μέσα σε λίγες μέρες, ιστορικές θαλάσσιες διαδρομές μεταφοράς πετρελαίου σχεδόν εγκαταλείφθηκαν και έδωσαν τη θέση τους σε νέες συμφωνίες και καινούριες ρότες για τα δεξαμενόπλοια.

Αν θέλουμε να περιγράψουμε κάπως συνοπτικά την κατάσταση μπορούμε να πούμε τα εξής: η σταδιακή απώλεια της ευρωπαϊκής αγοράς για την Ρωσία την έχει αναγκάσει να στραφεί σε άλλους πελάτες, με την Ινδία και την Κίνα να είναι οι αποδέκτες του μεγαλύτερου μέρους αυτού του πετρελαίου. Ενδεικτικό αυτής της αλλαγής είναι το γεγονός πως η Ρωσία ξεπερνά πλέον κάποιους μήνες την Σαουδική Αραβία σε πωλήσεις πετρελαίου προς τις δύο αυτές ασιατικές χώρες. Αυτό δεν φαίνεται πάντως να ενοχλεί την Σαουδική Αραβία και τις υπόλοιπες πετρελαιοπαραγωγούς χώρες της περιοχής, τουλάχιστον προς το παρόν, αφού η ζήτηση για το δικό τους πετρέλαιο δεν έχει μειωθεί σε αυτό το διάστημα.

Μία δεύτερη αλλαγή αφορά στα προϊόντα διύλισης του πετρελαίου και κυρίως στο ντίζελ. Η σημαντική μείωση των φορτίων ρωσικού ντίζελ προς την Ευρώπη και άλλες περιοχές του Δυτικού Ημισφαιρίου έγινε πιο αισθητή από αυτή του αργού πετρελαίου λόγω της μειωμένης παραγωγικής δυναμικότητας των διυλιστηρίων στην Ευρώπη και αλλού. Το κενό αυτό καλύφθηκε σε μεγάλο βαθμό από φορτία που ξεκίνησαν από τις ΗΠΑ αλλά αυτό ίσως να μην είναι αρκετό όταν τεθεί σε εφαρμογή η απαγόρευση εισαγωγής ρωσικού ντίζελ στην Ευρωπαϊκή Ένωση στις αρχές του προσεχούς Φεβρουαρίου. Όπως φαίνεται όμως, ορισμένες αραβικές χώρες είναι έτοιμες να προσφέρουν λύση στο πιθανό πρόβλημα.

Προ ημερών είχαμε ακούσει ανώτατους ενεργειακούς αξιωματούχους των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων να εξηγούν πως περιμένουν τη σημαντική αύξηση της ευρωπαϊκής ζήτησης για προϊόντα διύλισης. Οι ίδιοι είχαν προσθέσει πως τα διυλιστήρια τους θα αυξήσουν τις πωλήσεις τους προς την Ευρώπη και θα μειώσουν τις αντίστοιχες προς ορισμένες ασιατικές χώρες λόγω της αναμενόμενης έλευσης του ρωσικού ντίζελ. Εδώ βέβαια πρέπει να προσθέσουμε πως έχουν εκφρασθεί αρκετές αμφιβολίες για το κατά πόσον έχουν κλείσει όλα τα πιθανά παραθυράκια για την εισαγωγή στην Ευρώπη ρωσικού αργού πετρελαίου και ντίζελ σε πείσμα των απαγορεύσεων.

Ακόμα όμως και αν συμβαίνει κάτι τέτοιο, η σαφής στροφή της Ρωσίας προς τις ασιατικές χώρες για την πώληση του αργού πετρελαίου της και των προϊόντων διύλισής του είναι μία πραγματικότητα που δεν μπορεί να αμφισβητηθεί. Ούτε η αύξηση της εξάρτησης των Ευρωπαϊκών χωρών από τις ΗΠΑ, διάφορες αφρικανικές χώρες και τις χώρες του Περσικού Κόλπου για την κάλυψη των αναγκών τους σε πετρέλαιο και υποπροϊόντα του.

Κοιτώντας λίγο πιο μπροστά, η σταδιακή ένταξη της Γουιάνας στην παγκόσμια πετρελαϊκή αγορά, η διαφαινόμενη επάνοδος της Βενεζουέλας και η αύξηση της αμερικανικής παραγωγής μπορεί να οδηγήσουν τα επόμενα χρόνια σε ένα είδος διαχωρισμού της πετρελαϊκής αγοράς, με τις ΗΠΑ, άλλες χώρες της Αμερικής και τους Αφρικανούς παραγωγούς να εξυπηρετούν κυρίως το δυτικό ημισφαίριο και την Ευρώπη και τις χώρες του Κόλπου με την Ρωσία να καλύπτουν κυρίως τις ανάγκες της Ασίας, απ’ όπου εξάλλου αναμένεται να προέλθει το μεγαλύτερο μέρος της ζήτησης στο μέλλον.

Όπως είπαμε προηγουμένως, η φετινή χρονιά ήταν πολύ επεισοδιακή για την αγορά πετρελαίου, φέρνοντας και αλλαγές μακροπρόθεσμου χαρακτήρα. Αν όμως κάποιος κοιτάξει την τιμή του πετρελαίου στις διεθνείς αγορές τη χθεσινή ημέρα και τη συγκρίνει με την αντίστοιχη πριν έναν χρόνο, δεν θα δει σημαντικές αλλαγές. Η τιμή του αμερικανικού πετρελαίου West Texas Intermediate ήταν πριν ακριβώς ένα χρόνο λίγο πάνω από τα 72 δολάρια/βαρέλι, πάρα πολύ κοντά στη χθεσινή τιμή. Για το Brent τα πράγματα είναι περίπου τα ίδια: πριν ακριβώς έναν χρόνο ήταν λίγο κάτω από τα 76 δολάρια/βαρέλι και χθες ήταν δίπλα στα 78. Βέβαια, νωρίτερα φέτος είδαμε τις τιμές και των δύο αυτών βασικών χρηματιστηριακών πετρελαϊκών συμβολαίων να ξεπερνούν κατά πολύ τα 100 δολάρια/βαρέλι, με το Brent να φθάνει μέχρι τα 130 δολάρια/βαρέλι και το αμερικανικό να ξεπερνά τα 120 δολάρια/βαρέλι.

Συνάδει άραγε η τωρινή εικόνα των τιμών με μία πετρελαϊκή αγορά σε αναταραχή, με τις χώρες του OPEC+ να μειώνουν την παραγωγή τους και την Ρωσία να απειλεί πως θα μειώσει κατά πολύ τη δική της σε αντίποινα για τα μέτρα που μόλις έχουν αρχίσει να εφαρμόζονται; Ίσως η ερώτηση/απορία μας να μην είναι η σωστή. Η σωστή ερώτηση είναι πάντα μία: «ποια είναι η εικόνα προσφοράς και ζήτησης;». Αυτή τη στιγμή, φαίνεται πως η προσφορά μάλλον υπερβαίνει τη ζήτηση. Αυτό το συμπέρασμα προκύπτει με διάφορους τρόπους. Πρώτα απ’ όλα από το γεγονός πως η κινεζική οικονομία ακόμα δεν μπορεί να πάρει μπρος παρά τη σταδιακή χαλάρωση των περιοριστικών μέτρων που είχαν ληφθεί στα πλαίσια της πολιτικής Zero Covid.

Στην σχετικά μειωμένη ζήτηση είχαν αναφερθεί και οι αξιωματούχοι των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων τους οποίους μνημονεύσαμε παραπάνω, οι οποίοι είχαν πει πως οι περισσότεροι πελάτες τους παραγγέλνουν τις ίδιες ή κάπως λιγότερες ποσότητες πετρελαίου για τους επόμενους μήνες. Η εικόνα μειωμένης ζήτησης ενισχύθηκε και από τις χθεσινές ανακοινώσεις των αμερικανικών αρχών σχετικά με το ύψος των αποθεμάτων αργού πετρελαίου, βενζίνης και άλλων προϊόντων διύλισης. Τα αποθέματα βενζίνης και των άλλων προϊόντων διύλισης ήταν πολύ πιο αυξημένα απ’ όσο περίμεναν οι αναλυτές, πράγμα που ερμηνεύεται σαν προάγγελος μείωσης της ζήτησης για αργό πετρέλαιο.

Από τις ίδιες ανακοινώσεις φάνηκε πως η αμερικανική παραγωγή αργού πετρελαίου βρίσκεται στα υψηλότερα επίπεδα από την εμφάνιση της πανδημίας την άνοιξη του 2020 και πλησιάζει στα επίπεδα των αρχών του 2020. Έτσι, οι ανησυχίες για την πορεία της ζήτησης, οι οποίες επιτείνονται και από τις εκτιμήσεις πολλών σοβαρών παραγόντων της οικονομίας για εμφάνιση οικονομικής ύφεσης στις ΗΠΑ και την Ευρώπη τους επόμενους μήνες μάλλον εξουδετερώνουν αυτή τη στιγμή τους όποιους προβληματισμούς για την προσφορά. Αυτοί οι προβληματισμοί έχουν σχέση κυρίως με τις περιορισμένες δυνατότητες αύξησης της παραγωγής των περισσότερων μεγάλων παραγωγών πετρελαίου.

Σε πιο βραχυπρόθεσμο επίπεδο σχετίζονται με τις καθυστερήσεις στη μεταφορά πετρελαίου, καθώς δεκάδες δεξαμενόπλοια έχουν κολλήσει έξω από τον Βόσπορο λόγω της αλλαγής των κανόνων ασφάλισης από τις Τουρκικές αρχές. Και βέβαια, δεν πρέπει να ξεχνάμε τις ρωσικές απειλές για σημαντική μείωση της παραγωγής τους σαν αντίποινα στα μέτρα που άρχισαν να εφαρμόζονται από την 5η Δεκεμβρίου.

Όπως είναι τα πράγματα όμως αυτή τη στιγμή, φαίνεται πως η παγκόσμια αγορά πετρελαίου βρίσκει σταδιακά το νέο της status quo και ισορροπεί πλέον ύστερα από πολλούς μήνες αβεβαιότητας και ανησυχιών. Μπορεί να έχει αλλάξει σε πολλά πράγματα σε σχέση με την αγορά που ξέραμε στην αρχή του χρόνου και να αλλάξει ακόμα περισσότερο στο άμεσο μέλλον αλλά είναι φανερό πως, ύστερα από εννέα και πλέον μήνες, η παγκόσμια αγορά πετρελαίου έχει βγει από την κατάσταση εκτάκτου ανάγκης και έχει επιστρέψει σε πιο πεζά καθήκοντα, όπως η ενασχόληση με το ισοζύγιο προσφοράς και ζήτησης. Αυτό δεν μας φαίνεται και τόσο κακό, χωρίς βέβαια να ξεχνάμε πόσο εύκολα μπορούν να αλλάξουν οι εκτιμήσεις της αγοράς γι’ αυτό το ισοζύγιο.