Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Πληγωμένες ανεπανόρθωτα από τις πολιτικές επιλογές και τα… καμώματα του Ντόναλντ Τραμπ, οι αγορές αποδεικνύουν ότι όχι μόνο δεν ξεπέρασαν ποτέ τις φοβίες που άφησε η παγκόσμια κρίση του 2008, αλλά πρόσφατα απέκτησαν και νέες. Το ερώτημα που κυριαρχεί σήμερα είναι κατά πόσο μπορούν τα χρηματιστήρια να κινούνται ανοδικά στηριζόμενα σε πραγματική ανάπτυξη και όχι στις παρεμβάσεις των κεντρικών τραπεζών. Μήπως, τελικά, η εποχή… των ταύρων που διήρκεσε σχεδόν μία δεκαετία ήταν αποτέλεσμα της προσπάθειας των ισχυρών του κόσμου να καλύψουν – αλλά όχι να θεραπεύσουν – τις πληγές του 2008;
Η αλήθεια είναι ότι η τροχιά των αγορών προς νέα υψηλά είναι αποτέλεσμα της ψυχολογίας των επενδυτών. Όμως τα τελευταία χρόνια το κλίμα ενισχύθηκε γιατί οι κεντρικές τράπεζες δημιουργούσαν συνθήκες τεχνητής ρευστότητας. Χωρίς το φθηνό χρήμα να ρέει και με τον Αμερικανό πρόεδρο να προκαλεί… μόνιμο χάος σε όλα τα επίπεδα, η ψυχολογία επιστρέφει στο ναδίρ και η νευρικότητα οργιάζει, κάτι που βλέπουμε να συμβαίνει τους τελευταίους μήνες.
Πριν από ακριβώς ένα χρόνο, το liberal.gr αναφερόταν στην «τρέλα» που είχε κυριέψει τις αγορές καθώς οι μεγαλύτεροι χρηματιστηριακοί δείκτες του κόσμου κινούνταν… ανεξέλεγκτα προς διαδοχικά ιστορικά υψηλά, παρά τις πολλαπλές εστίες αβεβαιότητας και τους εμφανείς κινδύνους. Από τότε, πολλοί ήταν οι αναλυτές και οι σχολιαστές των αγορών που προειδοποιούσαν για τη μεγάλη φούσκα που απειλεί την παγκόσμια οικονομία και τις αυξημένες πιθανότητες νέας κρίσης όταν γυρίσει ο οικονομικός κύκλος.
Στην παρούσα φάση οι περισσότεροι συμφωνούν ότι ο κύκλος γύρισε, οι αγορές βιώνουν μία εντελώς διαφορετική «τρέλα», ενώ αυτό που συμβαίνει στη Wall Street είναι πραγματικά εντυπωσιακό. Κάθε οικονομική είδηση που βλέπει το φως της δημοσιότητας μπορεί δυνητικά να προκαλέσει διακυμάνσεις-σοκ και οι χρηματιστηριακοί δείκτες ανεβοκατεβαίνουν σαν να μην υπάρχει αύριο. Όπως, για παράδειγμα, συνέβη την περασμένη Παρασκευή, όταν οι δηλώσεις του επικεφαλής της Fed, Τζερόμ Πάουελ, και τα στοιχεία για την απασχόληση οδήγησαν σε κέρδη άνω του 3% τους δείκτες Dow Jones και S&P 500 και άνω του 4% τον Nasdaq.
Πολλοί έσπευσαν να πουν πως το γεγονός ότι προστέθηκαν 312.000 θέσεις εργασίας τον Δεκέμβριο - «γκρεμίζοντας» τις εκτιμήσεις των αναλυτών που έκαναν λόγο για αύξηση μόλις κατά 176.000 - καθώς και η μεγαλύτερη ετήσια αύξηση για τις μέσες ωριαίες αποδοχές (+3,2%) από το 2008, αποδεικνύουν ότι η αμερικανική οικονομία ξεφεύγει από τον κίνδυνο της ύφεσης.
Είναι όμως τέτοια η ταραχή που έχει προκαλέσει η διακυβέρνηση Τραμπ που όλοι προσπαθούν να προβλέψουν την επόμενη κρίση. Ορισμένοι δε, υποστηρίζουν ότι τα στοιχεία για την απασχόληση ήταν τόσο εντυπωσιακά και σε άλλες περιπτώσεις, όπως πριν την ύφεση στις αρχές της δεκαετίας του '90 ή πριν την κρίση του 2001.
Από τις αρχές Οκτωβρίου, οι αμερικανικές μετοχές κατέγραψαν πτώση 16%, με τον S&P 500 να υποχωρεί κατά 19,8%, γλιτώνοντας την είσοδο σε «bear market» στις τελευταίες συνεδριάσεις του έτους. Οι μετοχές των αναδυόμενων αγορών ήταν αυτές που σημείωσαν τη μεγαλύτερη πτώση μέσα στο 2018, ωστόσο οι περισσότερες επενδυτικές κατηγορίες δεν κατάφεραν να εμφανίζουν κέρδη.
Η πτώση των τελευταίων μηνών στην Wall Street αντανακλά κατά κύριο λόγο την υποβάθμιση του outlook τόσο για την αμερικανική όσο και για την παγκόσμια οικονομία. Μπορεί να μοιάζει αυτή τη στιγμή απίθανο να καταγραφεί ύφεση στις ΗΠΑ το 2019 όμως για το 2020 οι περισσότεροι αναλυτές το θεωρούν δεδομένο. Αυτό σημαίνει ότι οι προοπτικές δεν είναι καλές, πόσο μάλλον όταν ο εμπορικός πόλεμος μαίνεται και δεν υπάρχει λύση στον ορίζοντα.
Σύμφωνα, μάλιστα, με την Capital Economics, πολλοί από τους δείκτες που αποτελούν προάγγελους οικονομικής ανόδου, σήμερα έχουν… ανάψει κόκκινο σε αρκετές μεγάλες οικονομίες, σε μία συγχρονισμένη πτώση που «μυρίζει» κρίση. Και παρά την εκκωφαντική άνοδο της απασχόλησης στις ΗΠΑ, η αμερικανική οικονομία θεωρείται αυτή που μαζί με την κινεζική θα συμπαρασύρουν την παγκόσμια οικονομία σε επιβράδυνση το 2019.
Στο μεταξύ, το παγκόσμιο ΑΕΠ μεγεθύνθηκε στο δ' τρίμηνο με τον μικρότερο ρυθμό από 2016 και τα χαμόγελα αναμένεται να κοπούν τόσο στις ΗΠΑ, όσο και στην Κίνα, καθώς πλέον προβλέπεται ότι η Fed θα αρχίσει να μειώνει ξανά τα επιτόκια στις αρχές του 2020 ενώ τα μέτρα ενίσχυσης που εφάρμοσε η κεντρική τράπεζα της Κίνας δεν θα καταφέρουν να οδηγήσουν σε ανάκαμψη τον ασιατικό δράκο.
Στην Ευρώπη, η ανάπτυξη αναμένεται να πατήσει και αυτή φρένο, γεγονός που σε συνδυασμό με τις ευρωεκλογές και τις εξελίξεις που αυτές ενδέχεται να προκαλέσουν, να συγκρατούν τον Μάριο Ντράγκι από το να αυξήσει τα επιτόκια, τουλάχιστον έως τον Σεπτέμβριο. Ο παγκόσμιος σύνθετος δείκτης PMI υποχώρησε στο χαμηλότερο επίπεδο σε διάστημα δύο ετών τον Δεκέμβριο, παραμένοντας σε ετήσια επίπεδα γύρω στο +3%, όσο και η παγκόσμια ανάπτυξη, ενώ από τις μεγάλες οικονομίες μόνο η Ινδία εμφάνισε άνοδο στον εν λόγω δείκτη στο δεύτερο μισό του 2018.
Κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει τι θα συμβεί τους επόμενους μήνες και χρόνια, όμως η ατμόσφαιρα μοιάζει αποπνικτική. Το μόνο βέβαιο είναι το τέλος της τεχνητής ρευστότητας και η… φιλοπολεμική στρατηγική του Τραμπ συντηρούν ένα μείγμα που είναι ανά πάσα στιγμή έτοιμο να εκραγεί.