Η προσέγγιση του δείκτη τιμής προς καθαρά κέρδη (Ρrice/Εarnings) του ΧΑ ως σύνολο αγοράς είχε πάντοτε δυσκολίες και δεκάδες προσαρμογές για να μπορέσει να φθάσει κανείς σε ένα αποτέλεσμα συγκρίσιμο και με κάποια σχετική αξιοπιστία.
Ωστόσο, ο δείκτης είναι από τους πιο δημοφιλείς στις αξιολογήσεις των επενδυτών αφού μπορεί γρήγορα να δώσει μια φωτογραφική ένδειξη φθηνού ή ακριβού. Όπως όλοι οι δείκτες όταν εξετάζονται αυτοτελώς, έχει αδυναμίες αφού δεν λαμβάνει υπόψη του ποιοτικούς παράγοντες όπως τα έκτακτα κέρδη. Επιπλέον, όταν αφορά αγορές συμβαίνουν διάφορα περίεργα πράγματα που σχετίζονται με το τι συμμετέχει (εταιρείες, κέρδη, μειοψηφίες) στις φόρμουλες του υπολογισμού του.
Η ιδιομορφία της Ελληνικής αγοράς έχει να κάνει με την υπέρβαρη συμμετοχή κάποιων εταιρειών ή κλάδων στα μεγέθη κερδοφορίας που με τη σειρά τους οδηγούσαν σε στρεβλώσεις. Το 2020 και 2021 ο τραπεζικός κλάδος είχε συνολικά 6,8 δις ευρώ ζημιές ενώ οι διαφορές αποτίμησης των αποθεμάτων στα διυλιστήρια είχαν οδηγήσει τις δύο εισηγμένες εταιρείες του κλάδου το 2020 σε ζημιές σε επίπεδο δημοσιευμένων αποτελεσμάτων.
Λόγω της κρίσης επί πολλά χρόνια ο δείκτης ΡΕ εξαιρούσε τον τραπεζικό κλάδο. Είχαμε δηλαδή ένα ΡΕ εμποροβιομηχανικών εταιρειών σε ένα Χρηματιστήριο που το 20 -30% της κεφαλαιοποίησης αφορούσε τραπεζικές μετοχές. Αντίστοιχα, στο όχι και τόσο μακρινό παρελθόν οι ζημιές μεγάλων βιομηχανικών ομίλων ή εμπορικών εταιρειών (ΔΕΗ, Ελλάκτωρ, Intralot κλπ) «αδικούσαν» τους υπόλοιπους εμφανίζοντας ένα κλάσμα με πολύ χαμηλά κέρδη και άρα όχι τόσο ελκυστική τιμή, για να ξεκινήσει έστω μια πιο προσεκτική μελέτη φθηνών εταιρειών παρότι υπήρχαν.
Σε αντίθεση με άλλες χρονιές το 2023 έρχεται με σημαντική παρακαταθήκη από την κερδοφορία των εισηγμένων εταιρειών το 2022. Ενδεχομένως είναι η πρώτη φορά που μπορεί μετά από πολλά χρόνια να γίνει μια προσέγγιση εταιριών που να μην έχει και τόσο αυστηρά κριτήρια επιλεξιμότητας. Και τούτο διότι φέτος ήδη οι εισηγμένες θα ξεπεράσουν σε επίπεδο κερδών τη χρήση ρεκόρ του 2007. Με τα έως τώρα δεδομένα η κερδοφορία του 2022 στις 67 εταιρείες που έχουν ανακοινώσει μεγέθη βρίσκεται στα 6,9 δις ευρώ και απέχει μόλις 1 δις ευρώ από το ιστορικό υψηλό.
Με βάση την τρέχουσα κεφαλαιοποίηση η προβολή κερδών για το έτος κατεβάζει το δείκτη ΡΕ στις 5,5 φορές και τον δείκτη της επιχειρηματικής αξίας στο 5,9. Η κερδοφορία είναι σε ικανοποιητικό βαθμό επαναλαμβανόμενη, τουλάχιστον είναι τέτοια που συνδέεται με ταμειακές ροές και δεν αφορά αναθεωρήσεις παγίων ή άλλες έκτακτες μη οργανικές εγγραφές. Το ζητούμενο για να υπάρχει ανατιμητικό ενδιαφέρον είναι να υπάρχει αύξηση κερδών στο μέλλον που να συνδέεται με την ανάπτυξη των μεγεθών κάτι το οποίο οι περισσότερες εισηγμένες έχουν φροντίσει να επικοινωνήσουν για τις επόμενες χρονιές. Ακόμα και αν υποτεθεί ότι το 30% των κερδών είναι μη επαναλαμβανόμενο η αποτίμηση της αγοράς εξακολουθεί να βρίσκεται στη ζώνη του φθηνού.
Στο δια ταύτα: Καλό το trading, αλλά τα θεμελιώδη είναι αυτά που φέρνουν νέους κωδικούς και μεγάλους επενδυτές στα μετοχολόγια. Με την αρωγή των αυξημένων κερδών μπορεί να ανοίξει το πεδίο ενδιαφέροντος ακόμα και στα καλά μεσαία χαρτιά της αγοράς. Αν μη τι άλλο η διάχυση του ενδιαφέροντος έχει τις τυπικές προϋποθέσεις με το μέρος της.