Μπορεί να μην αποτελέσει ήρεμο ταξίδι, αλλά οι επενδυτές οι οποίοι θα κάνουν μεγάλες τοποθετήσεις σε κινεζικές μετοχές με μακροπρόθεσμο ορίζοντα, θα μείνουν στο τέλος ευχαριστημένοι, σύμφωνα με έρευνα της Morgan Stanley.
Ο σκεπτικισμός αναφορικά με τις δομικές μεταρρυθμίσεις, με το συρρικνούμενο εργατικό δυναμικό, τον πιθανό εμπορικό πόλεμο με τις ΗΠΑ, και τις κανονιστικές παρεμβάσεις στις αγορές, αποτελούν επαρκέστατους λόγους για δυσπιστία, πριν την επένδυση σε κινεζικές μετοχές ή σε αποκαλούμενες Α-τάξης μετοχές (μετοχές με ειδικούς ρυθμιστικούς κανόνες). Η τελευταία δεκαετία έμοιαζε ως προς τις διακυμάνσεις των επιδόσεων της αγοράς με τραινάκι τρόμου.
Όμως πίσω από όλα αυτά, βρίσκεται η οικονομία της Κίνας η οποία εξακολουθεί να αναπτύσσεται, αποκτώντας μία ολοένα και αυξανόμενη μεσαία τάξη. Στη τελική αποτίμηση, αυτό θα δώσει μεγάλη δυναμική στον MSCI China Index, ο οποίος σύμφωνα με την αμερικανική επενδυτική τράπεζα, θα ξεπεράσει τις επιδόσεις άλλων αναδυόμενων αγορών,
«Το βασικό συμπέρασμα της έρευνας, είναι ότι η Κίνα έχει τη δυνατότητα να μετατραπεί σε οικονομία "υψηλού εισοδήματος", κάτι που πολύ λίγες αναδυόμενες αγορές έχουν πετύχει», αναφέρουν στρατηγικοί αναλυτές της Morgan Stanley, με επικεφαλής τον Jonathan Garner, στην ανάλυσή 118 σελίδων, που παρουσίασαν την Τρίτη. «Είναι εξαιρετικά πιθανό ότι μέσα στην επόμενη δεκαετία, ο MSCI Index της Κίνας θα διατηρήσει την εδώ και καιρό καλύτερη επίδοση που έχει συγκριτικά με τις άλλες αναδυόμενες αγορές».
H μεταρρύθμιση των κρατικών εταιρειών, μέσα στην επόμενη δεκαετία θα συντελέσει στην εξασφάλιση της δυναμικής για ανάπτυξη και για νέες επενδυτικές ευκαιρίες. Ταυτόχρονα η κατανάλωση και οι υπηρεσίες θα αναδειχθούν περισσότερο κυρίαρχες σύμφωνα με τις προβλέψεις. Η Morgan Stanley χρησιμοποιεί βραχυπρόθεσμες αδυναμίες σε νέες οικονομικές δραστηριότητες όπως τεχνολογία πληροφοριών, η ιδιωτική κατανάλωση και η υγειονομική περίθαλψη, ως μία ακόμη προσθήκη στις σταθμίσεις των θετικών της προβλέψεων.
Οι αναλυτές θεωρούν ότι οι θέσεις των επενδυτών σε μετοχές Α-τάξης, πρόκειται σταδιακά να γίνουν περισσότερες, με την χαμηλή έκθεση τους να λειτουργεί ως χρήσιμος τρόπος να αντιμετωπίσουν τα ρίσκα, καθώς το βασικό χαρακτηριστικό των μετοχών αυτών είναι ο χαμηλός συσχετισμός τους με άλλους μετοχικούς δείκτες. Αυτό βέβαια απαιτεί πολύ χρόνο.
«Είναι φανερό ότι υπάρχουν πολλοί τρόποι ελέγχου των τιμών και παρεμβάσεων στην κινεζική αγορά μετοχών, που εξακολουθούν να μοιάζουν ξένες για τους διεθνείς επενδυτές, όπως είναι οι διαδικασία αναστολής της πώλησης μετοχών, και η υποχρεωτική έγκριση της αρχικής τιμής κατά την εισαγωγή εταιρειών στο χρηματιστήριο» τονίζουν οι επενδυτές.
Η Morgan Stanley επέμεινε στη πρόβλεψή της ότι ο χρηματιστηριακός δείκτης της Shanghai θα φτάσει της 4.400 μονάδες μέχρι το τέλος του 2017. Ο δείκτης έκλεισε την Τρίτη στις 3,217.92 μονάδες, 1,4% χαμηλότερα από την πρώτη φορά που η Morgan Stanley ανακοίνωσε την πρόβλεψη, στις 8 Νοεμβρίου.
Επιπροσθέτως οι αναλυτές προβλέπουν ότι η Κίνα οδεύει προς την μετατροπή της σε οικονομία «υψηλού εισοδήματος» μέχρι το 2027, επίτευγμα που έχουν πετύχει μόλις δύο χώρες με πληθυσμό άνω των 20 εκατομμυρίων (Νότιος Κορέα και Πολωνία) τα τελευταία τριάντα χρόνια
Εάν η Κίνα πετύχει κάτι τέτοιο, είναι «εξαιρετικά πιθανό» ότι ο δείκτης MSCI της Κίνας θα συνεχίσει την τάση που διατηρεί τα 15 τελευταία χρόνια, για την επιστροφή επένδυσης ενός δολαρίου, σε συνολικό ετήσιο ποσοστό απόδοσης της τάξεως του 13%, επίδοση κατά 3% καλύτερη από αυτήν των ΗΠΑ. Διευκρινίζεται ότι αυτή η διαφορά για μία επένδυση 100 δολαρίων μεταφράζεται σε 15ετή απόδοση 418 δολαρίων στο αμερικανικό χρηματιστήριο, αλλά σε 600 στο χρηματιστήριο της Κίνας.