Κραχ στην οικονομία φέρνει ο χειμώνας στην ενέργεια

Κραχ στην οικονομία φέρνει ο χειμώνας στην ενέργεια

Σενάρια τρόμου ενόψει του φετινού χειμώνα, με νέα εκτίναξη τιμών, δελτίο σε φυσικό αέριο και ρεύμα, που μεταφράζονται σε νέα φτώχεια και δίνουν νέα φτερά στα άκρα και τον λαϊκισμό, πλανώνται πάνω από την Ευρώπη. Η απειλή ενός κραχ στην οικονομία λόγω ενός ενεργειακού μπλακ άουτ χωρίς ρωσικό αέριο είναι πλέον ένα μετρήσιμο σενάριο σε κάθε ανάλυση. Και ο μεγάλος φόβος έρχεται από το μέτωπο των τιμών.

Ο «νέος κόσμος» στον οποίο είχε «καλωσορίσει» παλαιότερα τους Ευρωπαίους ο Ντιμίτρι Μεντβέντεφ, δεξί χέρι του Πούτιν, όπου θα πληρώνουν 2.000 ευρώ για χίλια κυβικά αερίου (180 ευρώ/ MWh) δεν απέχει πολύ. Η τιμή του αερίου ξεπέρασε την εβδομάδα που πέρασε τα 130 ευρώ/ MWh, καταγράφοντας τη μεγαλύτερη εβδομαδιαία άνοδο από την αρχή του πολέμου. 

Το καυτό ερώτημα δεν είναι μόνο αν η Ευρώπη αντέχει να ζήσει - και για πόσο - με δελτίο στον ηλεκτρισμό και με πλαφόν στην κατανάλωση αερίου, αλλά σε τι τιμές θα πληρώνει αυτή τη διαθέσιμη ενέργεια. 

Μια περαιτέρω μείωση ρωσικών ροών μέσα στο καταχείμωνο, δηλαδή σε συνθήκες υψηλής ζήτησης, μπορεί να εκτινάξει την τιμή του αερίου ακόμη και στα 400 ευρώ, προβλέπουν οι ειδικοί. Στο πολύ κακό αυτό σενάριο, η Ελλάδα θα κληθεί να πληρώσει φέτος για ρεύμα, το οποίο έχει ως βασικό καύσιμο το αέριο, το θηριώδες ποσό των 14-15 δισ. ευρώ, έναντι 5 δισ. τα προηγούμενα χρόνια.

Ένα μέρος της αύξησης θα καλυφθεί από τη διάταξη που κατατέθηκε χθες στη Βουλή, με την οποία καταργείται για ένα χρόνο η ρήτρα αναπροσαρμογής στα τιμολόγια. Το υπόλοιπο; Τα 3,2 δισ. ευρώ του σχεδίου που έχει ανακοινώσει ο Κυρ. Μητσοτάκης μπορεί να μην φτάνουν. Στην κυβέρνηση εξετάζουν ήδη να ρίξουν στη μάχη των επιδοτήσεων και νέα κεφάλαια από κάθε διαθέσιμο ευρωπαϊκό πρόγραμμα.

Πόσο αρκούν όμως τα εθνικά σχέδια να επιδοτήσουν μια τέτοια νέα έκρηξη τιμών, που δυσκολεύονται να αντιμετωπίσουν ακόμη και χώρες, όπως οι ΗΠΑ και η Αυστραλία; Πόσο μάλλον, όταν ο οικονομικός αυτός πόλεμος δεν έχει ημερομηνία λήξης. Μέρος από τα έσοδα που χάνει η Ρωσία μειώνοντας τις ποσότητες προς Ευρώπη, τα αναπληρώνει από την αύξηση των τιμών. Οι κυρώσεις αφήνουν άθικτο το βασικό του «όπλο», ενώ ταυτόχρονα αυξάνει τις ποσότητες σε φιλικές χώρες, όπως στην Κίνα, όπου από Ιανουάριο έως Μάιο, οι ρωσικές ροές αυξήθηκαν κατά 67%. 

Το ερώτημα πόσο πιθανή είναι μια ύφεση στην παγκόσμια οικονομία κυριαρχεί στις αναλύσεις. Επιτελικά στελέχη και CEOs κορυφαίων επιχιερηματικών ομίλων διεθνώς που ερωτήθηκαν σχετικά σε έρευνα του Conference Board, απάντησαν σε ποσοστό άνω του 60% ότι η ύφεση θα χτυπήσει οπωσδήποτε μέσα στο 2023, αν δεν βρίσκεται ήδη εδώ. Όσο για την Ελλάδα, κάθε αύξηση 10 ευρώ του φυσικού αερίου, «τρώει» 500-600 εκατ. ευρώ από το ΑΕΠ. Και για κάθε 10 ευρώ αύξηση της τιμής του αερίου, ο προϋπολογισμός χρειάζεται να βάζει 300-400 εκατ. ευρώ για να ισορροπεί τις τιμές στο ρεύμα.

Θα αποφύγουμε το δελτίο;

Οι τιμές είναι το ένα μέρος του προβλήματος. Το δεύτερο είναι κατά πόσο η Ευρώπη θα αποφύγει το δελτίο στην ενέργεια.

Η προαναγγελία της Ιταλίας, ανάμεσα στις πλέον εξαρτημένες ενεργειακά χώρες από τη Μόσχα, ότι εξετάζει σχέδιο εκτάκτου ανάγκης αν η Gazprom δεν επαναφέρει τις ροές, σημαίνει ακόμη και πλαφόν στην κατανάλωση αερίου και ρεύματος το χειμώνα σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις, μείωση της βιομηχανικής παραγωγής και άλλα μέτρα προκειμένου να δοθεί προτεραιότητα στην κάλυψη των αναγκών κρίσιμων υποδομών, όπως τα νοσοκομεία.

Θα σβήσουν τα φώτα στην Ευρώπη; Αναλυτές της Capital Economics δεν αποκλείουν καθόλου αυτό το σενάριο, θυμίζοντας τι συνέβη στη Βρετανία το 1974. Όταν οι εμπορικοί καταναλωτές είχαν μόλις τρεις ημέρες ρεύματος ανά εβδομάδα, για ένα διάστημα που κράτησε λίγο πάνω από δύο μήνες. Το έλεγαν «η εβδομάδα των τριών ημερών» (Τhe Three-Day Week). Μείωση 15% στην κατανάλωση ρεύματος σε κάποιες περιοχές είχε επιβάλει το 2012, και η Ιαπωνία, όταν η καταστροφή της προηγούμενης χρονιάς στη Φουκουσίμα οδήγησε στο κλείσιμο των πυρηνικών σταθμών. Το ίδιο συνέβη και στη Βραζιλία το 2001, έπειτα από περίοδο σοβαρής ξηρασίας που περιόρισε την παραγωγή στα υδροηλεκτρικά. 

Είναι προετοιμασμένες οι ευρωπαϊκές κοινωνίες για κάτι τέτοιο; Είναι ικανά τέτοια - αδιανόητα μέχρι πριν από μερικούς μήνες - σενάρια να πυροδοτήσουν ένα εκρηκτικό κοκτέιλ από κοινωνικές εντάσεις, έξαρση λαϊκισμού και πολιτική αστάθεια, όπως ακριβώς δηλαδή επιδιώκει ο Ρώσος πρόεδρος, προκειμένου να αναγκάσει την Ευρώπη να «συνθηκολογήσει»;

Η ζήτηση από Ασία

Σε ερωτήματα σαν αυτά, η μοναδική απάντηση είναι ότι για να μην βρεθεί η Ευρώπη σε τόσο δύσκολη θέση, πρέπει να καταφέρει ως το χειμώνα να βρει άλλες πηγές ή να έχει γεμίσει τις αποθήκες της. Ούτε αυτό το εγχείρημα μοιάζει εύκολο, παρά τις διαβεβαιώσεις των Ευρωπαίων αξιωματούχων. Η νέα «καταιγίδα» στις τιμές δυσκολεύει την προσπάθεια των ευρωπαϊκών εταιρειών να αυξήσουν τα εθνικά αποθέματα φυσικού αερίου.

H έκρηξη τιμών στα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια, εν προκειμένω στο ολλανδικό TTF, βασικό κόμβο διαπραγμάτευσης για όλη την Ευρώπη, συμπαρασύρει και τις τιμές στη σποτ αγορά του LNG. Εκεί όμως η ζήτηση είναι ήδη μεγάλη, καθώς Κορέα, Ιαπωνία και Ινδία σπεύδουν από τώρα να εισάγουν ό,τι προλαβαίνουν και αγοράζουν μαζικά φορτία για το χειμώνα, βλέποντας ότι τα δύσκολα έρχονται.

Ο σκληρός ανταγωνισμός στην αγορά των φορτίων υγροποιημένου αερίου θα αυξήσει κι άλλο τις τιμές, προβλέπει η Sanford C. Bernstein. Κι όλα αυτά χωρίς ακόμη να έχει μπει στο παιχνίδι των παραγγελιών η Κίνα, ο νούμερο ένα ενεργειακός καταναλωτής στην Ασία. Οι αναλυτες εκτιμούν ότι οι τιμές spot αναμένεται να αυξηθούν πάνω από $30 ανά εκατομμύριο Btu έως το τέλος του έτους, ενώ σήμερα κινούνται κοντά στα $25 και θα παραμείνουν υψηλά για τα επόμενα δύο χρόνια, εάν δεν υπάρξει παγκόσμια ύφεση.

Τα πάντα με άλλα λόγια δείχνουν νέα έκρηξη τιμών. Η Ευρώπη θα «ματώσει» οικονομικά για να γεμίσει τις αποθήκες της και το ερώτημα είναι ποιος θα επωμιστεί τα κόστη. Στο σενάριο μάλιστα που βρεθεί αντιμέτωπη με μεγάλη έλλειψη αερίου το χειμώνα και όλες οι εταιρείες ψάχνουν για καράβια με φορτία LNG, πιθανότατα να μην μπορεί να τα βρει αφού θα υπάρξει στενότητα.

Οι αποθήκες και το «παιχνίδι» της Μόσχας

Την ίδια στιγμή η Μόσχα κάνει ό,τι περνάει από το χέρι της για να δυσκολέψει τον ευρωπαϊκό στόχο να αυξηθεί η στάθμη αερίου στις ευρωπαϊκές αποθήκες. Η μείωση των ρωσικών ροών μέσω του Nord Stream (ενός εκ των δύο βασικών αγωγών προς Ευρώπη, ο άλλος είναι ο Yamal), προς Ιταλία, Γερμανία, Αυστρία και Τσεχία, αποσκοπεί ακριβώς σε αυτό. Όχι να προκαλέσει άμεσα προβλήματα στη ζωή των Ευρωπαίων, αλλά να απομακρύνει το στόχο να έχουν αυξήσει ως το χειμώνα τα αποθέματά τους.

Η Gazprom μειώνει τις ροές, γνωρίζοντας ότι πολλές χώρες, εκμεταλλευόμενες τη μειωμένη ζήτηση λόγω θέρους, χρησιμοποιούν το ρωσικό αέριο για ενίσχυση των αποθεματικών. Η Κομισιόν έχει βάλει ως στόχο η χωρητικότητα στις ευρωπαϊκές αποθήκες να φτάσει τουλάχιστον το 90% μέχρι τέλη Οκτωβρίου. Αλλά στην Ιταλία τα αποθέματα είναι σήμερα στο 52%. Σε παρόμοια επίπεδα κινούνται τα ποσοστά πλήρωσης, σύμφωνα με την Eurasia, και στην υπόλοιπη Γηραιά Ήπειρο. 

Δυσκολίες συναντούν οι Ευρωπαίοι και ως προς τις συμφωνίες για μαζικές παραγγελίες με τρίτους παραγωγούς. Άσχημα μαντάτα για τον ενεργειακό εφοδιασμό της Ευρώπης ήρθαν προ ημερών από την αμερικανική Freeport LNG - παγκόσμιο ηγέτη στις εξαγωγές υγροποιημένου αερίου - η οποία ανακοίνωσε ότι έπειτα από πυρκαγιά που ξέσπασε στις εγκαταστάσεις της στο Τέξας, θα δυσκολευτεί να εξάγει LNG ως τα τέλη του χρόνου.

Η υποδομή της στο Τεξας λαμβάνει και επεξεργάζεται καθημερινά το 16% της συνολικής εξαγωγικής ικανότητας αμερικανικού υγροποιημένου αερίου. Ακόμη και αν η Ευρώπη καταφέρει να υποκαταστήσει το κενό μέσω τρίτων, η έλλειψη από τις ποσότητες της Freeport στην παγκόσμια αγορά, θα φέρει αναπόφευκτα άνοδο τιμών.

Που βρισκόμαστε στην Ελλάδα

Στο ζήτημα των τιμών δεν μπορούν να γίνουν πολλά. Στο ζήτημα όμως της επάρκειας, η Ελλάδα βρίσκεται συγκριτικά με άλλες χώρες σε καλύτερη θέση. Η Γερμανία για παράδειγμα, από τις πιο ευάλωτες οικονομίες στον ενεργειακό πόλεμο του Πούτιν, έχει ετήσια κατανάλωση αερίου 96 bcm χωρίς να διαθέτει μεγάλους LNG terminals. Τώρα σπεύδει να τους κατασκευάσει. Στον αντίποδα η Ελλάδα, διαθέτει την υπό αναβάθμιση Ρεβυθούσα, ενώ η ετήσια κατανάλωση αερίου είναι σχετικά χαμηλή και κινείται στα 7 bcm.

Εξ αυτών, 1 bcm εισέρχεται μέσω του αγωγού TAP και είναι αζέρικο (για το οποίο δεν υπάρχει κίνδυνος διακοπής), ενώ τα υπόλοιπα 6 bcm αφορούν ρωσικό μέσω του Turkstream και φορτία LNG. Ήδη κάθε μήνα «δένουν» πλέον στην υποδομή του ΔΕΣΦΑ κοντά στα 10-11 πλοία. Η αναβάθμιση της Ρεβυθούσας μέσω της πλωτής δεξαμενής (FSU) που πρόκειται να τεθεί σε λειτουργία μέσα στο καλοκαίρι, αυξάνει τη χωρητικότητά της από 225.000 κυβικά μέτρα σε 355.000 κυβικά και συνιστά την πιο βασική ελληνική γραμμή «άμυνας» απέναντι στα χειρότερα.

Έτερος πυλώνας ασφάλειας, ο λιγνίτης. Η Ελλάδα, όπως και άλλες χώρες, επιστρέφουν προσωρινά σε αυτόν, με τη ΔΕΗ να έχει πάρει εντολή να «χτίσει» αποθέματα το καλοκαίρι, στοχεύοντας σε 16,5 εκατομμύρια τόνους καυσίμου έως την άνοιξη του 2023.

Τα παραπάνω δεν είναι παρά το σχέδιο άμυνας της χώρας. Τίποτα δεν μπορεί να αποκλείσει ότι αν τα πράγματα φτάσουν στα άκρα, το ρωσικό καθεστώς κλιμακώσει και αποφασίσει να κόψει και από την Ελλάδα το αέριο, τιμωρώντας τη για τη μέχρι τώρα στάση της στην Ουκρανία, η κυβέρνηση δεν θα βρεθεί αντιμέτωπη με δύσκολες πολιτικά επιλογές το χειμώνα 2022-2023, όπως οι περιορισμοί στην ενεργειακή κατανάλωση νοικοκυριών και επιχειρήσεων, μέσα σε μια συγκυρία νέας έξαρσης τιμών.