Η ανακοίνωση του εκπροσώπου Τύπου του Ρώσου προέδρου χθες το μεσημέρι δεν ήταν ακριβώς έκπληξη αλλά δεν παύει να είναι μία αρνητική είδηση που προκαλεί ανησυχία και προβληματισμό. Το τελευταίο διάστημα η ρωσική πλευρά είχε εκφράσει πολλές φορές την δυσφορία της για τον τρόπο εφαρμογής της συμφωνίας που είχε συναφθεί πριν σχεδόν ένα χρόνο και από τότε επέτρεψε την ασφαλή μεταφορά πάρα πολλών φορτίων με αγροτικά προϊόντα από τα ουκρανικά λιμάνια της Μαύρης Θάλασσας προς διάφορες χώρες του κόσμου.
Το βασικό ρωσικό παράπονο φαίνεται πως ήταν η αδυναμία του ΟΗΕ να διευκολύνει τις εξαγωγές του ρωσικού σιταριού και των λιπασμάτων, καθώς αυτό ήταν ένα από τα βασικά σημεία της συμφωνίας που είχε επιτευχθεί πέρυσι τον Ιούλιο μεταξύ των δύο εμπόλεμων μερών με τη μεσολάβηση του ΟΗΕ και της Τουρκίας. Ουσιαστικά, η συμφωνία είχε πάψει πλέον να είναι λειτουργική τις τελευταίες εβδομάδες.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του Bloomberg, από το τέλος του Ιουνίου και μετά κανένα πλοίο δεν είχε προσεγγίσει τα ουκρανικά λιμάνια με βάση τη συμφωνία, ενώ χθες μόνο ένα πλοίο βρισκόταν στον ασφαλή διάδρομο, ευρισκόμενο στον δρόμο προς την Κωνσταντινούπολη έχοντας αποπλεύσει από την Οδησσό το Σαββατοκύριακο. Το τελευταίο διάστημα είχε χειροτερέψει πολύ και η κατάσταση στον τομέα των επιθεωρήσεων των φορτίων αυτών των πλοίων, ενώ η Ρωσία είχε αποκλείσει στην ουσία το ένα από τα τρία ουκρανικά λιμάνια που περιλαμβάνονταν στη συμφωνία που έληξε χθες χωρίς να ανανεωθεί.
Στο μήνυμα που είχε απευθύνει την 1η Ιουνίου ο εκπρόσωπος του γενικού γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, είχε αναφερθεί στο θέμα των μεγάλων καθυστερήσεων στους ελέγχους, όπως και στο γεγονός πως οι εξαγωγές τον Μάιο ήταν οι μισές σε ποσότητα από αυτές του Απριλίου. Δεν αποκλείουμε την πιθανότητα οι εξαγωγές του Ιουνίου να ήταν ακόμα μικρότερες.
Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε αν αυτά που ανέφερε ο Ντμίτρι Πεσκόφ στις χθεσινές του δηλώσεις είναι αληθινά ή όχι, ούτε έχει νόημα να ψάξουμε εμείς να βρούμε αν πίσω από την ρωσική απόφαση κρύβεται και κάτι άλλο. Δεν μπορούμε να αποκλείσουμε την πιθανότητα να υπάρχει κάποια σχέση μεταξύ του «θανάτου» της συμφωνίας και της μυστηριώδους – προς το παρόν – έκρηξης στην γέφυρα που συνδέει την Κριμαία με την Ρωσία, παρά το γεγονός πως ο Πεσκόφ το διέψευσε κατηγορηματικά και τόνισε πως η απόφαση ήταν ήδη ειλημμένη λόγω του κακού τρόπου εφαρμογής της συμφωνίας.
Αυτό που έχει σημασία είναι πως από εδώ και στο εξής θα μειωθούν κατακόρυφα ή θα σταματήσουν ολοκληρωτικά οι εξαγωγές ουκρανικών αγροτικών προϊόντων προς τον υπόλοιπο κόσμο δια θαλάσσης. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει πως θα σταματήσουν γενικά οι εξαγωγές, καθώς είναι γνωστό πως από το ξεκίνημα του πολέμου και μετά έχουν αναπτυχθεί διάφορα δίκτυα μεταφοράς αυτών των προϊόντων μέσα από διάφορες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Τα φορτία που φεύγουν με τρένα, φορτηγά και ποταμόπλοια από την Ουκρανία καταλήγουν σε αποθηκευτικούς χώρους στην Ρουμανία, την Πολωνία, την Ουγγαρία και άλλες χώρες και από εκεί βρίσκουν τον δρόμο τους για διάφορους εξαγωγικούς προορισμούς. Αυτό όμως δεν αναιρεί το γεγονός πως η εξαγωγή των ουκρανικών αγροτικών προϊόντων είναι πολύ πιο δαπανηρή και χρονοβόρα μέσω αυτών των ενναλακτικών οδών απ’ ότι μέσω των πλοίων που φεύγουν από τα λιμάνια της, ενώ υπάρχουν και σοβαρές αντιδράσεις από τους αγρότες των χωρών μέσα από τις οποίες περνούν ή αποθηκεύονται οι ουκρανικές εξαγωγές.
Οι αγρότες αυτοί είναι δυσαρεστημένοι γιατί βλέπουν πως γίνεται πιο δύσκολη η πώληση των δικών τους σιτηρών και δημητριακών, καθώς τα ουκρανικά είναι σε γενικές γραμμές πιο φθηνά.
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της αρμόδιας υπηρεσίας του ΟΗΕ κατά τους δώδεκα μήνες που μεσολάβησαν από την έναρξη εφαρμογής της συμφωνίας, μεταφέρθηκαν από τα λιμάνια της Ουκρανίας περίπου 33 εκατομμύρια τόνοι αγροτικών προϊόντων. Από αυτά, τα 8 εκατομμύρια κατέληξαν στην Κίνα, περίπου 6 εκατομμύρια στην Ισπανία, 3,23 εκατομμύρια στην Τουρκία, 2,06 εκατομμύρια στην Ιταλία, 1,96 εκατομμύρια στην Ολλανδία, 1,55 εκατομμύρια στην Αίγυπτο και λίγο πάνω από ένα εκατομμύριο τόνοι στο Μπανγκλαντές.
Λίγο πάνω από το μισό αυτών των αγροτικών προϊόντων φορτίων, κοντά στα 17 εκατομμύρια τόνους ήταν φορτία καλαμποκιού, περίπου 8 εκατομμύρια τόνοι ήταν φορτία σιταριού, ενώ κοντά στα 4 εκατομμύρια τόνοι ήταν φορτία αλευριού, ελαίου και σπόρων ηλίανθου. Συνεχίζοντας την εξέταση των στατιστικών στοιχείων βλέπουμε πως το 57% των φορτίων κατέληξε σε αναπτυσσόμενες χώρες και το 43% σε ανεπτυγμένες.
Ενδιαφέρον έχει και το γεγονός πως το 44% των φορτίων κατέληξε σε χώρες με υψηλό κατά κεφαλή εισόδημα (σύμφωνα με τα κριτήρια της Παγκόσμιας Τράπεζας), το 37% σε χώρες με κατά κεφαλήν εισόδημα άνω του μετρίου, το 17% σε χώρες με κατά κεφαλή εισόδημα κάτω του μετρίου και το 3% σε χώρες με χαμηλό κατά κεφαλήν εισόδημα.
Όπως και να κοιτάξουμε αυτά τα στατιστικά στοιχεία, είναι γεγονός πως πρόκειται για σημαντικές ποσότητες που ικανοποίησαν την ζήτηση σε διάφορες περιοχές του κόσμου ενώ μέρος τους κατευθύνθηκε προς διάφορα στρατόπεδα προσφύγων υπό την αιγίδα του ΟΗΕ.
Το γεγονός πως ο εύκολος και φθηνότερος τρόπος εξαγωγής αυτών των προϊόντων φαίνεται πως δεν θα είναι πλέον διαθέσιμος βάζει στην παγκόσμια αγορά αγροτικών προϊόντων και τροφίμων έναν σημαντικό παράγοντα κινδύνου. Αυτό φάνηκε αμέσως μετά τις ανακοινώσεις του εκπροσώπου του Κρεμλίνου, όταν οι τιμές του σιταριού και του καλαμποκιού ανέβηκαν αμέσως κατά 4,2% και 2,5% αντίστοιχα σε διάστημα μερικών δευτερολέπτων.
Στην συνέχεια τα πράγματα ηρέμησαν, ίσως γιατί οι αγορές σκέφθηκαν πως τα επίπεδα αποθεμάτων βρίσκονται σε αρκετά καλό επίπεδο στην περίπτωση του καλαμποκιού που είναι το βασικότερο ουκρανικό εξαγωγικό αγροτικό προϊόν και πως στην περίπτωση του σιταριού η συμμετοχή της Ουκρανίας στην παγκόσμια αγορά δεν είναι τόσο σημαντική όσο σε αυτή του καλαμποκιού.
Μπορεί οι αγορές να επηρεάστηκαν και από τις δηλώσεις του Τούρκου προέδρου Ερντογάν, ο οποίος υποσχέθηκε πως θα προσπαθήσει να πείσει τον Ρώσο ομόλογό του να επανεξετάσει την στάση του κάποια στιγμή τις επόμενες εβδομάδες.
Όπως ξέρουμε όμως, οι νευρικές αντιδράσεις των αγορών δεν αποτελούν πάντα ασφαλείς ενδείξεις για το τι μπορεί να γίνει τους επόμενους μήνες. Στην περίπτωση της διεθνούς αγοράς αγροτικών προϊόντων και τροφίμων, μπορεί οι αγορές να φέρονται με ψυχραιμία αλλά αυτό δεν σημαίνει πως δεν υπάρχει κανένας κίνδυνος.
Όπως δήλωσε στο Bloomberg ο υπεύθυνος της Rabobank για τις αγορές αγροτικών προϊόντων, το αυξημένο μεταφορικό κόστος που συνεπάγεται η χρήση εναλλακτικών διαδρομών για τις εξαγωγές από την Ουκρανία αυξάνει τον κίνδυνο να έχουμε μείωση της ουκρανικής παραγωγής τα επόμενα χρόνια. Αυτό δεν σημαίνει πως θα αυξηθούν οπωσδήποτε οι τιμές των αγροτικών προϊόντων, αυξάνει όμως τις πιθανότητες να γίνει κάτι τέτοιο, καθώς οι αντίξοες καιρικές συνθήκες σε μερικές από τις βασικότερες παραγωγούς χώρες αγροτικών προϊόντων έχουν δημιουργήσει σοβαρές αμφιβολίες για το ύψος και την ποιότητα της συγκομιδής τους επόμενους μήνες.
Αναφερόμαστε στην ξηρασία που έχει πλήξει την Αργεντινή και έχει δημιουργήσει σοβαρά προβλήματα στην συγκομιδή των φασολιών σόγιας και στις καλλιέργειες καλαμποκιού. Επίσης, σοβαρές είναι ήδη οι ανησυχίες για την επίδραση των καιρικών συνθηκών στις καλλιέργειες του ζαχαροκάλαμου και του ρυζιού στις μεγάλες ασιατικές εξαγωγικές δυνάμεις όπως η Ινδία και η Ταϋλάνδη. Μπορεί η κατάσταση εκτάκτου ανάγκης που είχαμε ζήσει στο πρώτο εξάμηνο του 2022 να έχει κάπως ξεχαστεί και οι τιμές των σημαντικών προϊόντων όπως το σιτάρι, το καλαμπόκι και τα φασόλια σόγιας να έχουν υποχωρήσει από τις πολύ υψηλές τιμές που είχαν φθάσει τότε, αλλά οι χθεσινές εξελίξεις αναγκαστικά ξαναφέρνουν στην μνήμη μας την μεγάλη ανησυχία που υπήρχε τότε.
Αποτέλεσμα των πολύ υψηλών τιμών που είχαν διαμορφωθεί τότε στις διεθνείς αγορές είναι και οι πολύ υψηλές τιμές των τροφίμων στα καταστήματα λιανικής πώλησης ανά τον κόσμο, καθώς οι αυξήσεις των τιμών στα διεθνή χρηματιστήρια εμπορευμάτων δεν μεταφέρονται στα τελικά προϊόντα μέσα σε μία μέρα. Δεν υποχωρούν όμως και γρήγορα, ίσως μάλιστα υποχωρούν με πιο αργούς ρυθμούς από αυτούς των αυξήσεων.
Υπό αυτή την έννοια, η λήξη της ισχύος αυτής της συμφωνίας αυξάνει τις πιθανότητες να καθυστερήσει η τελική υποχώρηση των τιμών, η οποία έχει αρχίσει δειλά να κάνει την εμφάνισή της. Ειδικά αν επιβεβαιωθούν όσοι εκτιμούν πως οι καιρικές συνθήκες θα κάνουν τελικά σημαντική ζημιά σε πολύ σημαντικές καλλιέργειες στις μεγάλες παραγωγούς χώρες του κόσμου. Ας ελπίσουμε όμως πως όλα αυτά τα δυσοίωνα σενάρια τελικά δεν θα γίνουν πραγματικότητα, όσο λογική και αν είναι η ανησυχία.