Παρά το ότι η ημερομηνία των βουλευτικών εκλογών που ανακοίνωσε την Τρίτη ο πρωθυπουργός δεν θα έπρεπε να έχει εκπλήξει κανέναν μας, είναι γεγονός πως αμέσως μετά παρατηρήθηκε μία αύξηση των πωλήσεων στις περισσότερες μετοχές στο Χρηματιστήριο Αθηνών.
Χωρίς να υπάρχει κάποια αρνητική αφορμή από τις διεθνείς αγορές, είναι φανερό πως οι επενδυτές ένιωσαν ένα μικρό μούδιασμα καθώς ξεκίνησε πλέον και επισήμως η αντίστροφη μέτρηση προς την εκλογική αναμέτρηση ή τις εκλογικές αναμετρήσεις. Αναπόφευκτα το μυαλό των επενδυτών αλλά και όσων πολιτών ασχολούνται ενεργά με τα θέματα της οικονομίας και του χρηματιστηρίου πηγαίνει στις συνέπειες που μπορεί να έχει πάνω στην οικονομία και τις ελληνικές επιχειρήσεις και κατ’ επέκταση στο χρηματιστήριο.
Η αβεβαιότητα μπορούμε να πούμε πως είναι πολυεπίπεδη. Σε αντίθεση με ό,τι ίσχυε πριν από έναν μήνα, η πρόβλεψη του αποτελέσματος των εκλογών είναι πλέον αρκετά πιο δύσκολη. Ακόμα πιο δύσκολη είναι η οποιαδήποτε πρόβλεψη σχετικά με την σύνθεση της κυβέρνησης που θα προκύψει ύστερα από το τέλος της εκλογικής αναμέτρησης ή ακριβέστερα, των εκλογικών αναμετρήσεων.
Η επανεκλογή της σημερινής κυβέρνησης με κοινοβουλευτική αυτοδυναμία είναι το αποτέλεσμα που προφανώς προτιμά η πλειοψηφία των επενδυτών, εγχώριων και διεθνών. Αυτό το ενδεχόμενο, το οποίο μέχρι πρότινος συγκέντρωνε μεγάλες πιθανότητες πραγματοποίησης, θεωρείται τώρα λιγότερο πιθανό. Δεδομένου του ότι τυχόν κυβέρνηση συνασπισμού είναι πιθανόν να αλλάξει σε πολλά σημεία την τωρινή οικονομική πολιτική είναι προφανές πως έχει ανέβει πολύ το επίπεδο προβληματισμού των επενδυτών.
Ο προβληματισμός εντείνεται και από το γεγονός πως από τώρα μέχρι την πιθανολογούμενη δεύτερη εκλογική αναμέτρηση (αυτή την στιγμή δεν φαίνεται ιδιαίτερα πιθανός ο σχηματισμός κυβέρνησης από τις εκλογές της 21ης Μαΐου) μεσολαβούν τουλάχιστον τρεις μήνες. Και σαν να μην φθάνει αυτό, δεν λείπουν και τα σενάρια περί ανάγκης διεξαγωγής και τρίτης εκλογικής αναμέτρησης. Αυτά τα σενάρια δεν είναι πολύ πιθανά αλλά είναι βέβαιο πως αυξάνουν ακόμα περισσότερο το άγχος των επενδυτών.
Έχουμε λοιπόν τον βασικό παράγοντα αβεβαιότητας, δηλαδή το ποια θα είναι η κυβέρνηση που θα αναλάβει την διακυβέρνηση της χώρας μετά τις εκλογές, έχουμε όμως και τον άλλο παράγοντα, αυτόν της χρονικής διάρκειας αυτής της διαδικασίας. Οι τρεις μήνες είναι αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα και είναι βέβαιο πως θα υπάρξουν αρκετές αφορμές που θα φοβίσουν ή θα χαροποιήσουν τους επενδυτές και την αγορά.
Για όλο αυτό το διάστημα όμως το μυαλό τους θα πηγαίνει στους κινδύνους που μπορεί να αντιμετωπίσει η οικονομία της χώρας, οι ελληνικές επιχειρήσεις και το Χρηματιστήριο Αθηνών ανάλογα με τα πιθανά αποτελέσματα των εκλογών και την χρονική διάρκεια της συνολικής εκλογικής διαδικασίας. Οι κίνδυνοι μπορεί να είναι βραχυπρόθεσμοι αλλά και μακροπρόθεσμοι.
Ξεκινώντας από τους βραχυπρόθεσμους, μπορούμε εύκολα να εντοπίσουμε τον πρώτο: την πιθανολογούμενη καθυστέρηση στην αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας και στην επιστροφή μας στην «επενδυτική βαθμίδα». Όταν έρθει αυτή η αναβάθμιση θα βοηθήσει την ελληνική οικονομία αφού πιθανότατα θα συμβάλλει στην μείωση του κόστους δανεισμού της χώρας. Για τον ίδιο λόγο θα χαμηλώσει και το κόστος δανεισμού των ελληνικών επιχειρήσεων ενώ θα ανοίξει τον δρόμο για την έλευση και νέων θεσμικών επενδυτών για τα ελληνικά ομόλογα και τις μετοχές.
Όσο περισσότερο θα καθυστερήσει η αναβάθμιση τόσο το χειρότερο. Αυτή την στιγμή φαίνεται πως υπάρχουν αρκετές ανησυχίες στους επενδυτές και τους αναλυτές, οι οποίοι πιθανολογούν πως οι οίκοι αξιολόγησης θα διστάσουν να προχωρήσουν σε αυτό το βήμα πριν ξεκαθαρίσει το πολιτικό τοπίο στην χώρα.
Σε αυτούς δεν φαίνεται να περιλαμβάνονται αυτοί της Goldman Sachs, οι οποίοι χθες εξέδωσαν μία έκθεση στην οποία υποστήριζαν πως υπάρχει σημαντική πιθανότητα να δούμε την αναβάθμιση πριν τις εκλογές της 21ης Μαΐου. Το πόσο απασχολεί την αγορά το ζήτημα φάνηκε από την ανοδική αντίδραση στο Χρηματιστήριο Αθηνών μόλις δημοσιοποιήθηκε η έκθεση.
Ένα δεύτερο θέμα, πάλι βραχυπρόθεσμου χαρακτήρα, το οποίο απασχολεί αναλυτές και επενδυτές και έχει κυρίως σχέση με την χρονική διάρκεια των εκλογικών αναμετρήσεων είναι αυτό της πιθανής καθυστέρησης στην ολοκλήρωση διαγωνισμών του δημοσίου για μεγάλα έργα ή στην ολοκλήρωση άλλων που βρίσκονται σε προχωρημένο στάδιο. Είναι προφανές πως αν εμφανιστούν τέτοιες καθυστερήσεις θα υπάρχουν πολλαπλές αρνητικές συνέπειες.
Για την χώρα καθώς θα πάνε πίσω σημαντικά και απαραίτητα έργα, για τις κατασκευαστικές επιχειρήσεις καθώς θα πληγεί ο κύκλος εργασιών τους και γενικότερα για την οικονομία αφού αυτά τα έργα τονώνουν πολλούς επιχειρηματικούς τομείς και δημιουργούν και θέσεις εργασίας. Επίσης, δεν πρέπει να ξεχνάμε πως οι επενδύσεις που γίνονται με την στήριξη του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης έχουν στενά χρονικά περιθώρια και πιθανές μεγάλες καθυστερήσεις μπορεί να κοστίσουν στην χώρα μας την απώλεια πολύτιμων κεφαλαίων.
Σχεδόν βέβαιο είναι πως θα καθυστερήσει και η διαδικασία σταδιακής αποχώρησης του ελληνικού δημοσίου από το μετοχικό κεφάλαιο των μεγάλων συστημικών τραπεζών. Σε μία τέτοια περίπτωση θα αργήσει η είσπραξη σημαντικών χρηματικών ποσών από το δημόσιο όπως και η πλήρης απαγκίστρωση των τραπεζών από την πολιτική εξουσία, πράγμα απαραίτητο για την προσέλκυση καλής ποιότητας θεσμικών επενδυτών. Προφανώς, αυτή η πιθανή καθυστέρηση θα είναι αρνητική για το κλίμα στο Χρηματιστήριο Αθηνών και για την ίδια την Ε.Χ.Α.Ε.
Ένα άλλο ζήτημα που σχετίζεται με την χρονική διάρκεια των εκλογικών αναμετρήσεων είναι και η πιθανή καθυστέρηση στην ολοκλήρωση μεγάλων επιχειρηματικών συμφωνιών που αφορούν ελληνικές επιχειρήσεις και η ολοκλήρωσή τους θα ήταν τονωτική και για το επιχειρηματικό κλίμα στην χώρα και για τις ίδιες τις επιχειρήσεις και βέβαια και για το Χρηματιστήριο Αθηνών στην περίπτωση που αφορά εισηγμένες εταιρείες.
Μία ανησυχία που έχει πιο μακροπρόθεσμο χαρακτήρα και σχετίζεται άμεσα με το τελικό αποτέλεσμα της εκλογικής διαδικασίας και την ταυτότητα και το πρόγραμμα της νέας κυβέρνησης είναι προφανώς αυτή που αφορά στην οικονομική πολιτική που θα ακολουθήσει. Οι επενδυτές μάλλον θα προτιμούσαν την συνέχιση της ίδιας οικονομικής πολιτικής με την αυτοδύναμη επανεκλογή της παρούσας κυβέρνησης. Επειδή όμως αυτό φαίνεται σχετικά δύσκολο με βάση τις μέχρι τώρα δημοσκοπήσεις που έχουν δημοσιοποιηθεί, είναι λογικό για τους επενδυτές να ανησυχούν για το ενδεχόμενο αλλαγής πολιτικής.
Ειδικότερα, δεν βλέπουν καθόλου θετικά το ενδεχόμενο αύξησης των φορολογικών συντελεστών στα εισοδήματα των φυσικών και νομικών προσώπων. Οι εγχώριοι επενδυτές σίγουρα δεν θα θέλουν να δουν αύξηση των συντελεστών φορολόγησης των μερισμάτων. Επίσης, αρνητικό αντίκτυπο θα έχει και οποιαδήποτε αύξηση των επιβαρύνσεων στις μεταβιβάσεις περιουσιακών στοιχείων ή/και η επιβολή νέων βαρών στην ακίνητη περιουσία.
Προς το παρόν οι φόβοι αυτοί είναι περισσότερο αόριστοι καθώς δεν έχουν δημοσιοποιηθεί ακόμα τα λεπτομερή προεκλογικά προγράμματα των κομμάτων της αντιπολίτευσης που θα μπορούσαν να συμμετέχουν σε μία μελλοντική κυβέρνηση. Καθώς θα πλησιάζουμε προς τις εκλογές θα φανεί αν αυτοί οι φόβοι θα γίνουν πιο συγκεκριμένοι. Σπανίως η αύξηση της φορολογίας κάνει καλό στα χρηματιστήρια και κάτι αντίστοιχο συμβαίνει συνήθως και στην οικονομία.
Ένας φόβος περισσότερο πραγματικός και λιγότερο υποθετικός, καθώς βασίζεται σε πραγματικές δηλώσεις της ηγεσίας κομμάτων της αντιπολίτευσης, είναι αυτός για την ανάληψη από την μεριά μίας μελλοντικής κυβέρνησης μέτρων για την αύξηση της επιρροής της πάνω στην διοίκηση επιχειρήσεων στις οποίες το δημόσιο έχει σημαντική μετοχική συμμετοχή αλλά αυτή την περίοδο διοικούνται με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια. Προφανώς, ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα είναι εξαιρετικά αρνητικό για τις ίδιες τις επιχειρήσεις και το χρηματιστήριο. Θα είναι όμως εξαιρετικά αρνητικό για την χώρα και την οικονομία, όπως μας διδάσκει η πείρα του παρελθόντος.
Όπως είπαμε στην αρχή, έχουμε μπροστά μας ένα διάστημα τουλάχιστον τριών μηνών μέχρι το ξεκαθάρισμα της πολιτικής κατάστασης, υποθέτοντας πως θα χρειαστούν δύο εκλογικές αναμετρήσεις. Καθώς περνούν οι μέρες θα αρχίσουμε να καταλαβαίνουμε κατά πόσο οι ανησυχίες για την οικονομία και το χρηματιστήριο στις οποίες αναφερθήκαμε προηγουμένως είναι βάσιμες ή όχι, ακούγοντας τα ευρήματα των δημοσκοπήσεων και τις λεπτομέρειες των προγραμμάτων των κομμάτων. Όσο περισσότερο «κοκκινίζει» ο γενικός δείκτης του Χρηματιστηρίου Αθηνών τόσο πιο βάσιμες θα φαίνονται.