Η Μαλαισία προσπαθεί, εδώ και χρόνια, να μαζέψει τα δισεκατομμύρια που έκαναν φτερά από το κρατικό επενδυτικό ταμείο 1MDB. Κυνηγώντας μεγάλες επενδυτικές τράπεζες, ελεγκτικές εταιρείες, τον πρώην πρωθυπουργό της χώρας και φυσικά πρόσωπα σε όλο τον κόσμο, έχει καταφέρει να μαζέψει ένα μεγάλο μέρος των κλεμμένων χρημάτων. Οι προσπάθειές της, όπως και οι αντίστοιχες προσπάθειες και επιτυχίες των αμερικανικών αρχών με την υπόθεση Madoff, αποδεικνύουν πως όταν υπάρχει βούληση βρίσκεται τρόπος αποζημίωσης των θυμάτων.
Το επενδυτικό αναπτυξιακό ταμείο 1MDB, του οποίου η πλήρης ονομασία είναι 1Malaysia Development Bhd, δημιουργήθηκε το 2009, υπό την εποπτεία της κυβέρνησης της Μαλαισίας και του πρωθυπουργού Νατζίμπ Ραζάκ, με σκοπό την προώθηση επενδύσεων αναπτυξιακού χαρακτήρα. Οι πρώτες επενδύσεις του ήταν η αγορά εργοστασίων παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος και ο σχεδιασμός ενός νέου τομέα της πρωτεύουσας Κουάλα Λουμπούρ όπου θα συγκεντρώνονταν όλες οι χρηματοοικονομικές δραστηριότητες της πόλης. Για την προώθηση των επενδύσεών του, το 1MDB χρηματοδοτήθηκε κυρίως μέσω δανεισμού. Μέσα σε λίγα χρόνια δανείστηκε περίπου 12 δισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ, εκ των οποίων τα 8 προήλθαν από εκδόσεις ομολόγων που οργάνωσαν μεγάλες επενδυτικές τράπεζες των ΗΠΑ και της Ευρώπης. Ανάμεσά τους ξεχωρίζει η αμερικανική Goldman Sachs, μέσω της οποίας το 1MDB εξέδωσε ομόλογα αξίας 6,5 δις δολαρίων.
Αυτή την στιγμή το 1MDB στην ουσία δεν υπάρχει, είναι μία εταιρεία κουφάρι, η Μαλαισιανή κυβέρνηση του έχει αφαιρέσει όλα τα περιουσιακά στοιχεία, χρηματοδοτεί κάποια από τα σχέδια που είχε ξεκινήσει, και έχει αναλάβει όλες τις υποχρεώσεις του. Ο λόγος που έχουν συμβεί αυτά, είναι πως το 1MDB αποδείχθηκε μία από τις πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις κακοδιαχείρισης και υπεξαίρεσης κρατικών χρημάτων στην παγκόσμια οικονομική ιστορία. Μέχρι το 2015 τα πράγματα πήγαιναν σχετικά καλά, μέχρι που η αμερικανική εφημερίδα The Wall Street Journal δημοσίευσε ένα αποκαλυπτικό άρθρο το οποίο έκανε λόγο για μεταφορά εκατοντάδων εκατομμυρίων δολαρίων ΗΠΑ από τους τραπεζικούς λογαριασμούς του 1MDB σε αυτούς του Ραζάκ, ο οποίος ήταν ακόμα πρωθυπουργός της χώρας. Παρά τις αρχικές προσπάθειες συγκάλυψης του σκανδάλου, και την αρχική απαλλαγή του Ραζάκ από τις κατηγορίες εναντίον του, γρήγορα φάνηκε πως το 1MDB είχε υποστεί μία πραγματική λεηλασία. Η έκταση της λεηλασίας φάνηκε καθαρά μετά την εκλογική ήττα του Ραζάκ το 2018 και τις έρευνες που έκανε η νέα κυβέρνηση, σε συνεργασία με τις αμερικανικές αλλά και ευρωπαϊκές αρχές.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα αυτών των ερευνών, τουλάχιστον 4,5 δισεκατομμύρια δολάρια είχαν «φύγει» με διάφορους παράνομους τρόπους από το 1MDB. Εκατοντάδες εκατομμύρια κατέληξαν, σύμφωνα με τις κατηγορίες, στον Ραζάκ, ο οποίος τελικά παραπέμφθηκε σε δίκη και καταδικάστηκε σε φυλάκιση 12 ετών (αυτή την στιγμή εκδικάζεται η έφεσή του). Πολλές άλλες εκατοντάδες εκατομμύρια κατέληξαν σε διάφορους μεσάζοντες όπως ο Τζο Λόου, που εμφανιζόταν ως σύμβουλος του 1MDB και φέρεται να έχει καταχρασθεί σχεδόν ένα δις δολάρια. Με τα χρήματα αυτά αγοράστηκαν πανάκριβα έργα τέχνης, πολυτελείς θαλαμηγοί, προνομιούχα διαμερίσματα στο Μανχάταν της Νέας Υόρκης και χρηματοδοτήθηκαν κινηματογραφικά έργα, με πιο γνωστό από αυτά τον «Λύκο της Wall Street», την μεγάλη επιτυχία του Λεονάρντο ντι Κάπριο. Και ένα σημαντικό χρηματικό ποσό κατέληξε στις επενδυτικές τράπεζες σαν αμοιβή για τις υπηρεσίες τους στην έκδοση των ομολόγων με τα οποία δανειζόταν το 1MDB. Μόνο η Goldman Sachs είχε εισπράξει αμοιβές 600 εκατομμυρίων δολαρίων.
Οι Μαλαισιανές αρχές δεν έμειναν με σταυρωμένα χέρια. Εδώ και τρία χρόνια έχουν αρχίσει ένα ανελέητο κυνηγητό όσων έχουν εμπλακεί σε αυτή την θρασύτατη κλοπή. Η Goldman Sachs αναγκάστηκε να συμφωνήσει σε πληρωμή 2,4 δισεκατομμυρίων δολαρίων προς την Μαλαισιανή κυβέρνηση, αφού ένα σημαντικό μέρος των κλεμμένων πέρασε μέσα από αυτήν προς τον Λόου και τους υπόλοιπους συνωμότες. Πέρα από τα 2,4 δις, έχει συμφωνήσει να πληρώσει άλλα 1,4 δις αν η Μαλαισία δεν καταφέρει να μαζέψει όλα τα κλεμμένα. Μία τοπική τράπεζα, η οποία είχε παίξει και αυτή σημαντικό ρόλο στην υπόθεση, συμφώνησε να πληρώσει σχεδόν 700 εκατομμύρια δολάρια. Τα έργα τέχνης, τα διαμερίσματα, οι θαλαμηγοί, έχουν κατασχεθεί και αποδίδονται με διάφορους τρόπους στην κυβέρνηση της χώρας, οι παραγωγοί του Λύκου της Wall Street θα επιστρέψουν τουλάχιστον 60 εκατομμύρια δολάρια, ενώ και ο Λόου, ο οποίος κρύβεται, έχει δεχθεί να επιστρέψει σχεδόν όλο το υπεξαιρεθέν ποσό.
Μέχρι τώρα, έχουν ανακτηθεί με διάφορους τρόπους περί τα 4,3 δισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ. Οι προσπάθειες όμως συνεχίζονται, αφού το 1MDB φαίνεται πως χρειάζεται τουλάχιστον 5 δις ακόμα, αφού ο δανεισμός που είχε αναλάβει δεν μπορεί να εξυπηρετηθεί πέρα από το 2023. Σε αυτά τα πλαίσια, η Μαλαισία έχει προσφύγει δικαστικά εναντίον πολλών άλλων τραπεζών, ενώ πολύ πρόσφατα στράφηκε εναντίον της διεθνούς ελεγκτικής εταιρείας KPMG και των ανώτατων στελεχών της, ζητώντας αποζημίωση 5,6 δις δολαρίων ΗΠΑ, λόγω των πλημμελών ελέγχων που διεξήγαγαν το 2012 και το 2013. Η υπόθεση 1MDB δεν θα τελειώσει σύντομα, αλλά είναι σχεδόν σίγουρο πως το ποσό που θα ανακτηθεί θα μεγαλώσει κατά πολύ μέσα στους επόμενους μήνες.
Η συστηματική προσπάθεια των αρχών της Μαλαισίας να ανακτήσουν τα κλεμμένα χρήματα, και οι μέχρι τώρα επιτυχίες τους, φέρνουν στο μυαλό μας την αντίστοιχη προσπάθεια των αμερικανικών αρχών για την ανάκτηση των χρημάτων που είχαν χάσει τα θύματα της μεγάλης απάτης του πρόσφατα αποβιώσαντος Bernard Madoff. Όπως μπορεί κάποιος εύκολα να δει στην ιστοσελίδα της ομάδας των δικηγόρων που έχουν αναλάβει αυτό το δύσκολο έργο, από το 2009 μέχρι σήμερα έχουν ανακτηθεί περίπου 14,4 δισεκατομμύρια δολάρια και έχουν αποδοθεί στα θύματα της απάτης περίπου 13,6 δις. Όπως υποστηρίζουν ο Irving Picard και οι συνεργάτες του, έχει ήδη αποδοθεί περίπου τα 75% των κλεμμένων χρημάτων.
Βλέποντας τον, μάλλον επιτυχημένο, τρόπο με τον οποίον έχουν κινηθεί οι αρχές της Μαλαισίας και των ΗΠΑ στις περιπτώσεις αυτών των δύο μεγάλων σκανδάλων, αναρωτιέμαι αν θα δούμε κάτι τέτοιο και στην χώρα μας, π.χ. στην περίπτωση της ΦΟΛΙ ΦΟΛΛΙ, όπου έχουν εξαπατηθεί χιλιάδες μέτοχοι και ομολογιούχοι, κυρίως από την διοίκηση αλλά ίσως και από τις επενδυτικές τράπεζες που οργάνωναν τις ομολογιακές εκδόσεις, οι οποίες (υποθέτουμε άθελά τους) βοήθησαν την διοίκηση να συνεχίσει να κρύβει την πραγματική κατάσταση της εταιρείας. Επειδή η ελπίδα πεθαίνει τελευταία, μακάρι να ακούσουμε σύντομα κάποια σχετικά νέα.