Το 2021 ήταν για τους ισολογισμούς των εισηγμένων μια μεγάλη ανάσα για την κερδοφορία και τη ρευστότητα. Τα λειτουργικά κέρδη για πρώτη φορά στην ιστορία των εισηγμένων εταιριών ξεπέρασαν τα 10 δισ. ευρώ ενώ οι κερδοφόρες εταιρίες επικράτησαν ισχυρά πλειοψηφικά σε ποσοστό 76% έναντι των ζημιογόνων εταιριών. Η επίδοση των κερδών δεν έμεινε χωρίς το ουσιώδες αντίκρισμα της ρευστότητας καθώς ο καθαρός δανεισμός των εισηγμένων μειώθηκε κατά 5,2% ενώ τα μερίσματα θα προσεγγίσουν τα 2 δισ. ευρώ όταν προστεθούν οι εταιρίες που αναμένονται να ανακοινώσουν κατά τη διάρκεια των τακτικών Γενικών Συνελεύσεων.
Από το τρίτο τρίμηνο είχε διαφανεί ότι η χρήση θα κινηθεί σε υψηλότερους ρυθμούς από το 2019 το οποίο συνέβη με το 70% των εταιριών στις τρεις βασικές γραμμές των αποτελεσμάτων. Αυτό το οποίο έδειξε η τελική εικόνα όταν ολοκληρώθηκε η προσθήκη και του δ’ τριμήνου ήταν μια ακόμα ευχάριστη έκπληξη: το 44% των εισηγμένων εταιριών πέτυχαν ιστορικά υψηλές επιδόσεις (σ.σ. από την έναρξη εφαρμογής των ΔΛΠ -2004) στην περυσινή χρήση για τα λειτουργικά τους αποτελέσματα και το 30% των εταιριών έκαναν νέο ρεκόρ στην καθαρή κερδοφορία. Οι επιδόσεις αυτές δεν είναι απλά ικανοποιητικές αλλά άριστες αφού δεν αφορούν μεμονωμένες περιπτώσεις ή είναι ειδικών συνθηκών που αφορούσαν ένα ή δυο κλάδους αλλά έχουν μια ευρεία διάχυση στο σύνολο των εισηγμένων εταιριών.
Για τις εμποροβιομηχανικές εταιρίες τα 4 δισ. ευρώ στην καθαρή κερδοφορία είναι η καλύτερη επίδοση όλων των εποχών και βοηθήθηκε από έκτακτα μη οργανικά κέρδη στις εταιρίες ακινήτων, τα διυλιστήρια, τη μεταλλουργία, επιδοτήσεις, την πώληση συμμετοχών σε διάφορες εταιρίες (Intracom, Quest, ΟΤΕ) ή έγγραφές που συνδέονταν με εγγραφές μείωσης χρέους (Intralot). Στον αντίποδα οι τιτλοποιήσεις των τραπεζών επιβάρυναν το σύνολο της κερδοφορίας ενώ ζημιές πρόσθεσαν οι απομειώσεις στον κατασκευαστικό κλάδο.
Βέβαια τι αξία έχουν όλα αυτά τα ρεκόρ όταν έχουν μεσολαβήσει 125 ημέρες και ένας πόλεμος έχει αλλάξει προς το χειρότερο τα βασικά στοιχεία κόστους; Μιλάμε για μεγέθη που για την πλειοψηφία των εταιριών θα είναι δύσκολο να επαναληφθούν λαμβάνοντας υπόψη την επικρατούσα οικονομική συγκυρία. Ας πούμε ότι οι εισηγμένες έφτιαξαν ένα νέο σημείο αναφοράς ως προς τη δυνατότητα διεύρυνσης των μεγεθών τους, την παραγωγική τους ικανότητα και την αξιοποίηση των πόρων τους.
Πέρα όμως από τη θεωρία, δημιούργησαν και το λεγόμενο «λίπος» το οποίο μεταφράζεται σε αύξηση των ιδίων κεφαλαίων (+10%) και της ταμειακής ρευστότητας (+26,6%) και εν τέλει στη βελτίωση του προφίλ του πιστοληπτικού αξιόχρεου. Η κρίση βρίσκει τους ισολογισμούς ικανοποιητικά προετοιμασμένους και ακόμα και αν η φετινή χρονιά μείνει πίσω σε επιδόσεις σε σχέση με πέρυσι, υπάρχουν πλέον αρκετές δυνάμεις που μπορούν να καλύψουν το χαμένο έδαφος. Τουλάχιστον για όσες εταιρίες «τραβάνε το κάρο του ΧΑ» και έχουν μια στοιχειωδώς σοβαρή συμπεριφορά προς τους μετόχους της μειοψηφίας.
Τι δείχνουν οι ισολογισμοί 145 εισηγμένων εταιρειών