Μπορεί να είναι νωρίς για τον απολογισμό της πορείας των χρηματιστηριακών αγορών του 2021 και για τις προβλέψεις για το 2022. Άλλωστε οι απολογισμοί, έχουν αξία για να δούμε τι κάναμε σωστά, τι κάναμε στραβά και γιατί. Διότι στα χρηματιστήρια εκ του αποτελέσματος κρίνονται όλα. Οι συγκρίσεις των αποδόσεων των χαρτοφυλακίων μας, με τις αντίστοιχες αποδόσεις των μετοχών, των παραγώγων, των εμπορευμάτων, των δεικτών και των υπολοίπων επενδυτικών εργαλείων, μιλούν από μόνες τους.
Ωστόσο μεγαλύτερο ενδιαφέρον έχει, το τι μέλλει γενέσθαι. Προς τα που θα κινηθούν οι αγορές; Ποιες μετοχές θα κινηθούν ανοδικά και ποιες πτωτικά; Ποια ζευγάρια νομισμάτων θα δώσουν τα μεγαλύτερα κέρδη; Aν θα υπάρξει μετακίνηση κεφαλαίων προς τα ομόλογα; Ποια εμπορεύματα θα συγκεντρώσουν το ενδιαφέρον των επενδυτών; Ποια επενδυτικά προϊόντα θα αποδώσουν περισσότερο;
Οι ερωτήσεις των επενδυτών που ζητούν απαντήσεις, ξεκινούν με το «ποιο» και το «πόσο». Ποτέ με το «γιατί». Όλοι θέλουν να μάθουν «τι» ακριβώς να αγοράσουν και «πόσο» θα ανέβει, αδιαφορώντας για τη λογική πίσω από κάθε επιλογή. Έτσι δεν αναζητούν το «γιατί».
Αλλά και η απάντηση στο «γιατί» δεν είναι εύκολη, διότι πρέπει να αναλυθεί ένα σύμπλεγμα από παραμέτρους, μερικοί εκ των οποίων σταθμίζονται, ενώ άλλοι παραμένουν αστάθμητοι.
Για παράδειγμα, μια μετοχή αντιστοιχεί σε μια επιχείρηση. Η πορεία της επιχείρησης εξαρτάται αφ? ενός από την ίδια την επιχείρηση, την παραγωγική της διαδικασία, τα προϊόντα της, την ποιότητα τους και αφ? ετέρου από τις συνθήκες της πραγματικής αγοράς. Τι σημαίνει αυτό; Τα τραπεζικά επιτόκια, επηρεάζουν τα χρηματοοικονομικά έξοδα της επιχείρησης. Η αγοραστική δύναμη των καταναλωτών, επηρεάζει τον κύκλο εργασιών. Το κόστος των πρώτων υλών επηρεάζει τα περιθώρια κέρδους. Το ίδιο συμβαίνει και με το εργασιακό κόστος.
Οπότε διαπιστώνουμε ότι ακόμα και η πορεία της ανάπτυξης και της κερδοφορίας μιας επιχείρησης, εξαρτάται από πολλούς παράγοντες. Πόσο μάλλον η μετοχή μιας εταιρείας, που διαπραγματεύεται στο χρηματιστήριο. Η οποία από τη μια πλευρά αντικατοπτρίζει την πορεία της επιχείρησης και από την άλλη πλευρά ενσωματώνει την ψυχολογία της ευρύτερης χρηματιστηριακής αγοράς.
Τούτων λεχθέντων, θα αποπειραθούμε να καταγράψουμε τις συνθήκες των παγκόσμιων οικονομιών, μέσα στις οποίες το επενδυτικό έτος 2021, θα δώσει τη σκυτάλη του στο 2022.
Το βασικότερο σημείο που θα κρίνει την πορεία των αγορών είναι η εξέλιξη της πανδημίας. Αποδεικνύεται ότι οι οικονομίες θα ακολουθήσουν ένα μοντέλο «ακορντεόν», ανοίγοντας αλλά και περιορίζοντας δραστηριότητες, ανάλογα με τα υγειονομικά δεδομένα. Προς το παρόν η μετάλλαξη Omicron, καταγράφεται ως υψηλότερης μεταδοτικότητας αλλά ως χαμηλότερης βαρύτητας, γεγονός που μένει να αποδειχθεί από τα δεδομένα του επόμενου δεκαπενθήμερου. Επομένως οι ρυθμοί ανάπτυξης των οικονομιών, θα εξαρτηθούν απόλυτα από την πορεία της πανδημίας, καθώς και από τις εξελίξεις στο χώρο της εμβολιαστικής κάλυψης, ολοένα και μεγαλύτερου μέρους του παγκόσμιου πληθυσμού.
Η πορεία της πανδημίας θα κρίνει σε μεγάλο βαθμό και την αποκατάσταση της διατάραξης της εφοδιαστικής αλυσίδας, που με τη σειρά της θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια εξισορρόπηση της δυσαρμονίας ανάμεσα στη ζήτηση και στην προσφορά, λόγω της καταναλωτικής έκρηξης που ακολούθησε το lock down και της αδυναμίας της παραγωγής να ανταποκριθεί σε αυτήν.
Το ερωτηματικό σχετικά με την πορεία του πληθωρισμού, έρχεται και αυτό με τη σειρά του, να τοποθετήσει και άλλες μεταβλητές στο σύστημα των εξισώσεων μας. Για μήνες οι κεντρικές τράπεζες ασχολούντο με το αν ο πληθωρισμός ήταν προσωρινός, παροδικός η συγκυριακός. Άργησαν να αντιληφθούν ή μάλλον να παραδεχθούν ότι ο πληθωρισμός ήρθε για να μείνει. Ο πληθωρισμός τέμνεται σήμερα σε τρία σημεία με την πραγματική οικονομία. Στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, στο περιβάλλον χαμηλών επιτοκίων και στα προγράμματα ανάκαμψης «που ρίχνουν χρήμα» στην πραγματική οικονομία, ασχέτως που η πλειονότητα των κεφαλαίων αυτών διοχετεύονται στις αγορές.
Οι ερωτήσεις προς τις κεντρικές τράπεζες και τις κυβερνήσεις δεν αφορούν πλέον το «αν» θα μεταβάλουν την πολιτική τους, αλλά το «πότε». Έτσι οι αγορές αναμένουν την ταχύτερη αποκλιμάκωση των ρυθμών της ποσοτικής χαλάρωσης, δηλαδή της αγοράς πάσης φύσεως και διαβάθμισης περιουσιακών στοιχείων. Το επόμενο ερώτημα έχει να κάνει με τη αύξηση των επιτοκίων, σαν επόμενο όπλο απέναντι στις πληθωριστικές πιέσεις.
Τόσο η περικοπή του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης, όσο και η αύξηση των επιτοκίων θα λειτουργήσουν ανασχετικά προς τις χρηματιστηριακές αγορές, ενώ την ίδια στιγμή τα κεφάλαια από τα πακέτα στήριξης θα δώσουν μια εκ νέου ώθηση στην πραγματική οικονομία.
Ωστόσο η χρηματιστηριακή και επενδυτική κληρονομιά του 2021 έχει να κάνει περισσότερο με την αντίληψη της ευρύτερης επενδυτικής κοινότητας. Μια αντίληψη που την κάνει να αισθάνεται ασφαλής εν μέσω μυθικών αποτιμήσεων όλων των περιουσιακών στοιχείων. Σε αποτιμήσεις που στη καλύτερη περίπτωση στηρίζονται σε ρυθμούς ανάπτυξης και όχι σε κέρδη. Σε στρεβλώσεις της αγοράς και όχι σε πραγματική ζήτηση, σε υψηλές και ανεδαφικές προσδοκίες και στην πεποίθηση ότι οι αποτιμήσεις θα κινούνται για με τροχιά προς το φεγγάρι, αφού το σύνθημα είναι «to the moon».
Και αν θέλετε, το γεγονός αυτό θα οδηγήσει στην έκρηξη των παρενεργειών στις αγορές, μετά από τις αναμενόμενες αποφάσεις των κεντρικών τραπεζιτών. Διότι το κοκτέιλ των άνεργων Αμερικανών που «παίζουν χρηματιστήριο» με τα χρήματα από τα επιδόματα τους, των αδαών που αγοράζουν «ψηφιακά οικόπεδα» σε βιντεοπαιχνίδια αξίας 4,5 εκατ. δολαρίων, των θυμάτων του ναρκισσισμού που αυτοεπιβεβαιώνονται από τη συμμετοχή τους στα κρυπτονομίσματα, των χρηματιστηριακών εταιρειών που έχουν ξεπεράσει κάθε ανεκτό όριο μόχλευσης και των θεσμικών επενδυτών που αγοράζουν μετοχές υψηλότατου ρίσκου και μηδενικής κερδοφορίας στα πλαίσια του ανταγωνισμού των υψηλών υπεραξιών, σηματοδοτεί την απουσία ενός υγιούς διαδρόμου προσγείωσης της διαστημικής πορείας των χρηματιστηριακών αγορών.