Λιγότερο από τρεις εβδομάδες έχουν απομείνει μέχρι την διεξαγωγή των βουλευτικών εκλογών και φαίνεται πως οι επενδυτές αποφάσισαν τελικά να ασχοληθούν με αυτές. Λέμε τελικά, γιατί η σταθερή ανοδική πορεία του γενικού δείκτη του Χρηματιστηρίου Αθηνών για περίπου είκοσι μέρες είχε δημιουργήσει σε ορισμένους την εντύπωση πως η πλειοψηφία των επενδυτών θεωρούσε αυτές τις εκλογές ως μία απλή διαδικασία, χωρίς σοβαρούς κινδύνους για την αγορά.
Η σημαντική μείωση της συναλλακτικής δραστηριότητας από την στιγμή που έγινε η επίσημη προκήρυξη των εκλογών, σε συνδυασμό με την αδυναμία της χρηματιστηριακής αγοράς να κινηθεί προς οποιαδήποτε κατεύθυνση, μας οδηγεί στο συμπέρασμα πως η μεγάλη μάζα των επενδυτών έχει αποφασίσει να τηρήσει στάση αναμονής με στοιχεία νευρικότητας.
Στάση αναμονής μέχρι την 22η Μαΐου ή μέχρι να έρθουν δημοσκοπήσεις που να μην μας αφήνουν πολλές αμφιβολίες για τις προθέσεις των ψηφοφόρων. Στάση αναμονής που μπορεί να παραταθεί και μετά την 21η Μαΐου στην - καθόλου απίθανη - περίπτωση κατά την οποία δεν θα μπορέσει να σχηματιστεί κυβέρνηση.
Γιατί όμως είναι νευρικοί οι επενδυτές, τι είναι αυτό που τους απασχολεί, πώς αντιλαμβάνονται αυτό που αποκαλούμε πολιτικό ρίσκο; Δύο πράγματα έχουν βασικά στο μυαλό τους. Το ένα έχει σχέση με τον χρόνο που θα περάσει μέχρι να ξεκαθαρίσει η κατάσταση και να σχηματιστεί μία νέα κυβέρνηση.
Όπως είναι αυτή την στιγμή η κατάσταση, ελάχιστοι είναι αυτοί που πιθανολογούν βάσιμα πως λίγες μέρες μετά την επικείμενη εκλογική αναμέτρηση θα μπορεί να σχηματιστεί κυβέρνηση. Το πλέον πιθανό ενδεχόμενο θεωρείται αυτό της άμεσης προκήρυξης και δεύτερων εκλογών, οι οποίες τοποθετούνται χρονικά στις πρώτες μέρες του Ιουλίου.
Υπάρχει και ένα άλλο ενδεχόμενο, αυτό που βασίζεται στην εκτίμηση πως ο σχηματισμός κυβέρνησης θα είναι αδύνατος και μετά τις δεύτερες εκλογές, παρά το γεγονός πως θα διεξαχθούν με διαφορετικό εκλογικό σύστημα από αυτές της 21ης Μαΐου. Σε μία τέτοια περίπτωση, θα χρειαστεί και τρίτη εκλογική αναμέτρηση, πιθανώς στις αρχές του φθινοπώρου.
Δεν χρειάζεται να πούμε πως όσο περισσότερος χρόνος χρειαστεί μέχρι να ξεκαθαρίσουν τα πράγματα και σχηματιστεί νέα κυβέρνηση, τόσο περισσότερο θα αυξάνεται η νευρικότητα των επενδυτών. Τόσο λόγω της αβεβαιότητας για το αποτέλεσμα όσο και λόγω της ζημιάς που μπορεί να γίνει στην ελληνική οικονομία κατά το διάστημα που δεν θα υπάρχει «κανονική» κυβέρνηση.
Ζημιά που θα μπορούσε να γίνει λόγω καθυστερήσεων στην εξέλιξη μεγάλων διαγωνισμών για την ανάθεση σημαντικών δημοσίων έργων. Ή από την πιθανή καθυστέρηση στον διαγωνισμό για την ανάδειξη του νέου επιχειρηματικού σχήματος που θα αναλάβει την διαχείριση - και πιθανώς την επέκταση - της Αττικής Οδού. Ζημιά επίσης θα μπορούσε να γίνει από την καθυστέρηση κινήσεων όπως η εισαγωγή στο χρηματιστήριο των μετοχών της εταιρείας που διαχειρίζεται τον Διεθνή Αερολιμένα Αθηνών.
Ας μην γελιόμαστε όμως. Οι επενδυτές σίγουρα δεν θα χαρούν καθόλου από μία παρατεταμένη προεκλογική - και εκλογική - περίοδο. Αυτό όμως που τους απασχολεί περισσότερο απ’ όλα είναι το αποτέλεσμα αυτής της διαδικασίας. Δεν είναι μυστικό πως η πλειοψηφία τους θα προτιμούσε να δει την επανεκλογή της απερχόμενης κυβέρνησης, καθώς θεωρούν πως η οικονομική πολιτική που έχει ακολουθηθεί από το 2019 μέχρι τώρα είναι επιτυχημένη.
Αυτό άλλωστε μαρτυρούν και οι επιδόσεις του Χρηματιστηρίου Αθηνών, αφού ο γενικός δείκτης του βρίσκεται στα υψηλότερα σημεία των τελευταίων οκτώ ετών και πολλές μετοχές στα ιστορικά υψηλά τους. Παρά το ότι η επιθυμία αυτών των επενδυτών δεν φαίνεται ιδιαίτερα πιθανόν να πραγματοποιηθεί την 21η Μαΐου, μεγάλο μέρος αυτών θεωρεί πως αυτό θα γίνει στις δεύτερες εκλογές, δεδομένου και του ότι το εκλογικό σύστημα τους θα είναι πολύ πιο ευνοϊκό για το πρώτο κόμμα απ’ όσο οι πρώτες.
Έτσι εξηγείται το ότι αυτές τις μέρες κυριαρχεί στο Χρηματιστήριο Αθηνών η επιφυλακτικότητα και όχι ο φόβος. Αυτό όμως δεν σημαίνει πως δεν υπάρχει φόβος. Υπάρχει, αλλά δεν είναι το κυρίαρχο συναίσθημα. Ο λόγος που υπάρχει είναι απλός. Αν δεν πραγματοποιηθεί η βασική επιθυμία των επενδυτών, τα εναλλακτικά ενδεχόμενα είναι από οριακά ανεκτά για αυτούς μέχρι απολύτως ανεπιθύμητα. Ανεκτό θεωρείται το ενδεχόμενο σχηματισμού κυβέρνησης συνεργασίας με εταίρους την Νέα Δημοκρατία και το ΠΑΣΟΚ (μάλλον μετά τις πιθανολογούμενες δεύτερες εκλογές).
Σε μία τέτοια περίπτωση εικάζεται πως δεν θα υπάρξουν μεγάλες αλλαγές στην οικονομική πολιτική αλλά υπάρχουν σημαντικές αμφιβολίες για την λειτουργικότητα και την αποτελεσματικότητα ενός τέτοιου κυβερνητικού σχήματος. Αυτό που σίγουρα δεν είναι επιθυμητό είναι ένα κυβερνητικό σχήμα στο οποίο θα συμμετέχει ως βασικός εταίρος το κόμμα της μέχρι τώρα αξιωματικής αντιπολίτευσης, δηλαδή ΣΥΡΙΖΑ.
Η αρνητική στάση απέναντι σε αυτό το ενδεχόμενο δεν είναι καθόλου δύσκολο να ερμηνευθεί. Αρκεί κάποιος να διαβάσει ή να ακούσει τις βασικές προεκλογικές εξαγγελίες του κόμματος τις τελευταίες μέρες. Ανεξάρτητα από το αν αυτές οι εξαγγελίες είναι εφικτές ή συμβατές με την παρουσία μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, και μόνο το άκουσμά τους προκαλεί έντονες αρνητικές αντιδράσεις στους επενδυτές του Χρηματιστηρίου Αθηνών, Έλληνες ή Διεθνείς.
Η εξαγγελθείσα «επανακρατικοποίηση» της ΔΕΗ φέρνει αμέσως στην μνήμη τις πολύ αρνητικές επιδόσεις της την περίοδο 2015 - 2019, όταν η επιχείρηση βρέθηκε σε εξαιρετικά δύσκολη θέση εξαιτίας των πολιτικών κατευθύνσεων που είχε δώσει στην διοίκηση η τότε κυβέρνηση. Φέρνει επίσης στην μνήμη τις περιπέτειες της επιχείρησης όταν οι συνδικαλιστές της στην ουσία συνδιοικούσαν.
Πολύ αρνητικές αντιδράσεις προκαλεί και η εξαγγελία της κρατικοποίησης μίας από τις 4 συστημικές τράπεζες και μάλιστα με σκοπό την εφαρμογή πολιτικής που δύσκολα θα οδηγήσει την τράπεζα αυτή σε κερδοφόρο αποτέλεσμα.
Την στιγμή που η χρηματιστηριακή αγορά ελπίζει πως σύντομα θα δούμε το ελληνικό δημόσιο να μειώνει δραστικά το μερίδιό του στις συστημικές τράπεζες, μετά από την αναγκαστική παρουσία του στο μετοχικό τους κεφάλαιο για μία δεκαετία, η προοπτική της ακριβώς αντίθετης εξέλιξης δεν αρέσει καθόλου στους επενδυτές. Βέβαια, υπάρχουν και άλλες πτυχές της οικονομικής πολιτικής που έχει εξαγγείλει το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης αλλά αυτές οι δύο που μόλις αναφέραμε αρκούν για να χαλάσουν το κέφι των επενδυτών.
Δεν υπάρχει αμφιβολία πως η νευρικότητα θα αυξάνεται καθώς θα πλησιάζει η 21η Μαΐου, εκτός αν εμφανιστούν δημοσκοπήσεις που θα δείχνουν αυξημένες τις πιθανότητες πραγματοποίησης της βασικής επιθυμίας των επενδυτών.
Αν δεν συμβεί κάτι τέτοιο, είναι λογικό να περιμένουμε πως ο φόβος των επενδυτών θα αρχίσει να γίνεται περισσότερο φανερός με την πάροδο του χρόνου. Το πόσο πιο φανερός θα γίνει θα εξαρτηθεί από τα ευρήματα των δημοσκοπήσεων και βέβαια από το αποτέλεσμα των εκλογών. Όπως λέει και το λαϊκό γνωμικό «κοντός ψαλμός αλληλούια».