Χωρίς καμία αμφιβολία ο Μάρτιος ήταν ένας ιστορικός μήνας για τις αγορές. Όσο απότομα μπήκε στη ζωή μας ο νέος κορονοϊός και όσο ραγδαία μεταδίδεται ανά την υφήλιο, τόσο απότομη ήταν και η πτώση των χρηματιστηρίων. Η πιο απότομη στην ιστορία. Χρειάστηκαν μόλις 22 ημέρες για να υποχωρήσει σε bear market η Wall, που συνεπάγεται πτώση 20% από τα υψηλά, λιγότερες ακόμη και από το 1929.
Στο μεταξύ, η πανδημία δεν έχει φτάσει ακόμη στο αποκορύφωμά της σε Ευρώπη, Αμερική, Ιαπωνία και Ινδία και κανείς δεν γνωρίζει αυτή τη στιγμή πόσο θα διαρκέσει το lockdown των μεγαλύτερων οικονομιών του πλανήτη. Αποτέλεσμα είναι οι αναλυτές να βλέπουν… πίσω τους το φως στο βάθος του τούνελ και όχι μπροστά τους.
«Είναι δύσκολο να περιοριστεί η μεταβλητότητα και να κινηθούν ανοδικά οι τιμές των assets μέχρι να μπορούν ξανά οι άνθρωποι να βγουν από τα σπίτια τους με ασφάλεια», έγραψε πριν λίγες ημέρες ο εκ των κορυφαίων αναλυτών της Bank of America Merrill Lynch, Μάικλ Χάρτνετ, αφήνοντας ωστόσο ένα παράθυρο αισιοδοξίας, λέγοντας πως είναι πιθανό να έχουμε δει τα χαμηλά για τις μετοχές. Είναι πραγματικά εντυπωσιακό το στοιχείο που παρέθεσε ο ίδιος και δείχνει ότι κατά τις προηγούμενες τέσσερις εβδομάδες σημειώθηκε ρεκόρ εκροών από τα ομόλογα της τάξης των 284 δισ. δολαρίων και ρεκόρ εισροών σε μετρητά ύψους 658 δισ. δολαρίων.
Μέχρι στιγμής, η αξία των παγκόσμιων χρηματιστηρίων έχει μειωθεί κατά περισσότερα από 15 τρισ. δολάρια (οι απώλειες έφτασαν κάποια στιγμή πάνω από 20 τρισ.) από τα ιστορικά υψηλά που καταγράφηκαν στις 19 Φεβρουαρίου ενώ. Σύμφωνα με την S&P Dow Jones Indices, κοινοπραξία των S&P Global, CME Group και News Corp, οι παγκόσμιες αγορές είχαν χάσει 14,9 τρισ. δολάρια σε αξία από το υψηλό της 19ης Φεβρουαρίου έως την περασμένη Πέμπτη, ενώ οι διεθνείς μετοχές έχασαν σχεδόν το 25% της αξίας τους συνολικά στο α’ τρίμηνο.
Με τα μάκρο των επόμενων εβδομάδων να εκτιμάται ότι θα καταρρίψουν διαδοχικά αρνητικά ρεκόρ, κάθε εκτίμηση για σταδιακή ανάκαμψη κινδυνεύει να αποδειχθεί εκτός πραγματικότητας αφού όλα εξαρτώνται από την εξέλιξη του κορονοϊού. Ακόμη και ο Χάρτνετ ο οποίος χαρακτηρίζει υπερβολική την έξοδο από μετοχές και ομόλογα, εκτιμά ότι δεν έχουμε φτάσει ακόμη στο απόγειο της αρνητικότητας λόγω της πανδημίας, κάτι που «βλέπει» να συμβαίνει μέσα στον Απρίλιο.
Από την πλευρά τους, αναλυτές που βασίζονται στα στατιστικά στοιχεία και συγκρίνουν την εξέλιξη άλλων μεγάλων κρίσεων με αυτή που βιώνουμε σήμερα, έχουν να μεταφέρουν ένα καλό νέο στους επενδυτές: Το πολύ κακό α’ τρίμηνο του 2020 δεν συνεπάγεται ότι κατ’ ανάγκη και το υπόλοιπο του έτους θα είναι αρνητικό.
Ενδεικτικό παράδειγμα είναι ο S&P 500, ο δείκτης καθρέφτης της παγκόσμιας οικονομίας. Ο εκ των βασικών δεικτών της Wall έχει εμφανίσει 31 αρνητικά πρώτα τρίμηνα από το μακρινό 1937 έως το 2019. Στις 19 περιπτώσεις κινήθηκε ανοδικά στα υπόλοιπα τρία τρίμηνα του έτους, όπως για παράδειγμα το 2009 χρονιά κατά την οποία έγιναν ιδιαίτερα αισθητές οι επιπτώσεις της κατάρρευσης της Lehman Brothers. Στο α’ τρίμηνο του 2009 ο S&P 500 κατέγραψε απώλειες άνω του 11% για να σημειώσει κέρδη 42,11% στα επόμενα τρία τρίμηνα.
Αυτός είναι ένας σημαντικός λόγος για τον οποίο οι αναλυτές συστήνουν στους επενδυτές να μην βγουν από την αγορά παρά την κατρακύλα των χρηματιστηρίων, καθώς υπάρχει μεγάλος κίνδυνος να χάσουν πιθανό ράλι.
Παρ’ όλα αυτά, η κρίση που βιώνουμε είναι μοναδική, πρωτοφανής, έχει τα δικά της χαρακτηριστικά και η εξέλιξή της θα εξαρτηθεί κυρίως από την πρόοδο της επιστήμης στην αντιμετώπιση του κορονοϊού και όχι από τα μέτρα στήριξης, αφού κανένα «πακέτο» ενίσχυσης δεν μπορεί να «σκοτώσει» τον ιό, απλώς μετριάζει τις οικονομικές συνέπειες. Αν η διάρκεια της πανδημίας είναι πολύ μεγαλύτερη των εκτιμήσεων θα μιλάμε για την απόλυτη οικονομική καταστροφή.
Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι η Bank of America, η οποία πιστεύει ότι ίσως τελειώνει ή έχει τελειώσει το «μακελειό» στα χρηματιστήρια, εκτιμά ότι θα βιώσουμε τη βαθύτερη ύφεση στην ιστορία…