Ο πληθωρισμός στην ευρωζώνη μπορεί να έχει κορυφωθεί ήδη αλλά θα υποχωρήσει τόσο αργά που μπορεί να πάρει χρόνια μέχρις ότου επιστρέψει στο στόχο του 2% της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, διατηρώντας την πίεση στην ΕΚΤ να σφίξει τη νομισματική της πολιτική και το 2023.
Μετά από συνολικές επιτοκιακές αυξήσεις δύο ολόκληρων ποσοστιαίων μονάδων από τον Ιούλιο, η ΕΚΤ έχει ήδη κάνει ένα τεράστιο βήμα για να συγκρατήσει τον πληθωρισμό που έφτασε το 10,6% τον Οκτώβριο πριν υποχωρήσει στο 10% τον Νοέμβριο, σε επίπεδο δηλαδή πενταπλάσιο του στόχου.
Οι πιέσεις, ωστόσο, παραμένουν διάχυτες με τις τιμές ενέργειας να έχουν εκτοξευτεί, την ανεργία σε πολύ χαμηλά ποσοστά και τις αυξήσεις στους μισθούς να επιταχύνονται. Τα κυβερνητικά προγράμματα στήριξης δρουν ενάντια στην πολιτική σύσφιξης της ΕΚΤ και πολύ μεγάλο μέρος της ανόδου των τιμών ενέργειας έχει διαρρεύσει στην ευρύτερη οικονομία μέσω των λεγόμενων δευτερογενών επιπτώσεων στο μισθολογικό κόστος.
Παράλληλα, η ύφεση που αναμενόταν ότι θα εξασθενήσει τις πληθωριστικές πιέσεις πλέον προβλέπεται πιο ήπια από ότι προηγουμένως.
Όλα αυτά συγκλίνουν στο ότι ο πληθωρισμός θα υποχωρήσει από το υψηλό-ρεκόρ πολύ βραδέως τους πρώτους μήνες του 2023 με τον δομικό πληθωρισμό στον οποίο εστιάζει η ΕΚΤ να επιμένει σε υψηλά επίπεδα.
«Ο δομικός πληθωρισμός πιθανότατα δεν θα κορυφωθεί πριν τα μέσα του 2023 και θα αρχίσει να υποχωρεί με αργό ρυθμό μετά», εκτιμούν οι οικονομολόγοι στη Commerzbank. Κατά συνέπεια ο στόχος της ΕΚΤ να επαναφέρει τον πληθωρισμό στον στόχο του 2% σε διατηρήσιμη βάση έχει ακόμη πολύ δρόμο.
Αν η αποκλιμάκωση του πληθωρισμού αποδειχτεί πολύ βραδεία, οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά μπορεί να χάσουν την εμπιστοσύνη τους στη δέσμευση της ΕΚΤ και να προσαρμόσουν τις μισθολογικές τους απαιτήσεις και την καταναλωτική τους συμπεριφορά καθώς θα προσμένουν υψηλό πληθωρισμό. Αυτό ενέχει το ρίσκο παγίωσης της ανόδου των τιμών καταναλωτή.
Παρόλο που δεν έχει συμβεί ακόμη, οι μακροπρόθεσμες προσδοκίες για τον πληθωρισμό είναι σε άβολα υψηλά επίπεδα και η τάση τους παραμένει ανοδική. Οι νέες προβλέψεις της ΕΚΤ που θα ανακοινωθούν την επόμενη εβδομάδα εκτιμάται οτι θα δείχνουν ότι ο πληθωρισμός θα παραμείνει πάνω από τον στόχο και το 2024 και ότι θα υποχωρήσει προς το 2% μόνο το 2025.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του επικεφαλής οικονομολόγου της ΕΚΤ Philip Lane, οι δευτερογενείς επιπτώσεις θα οδηγούν τον πληθωρισμό την επόμενη χρονιά και το 2024.
Ενώ αρχικά η εκτίμηση ήταν ότι η ύφεση θα έκανε τη σκληρή δουλειά του να αποδυναμώσει τις πληθωριστικές πιέσεις, η επιβράδυνση της οικονομίας μπορεί να είναι πιο καλοήθης από ότι αναμενόταν προηγουμένως με βάση τους πρόσφατους μακροοικονομικούς δείκτες, από αυτούς της καταναλωτικής εμπιστοσύνης μέχρι τους δείκτες παραγωγής.
Oι αποθήκες του φυσικού αερίου είναι γεμάτες, που σημαίνει ότι είναι απίθανο το ενδεχόμενο δελτίου, και οι κυβερνήσεις παρέχουν στήριξη σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις μέσω επιδοτήσεων. Οι διαταραχές στην εφοδιαστική αλυσίδα αμβλύνονται.
Σύμφωνα με την Oxford Economics, η κατάσταση παραμένει δύσκολη αλλά οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά βλέπουν φως στην άκρη του τούνελ, με περισσότερη αισιοδοξία για το μέλλον. Η δυναμική στην αγορά εργασίας θα στηρίξει τα νοικοκυριά από την ανελέητη πίεση της ενέργειας στο διαθέσιμο εισόδημα. Η ισχύς της αγοράς εργασίας όμως μπορεί να αποτελέσει πρόβλημα.
Η ανεργία βρίσκεται σε χαμηλό-ρεκόρ στο 6,5% και οι επιχειρήσεις είναι διστακτικές στο να μειώσουν προσωπικό μετά τη δύσκολη εμπειρία εύρεσης εργατικού δυναμικού μετά την πανδημία COVID-19, εκτιμούν οι αναλυτές της JP Morgan.
H αύξηση των μισθών, προϋπόθεση για διατηρήσιμο πληθωρισμό, αφήνει τους αξιωματούχους της ΕΚΤ προ διλήμματος. Μετά την ταχεία άνοδο των τιμών φέτος που ροκάνισε τα πραγματικά εισοδήματα, ήταν λογικό να υπάρξει προσαρμογή. Ωστόσο, δεν είναι ξεκάθαρο ότι μετά μερικά χρόνια με ανάπτυξη πάνω από το μέσο όρο οι μισθολογικές απαιτήσεις θα υποχωρήσουν και ότι θα συνάδουν με τον στόχο του 2% της ΕΚΤ.
Οι μισθολογικές αυξήσεις μπορεί να φτάσουν το 4% στο τέλος της φετινής χρονιάς και να παραμείνουν εκεί, σύμφωνα με την Bank of America Merril Lynch. Tα «γεράκια» της ΕΚΤ θα προσπαθήσουν να το βαπτίσουν δευτερογενή επίπτωση του πληθωρισμού αλλά οι αναλυτές του οίκου δεν είναι πεπεισμένοι.
Λαμβάνοντας υπόψη το σύνολο των πιέσεων, η ΕΚΤ δεν έχει τελειώσει ακόμη με τις επιτοκιακές αυξήσεις και το καταθετικό της επιτόκιο, σήμερα στο 1,5%, μπορεί να διπλασιαστεί πριν ολοκληρώσει την προσπάθεια της.
Σύμφωνα με τον Ιρλανδό κεντρικό τραπζίτη Gabriel Makhlouf, η συζήτηση για το που θα καταλήξει το παρεμβατικό επιτόκιο της ΕΚΤ είναι πρόωρη και δεν πρέπει να αποκλείεται το σενάριο που θα το οδηγήσει πάνω από το 3%. Οι αγορές το βλέπουν να κορυφώνεται λίγο κάτω από το 3%.