Για άλλη μία φορά, ο απερχόμενος διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας της Ιαπωνίας (Bank of Japan, BOJ) αιφνιδίασε τις αγορές και έκανε πολλούς traders στις αγορές συναλλάγματος να χάσουν τον ύπνο τους. Ενώ πριν σχεδόν έναν μήνα έριξε μία τορπίλη στις διεθνείς αγορές με την ξαφνική αλλαγή στην πολιτική ελέγχου της καμπύλης των αποδόσεων των ιαπωνικών κρατικών ομολόγων (Απειλεί τις αγορές η ιαπωνική «τορπίλη»; | Liberal.gr), χθες έκανε το ακριβώς αντίθετο. Κράτησε σταθερή την πολιτική της BOJ στο συγκεκριμένο ζήτημα ενώ μεγάλο μέρος των traders των αγορών συναλλάγματος και ομολόγων περίμεναν πως θα έκανε ένα ακόμα βήμα προς την ουσιαστική αύξηση των επιτοκίων σαν συνέχεια του ό,τι είχε γίνει τον Δεκέμβριο.
Τις τελευταίες μέρες είχαν αρχίσει να ακούγονται αρκετές φωνές που έλεγαν πως η BOJ δεν μπορούσε πλέον να κρατήσει τις αποδόσεις των δεκαετών κρατικών ομολόγων της χώρας κάτω από το όριο του 0,50% και προέβλεπαν την επέκταση αυτού του ορίου πολύ σύντομα. Αυτές οι εκτιμήσεις ενισχύονταν και από το γεγονός πως οι αποδόσεις αυτών των ομολόγων είχαν πλησιάσει πολύ στο 0,50% και απειλούσαν να ξεφύγουν ανοδικά, πράγμα που αν συνέβαινε θα κόστιζε πολύ στην κεντρική ιαπωνική τράπεζα.
Με τις χθεσινές ανακοινώσεις της, η BOJ κατέστησε σαφές πως δεν πρόκειται να μεταβάλει προς τα πάνω το εύρος διακύμανσης των αποδόσεων των δεκαετών κρατικών ιαπωνικών ομολόγων, το οποίο αυτή την στιγμή (μετά τις αλλαγές του Δεκεμβρίου) είναι από το +0,50 έως το -0,50%. Η τράπεζα ανακοίνωσε επίσης πως το βασικό επιτόκιο αναφοράς παραμένει σταθερό στο -0,10%, πως θα συνεχίσει τις μαζικές αγορές κρατικών ομολόγων και αν χρειαστεί θα τις αυξήσει κιόλας.
Επίσης ενίσχυσε το πρόγραμμα δανειοδότησης των εμπορικών τραπεζών προκειμένου να τις ενθαρρύνει να προχωρήσουν σε αγορές ομολόγων. Οι οικονομικοί αναλυτές που ασχολούνται με την ιαπωνική οικονομία εκτίμησαν, μετά τις ανακοινώσεις, πως μέχρι τη λήξη της θητείας του διοικητή Κουρόντα κάποια στιγμή τον Απρίλιο δεν πρόκειται να δούμε καμία άλλη ουσιαστική στην πολιτική της τράπεζας.
Η αντίδραση των αγορών ήταν πολύ δυνατή αφού ήταν προετοιμασμένες για κάτι διαφορετικό. Το γιεν ήταν το πρώτο θύμα και σημείωσε σημαντική πτώση απέναντι στο αμερικανικό δολάριο. Μόλις έγιναν γνωστά τα νέα υποχώρησε κατά περίπου 2,5% και έφθασε στα 131,20 γιεν/δολάριο. Οι αποδόσεις των δεκαετών ομολόγων σημείωσαν μεγάλη (ποσοστιαία) πτώση και από περίπου 0,50% κατέβηκαν προς το 0,37%. Το ιαπωνικό χρηματιστήριο χάρηκε από τις εξελίξεις και ο δείκτης Nikkei 225 ανέβηκε κατά 2,5% και πλησίασε τα επίπεδα στα οποία βρισκόταν τον Δεκέμβριο.
Στην ουσία αυτές οι κινήσεις είναι οι ακριβώς αντίθετες από αυτές που είχαμε δει τον Δεκέμβριο, και αυτό είναι απόλυτα φυσιολογικό. Τον Δεκέμβριο οι αγορές αιφνιδιάστηκαν από την ξαφνική de facto αύξηση των επιτοκίων και χθες ξαφνιάστηκαν από την παραμονή τους στα ίδια επίπεδα. Η αλήθεια είναι πως με το πέρασμα της ώρας τα πράγματα ηρέμησαν λίγο, ειδικά στο μέτωπο του γιεν, το οποίο πήρε πίσω το μεγαλύτερο μέρος των απωλειών του.
Πέρα από τις αντιδράσεις των αγορών, οι οποίες πολύ συχνά έχουν και στοιχεία υπερβολής, το ερώτημα είναι αρκετά απλό: γιατί η BOJ και ο διοικητής Κουρόντα ακολουθούν τόσο διαφορετική νομισματική πολιτική από αυτή των συναδέλφων τους στις ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο, την Ευρωπαϊκή Ένωση και αλλού; Και τι τους κάνει να πιστεύουν πως θα μπορέσουν να κινούνται με τον ίδιο τρόπο για πολύ καιρό ακόμα;
Θεωρητικά αυτή την στιγμή η Ιαπωνία θα έπρεπε να αυξάνει τα επιτόκιά της προκειμένου να αντιμετωπίσει την άνοδο του δομικού πληθωρισμού, ο οποίος εδώ και οκτώ μήνες βρίσκεται πάνω από τον στόχο του 2% και πλησιάζει προς το 4% και να αντιμετωπίσει και την αναμενόμενη αύξηση των μισθών. Αυτά είχαν στο νου τους και οι traders των αγορών που υπέστησαν το σοκ όταν διαψεύσθηκαν οι εκτιμήσεις τους.
Η απάντηση που δίνουν ο διοικητής και τα στελέχη της BOJ είναι σχετικά απλή, χωρίς αυτό να σημαίνει πως πείθει τους επικριτές τους. Σχετικά με τον πληθωρισμό, οι υπηρεσίες της τράπεζας αναγνωρίζουν πως ο δομικός πληθωρισμός για το οικονομικό έτος που τελειώνει στο τέλος του Μαρτίου θα φθάσει το 3%, αρκετά παραπάνω από τον στόχο του 2%. Ταυτόχρονα όμως προβλέπουν πως για το οικονομικό έτος που θα τελειώσει τον Μάρτιο του 2024 ο δομικός πληθωρισμός δεν θα ξεπεράσει το 1,6% και για την αμέσως επόμενη χρονιά θα φθάσει στο 1,8%. Αυτό σημαίνει πως η BOJ δεν βλέπει την ανάγκη σοβαρής αύξησης των επιτοκίων αφού ο πληθωρισμός δεν φαίνεται και τόσο απειλητικός.
Κατά τον διοικητή Κουρόντα, η διατήρηση της πολιτικής υποστήριξης της οικονομίας είναι μεγάλης σημασίας γιατί πρέπει να εξασφαλιστεί η δυνατότητα των επιχειρήσεων να αυξήσουν τους μισθούς προς τους υπαλλήλους τους. Ο διοικητής επαναλαμβάνει, χωρίς να κουράζεται, πως η κατάσταση της ιαπωνικής οικονομίας είναι αρκετά εύθραυστη και είναι προφανές πως δεν θέλει σε καμία περίπτωση να αποσύρει την στήριξή της μέσω της νομισματικής πολιτικής, ειδικά αν υπάρχουν ενδείξεις πως ο πληθωρισμός δεν θα ξεφύγει επικίνδυνα.
Εδώ δεν πρέπει να ξεχνάμε πως το πρόγραμμα στήριξης της οικονομίας μέσω της αγοράς ομολόγων και της διατήρησης των χαμηλών επιτοκίων έχει και το πλεονέκτημα της διατήρησης του γιεν σε χαμηλά επίπεδα, πράγμα που ευνοεί τις ιαπωνικές εξαγωγές και αυξάνει τα κέρδη των μεγάλων επιχειρήσεων με δραστηριότητες σε όλο τον κόσμο. Βέβαια, η πτώση του γιεν συμβάλλει στην άνοδο του πληθωρισμού καθώς η Ιαπωνία κάνει μεγάλες εισαγωγές καυσίμων και πρώτων υλών.
Πέρα από τα παραπάνω, μπορούμε να αποπειραθούμε να προσθέσουμε και κάποιες δικές μας εκτιμήσεις για την απροθυμία της BOJ να ανεβάσει τα επιτόκια. Πρώτα απ’ όλα, η σχετική σταθεροποίηση της τιμής του πετρελαίου και η πολύ μεγάλη πτώση της τιμής του φυσικού αερίου μειώνουν τις αρνητικές επιπτώσεις του χαμηλού γιεν στον ιαπωνικό πληθωρισμό και δίνουν μεγαλύτερη ευχέρεια κινήσεων στην κεντρική τράπεζα. Επίσης, οι ισχυρές ενδείξεις για σταδιακή αποκλιμάκωση των πληθωριστικών πιέσεων ανά τον κόσμο και η εκτίμηση πως μέσα στους επόμενους μήνες θα ολοκληρωθεί η φάση των αυξήσεων των επιτοκίων από την αμερικανική Fed μειώνουν την πίεση προς την ιαπωνική κεντρική τράπεζα να αυξήσει και αυτή τα δικά της επιτόκια.
Ο διοικητής Κουρόντα θα μπορούσε να σκέφτεται αυτή την στιγμή πως αφού επί σχεδόν ένα χρόνο πήγε κόντρα σε όλους τους άλλους χωρίς να συμβεί κάτι καταστροφικό, δεν υπάρχει λόγος να σφίξει τώρα την νομισματική πολιτική και να φέρει σε δύσκολη θέση την οικονομία και τις επιχειρήσεις. Καλύτερο θα είναι να κρατήσει την πολιτική σταθερή μέχρι να αναλάβει τα καθήκοντά του ο διάδοχος ή η διάδοχός του. Η σχετική εξομάλυνση της παγκόσμιας κατάστασης όσον αφορά στον πληθωρισμό του δίνει την δυνατότητα να το κάνει. Μετά την χθεσινή πανωλεθρία τους, ίσως να τον αφήσουν ήσυχο και οι διεθνείς αγορές.