Το δίχως άλλο, διανύουμε διεθνώς μια σπάνια χρηματιστηριακή συγκυρία, καθώς οι χρηματαγορές διεθνώς κινούνται ανοδικά με αξιοθαύμαστη επιμονή. Αυτό εδράζει σε τρεις - τουλάχιστον - άξονες.
Στη συνεχιζόμενη οικονομική μεγέθυνση που συμπαρασύρει τις αποτιμήσεις των εταιρειών σε ολοένα και υψηλότερα χρηματοοικονομικά επίπεδα. Στην απροθυμία των επενδυτών να αποσύρουν, έστω και μερικώς, τα κεφάλαιά τους από μετοχικές επιλογές. Και στην εδραιωμένη πλέον πολιτική ποσοτικής χαλάρωσης των κεντρικών τραπεζών, και δη των τεσσάρων σημαντικότερων, που καθιστά μη ελκυστική την τοποθέτηση σε ομολογίες ή καταθέσεις.
Τα παραπάνω αποκτούν μεγαλύτερη σημασία αν αναλογισθεί κανείς ότι αφενός η περυσινή χρονιά χαρακτηρίσθηκε ιδιαίτερα δύσκολη, λόγω της εμφάνισης της πανδημίας και των αποτελεσμάτων των περιοριστικών μέτρων, αφετέρου ο πληθωρισμός είναι άκρως τιθασευμένος. Ωστόσο, στο τέλος αυτής της χρονιάς καταγράφηκαν θετικοί ρυθμοί ανάπτυξης (λ.χ ΗΠΑ +4,1%, Ιαπωνία +3%, Κίνα +2,6%, Καναδάς +2,3%, Η.Β +1%), με μόνη την ΕΕ να υπολείπεται (-0,6%).
Εστιάζοντας στις χρηματιστηριακές αγορές, εκείνες πέτυχαν ιστορικά υψηλά, αναρρώνοντας μάλιστα από ένα τρίμηνο τρομακτικής απομείωσης των αποτιμήσεων κατά την εμφάνιση της πανδημίας. Το διάγραμμα διετίας δύο βασικών χρηματιστηριακών δεικτών για Ευρώπη και ΗΠΑ, επιβεβαιώνουν και την προτίμηση των επενδυτών στις αγορές μετοχών:
Όσον αφορά στην εγχώρια χρηματαγορά, η ανάλυση λαμβάνει υπόψη δύο ακόμα δεδομένα τουλάχιστον: τη μεγαλύτερη μεταβλητότητα που παραδοσιακά ενσωματώνει η ελληνική συγκριτικά με τις διεθνείς (Ευρώπη, ΗΠΑ, Ιαπωνία, Η.Β, κλπ), και την προβληματική του τραπεζικού μας κλάδου.
Όσον αφορά στη μεταβλητότητα, είναι βέβαιο ότι τα χαρακτηριστικά μας (αβαθής αγορά, μικρή δυνατότητα διασποράς, ισχυρή έκθεση στο τραπεζικό σύστημα, κ.α.) διευκολύνουν μεγάλες αποδόσεις, τουλάχιστον μεγαλύτερες από τις λοιπές οργανωμένες αγορές. Κάτι που ισχύει κατ' απόλυτον, δηλαδή είτε σε θετικές είτε σε αρνητικές αποδόσεις.
Σχετικά δε με τον τραπεζικό μας κλάδο, όντας ένα χρηματιστήριο τόσο... τραπεζολάγνο όσο και βαριά σταθμισμένο σε αυτόν τον κλάδο, η πορεία του Γενικού μας Δείκτη είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την πορεία του Δείκτη Τραπεζών.
Επομένως, είναι λογικό ένας επενδυτής που κοιτάει τη γενικότερη εικόνα στη διεθνή σκηνή και που θεωρεί ότι αυτή η δυνατή ανοδική τάση θα συνεχιστεί, ή έστω ότι δεν έχει κάποιο σημαντικό λόγο να σταματήσει, να επιλέξει να ενσωματώσει και ελληνικές μετοχές (ή μόνο τέτοιες) στο χαρτοφυλάκιό του, ώστε να εκμεταλλευτεί την αναμενόμενη υπεραπόδοση που θα προσφέρουν.
Κρίσιμο εδώ είναι να συμπεριλάβουμε στην απόφαση αυτή το χαρακτηριστικό που προαναφέρθηκε, της τραπεζοκεντρικής αγοράς. Κοιτώντας τον Γενικό Δείκτη στο σύνολό του, υπολείπεται των άλλων μεγάλων:
Όμως, μια προσεκτική ανάγνωση πολλών τίτλων (που εξετάζουμε και επισταμένα στο live) θα δείξει ότι η απόδοσή τους είναι αξιοθαύμαστη:
Η πρώτη ομάδα αφορά στις αποδόσεις χρηματιστηριακών δεικτών, όπου φαίνεται ότι ο ΓΔ δεν ακολουθεί. Η δεύτερη είναι μια επιλογή κάποιων δεικτοβαρών τίτλων, όπου η υπεραπόδοση είναι εμφανής. Η τρίτη ομάδα είναι οι αποδόσεις των τραπεζών, κάτι που εξηγεί και τη χαμηλή απόδοση του ΓΔ λόγω στάθμισης. Η τέταρτη ομάδα είναι κάποιες μικρότερες (μόνο σε κεφαλαιοποίηση όπως απεδείχθηκε) εισηγμένες και οι αξιόλογες θετικές αποδόσεις τους.
Καταλήγοντας, το ελληνικό χρηματιστήριο συνεχίζει να είναι και για το 2021, όπως το 2020, εξαιρετικά ενδιαφέρουσα επενδυτική επιλογή, για όποιον πιστεύει ότι οι αγορές παγκοσμίως δεν θα χάσουν τον ανοδικό βηματισμό τους. Τα παραπάνω συνεπικουρούν στην πεποίθηση ότι η επιλογή των μετοχών που θα ενσωματωθούν στο χαρτοφυλάκιο είναι υψίστης σημασίας, καθώς μαζί με τον χρόνο τοποθέτησης και παραμονής, συνιστά μια βασικότατη μεταβλητή σε συνάρτηση με την ποιότητα της κάθε εταιρείας.
Αποποίηση Ευθύνης
Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, ουδεμία διασφάλιση δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.