Το ανάχωμα των 900 μονάδων για το Γενικό Δείκτη του Χρηματιστηρίου Αθηνών, λειτούργησε για μια ακόμα φορά. Οι 900 μονάδες λειτουργούν με διπλό τρόπο. Άλλοτε σαν «τιμή στόχος», που αν κατακτηθεί θα επιτρέψει στο Γενικό Δείκτη να κατακτήσει νέα υψηλά και άλλοτε σαν «τιμή άμυνας και στήριξης», που αν διασπαστεί καθοδικά, θα εγκυμονεί κινδύνους περαιτέρω πτώσης. Σε αυτό το εύρος λοιπόν γύρω από τις 900 μονάδες κινείται ο δείκτης το τελευταίο 12μηνο, με χαμηλό το 788,83 και υψηλό το 973,27. Στο δε χρονικό διάστημα των τελευταίων 3 μηνών, ο πυθμένας έχει φτάσει στις 825 μονάδες.
Ποια ήταν τα σημεία καταλύτες για τη συμπεριφορά του Γενικού Δείκτη και των γενικότερα των μετοχών, κατά τη διάρκεια του 2022;
Κατά πρώτον η αύξηση του αριθμού των ελληνικών μετοχών που συμμετέχουν στον δείκτη υψηλής κεφαλαιοποίησης MSCI Standard, κατά δεύτερον τα αποτελέσματα του Q1 των σημαντικότερων εισηγμένων εταιρειών του Χρηματιστηρίου Αθηνών και κατά τρίτον το άρωμα από deals κυριαρχεί, διατηρούσαν ζωντανό το επενδυτικό ενδιαφέρον, παρά τα σύννεφα που ερχόντουσαν από τις διεθνείς αγορές.
Γράφημα Γενικού Δείκτη Χρηματιστηρίου Αθηνών (52 εβδομάδων)
Η είσοδος της μετοχής της Εθνικής Τράπεζας και της Mytilineos στον MSCI Standard, συνοδεύτηκε από εισροές κεφαλαίων των λεγόμενων παθητικών θεσμικών επενδυτών (passive funds), που από το καταστατικό τους αναδιαρθρώνουν τα χαρτοφυλάκια τους, με τέτοιο τρόπο ώστε να καθρεφτίζουν την αντίστοιχη σύνθεση των δεικτών που ακολουθούν.
Γράφημα μετοχής της Εθνικής Τράπεζας (52 εβδομάδων)
Γράφημα μετοχής της Mytilineos (52 εβδομάδων)
Οι λογιστικές καταστάσεις των ισχυρότερων εταιρειών που είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο Αθηνών, παρουσίασαν ισχυρά μεγέθη. Για παράδειγμα ο η ΔΕΗ παρουσίασε αύξηση κύκλου εργασιών κατά 102%, η Mytilineos κατά 99%, ο ΟΠΑΠ κατά 163%, η Cenergy κατά 31%, η ΕΛΒΑΛΧΑΛΚΟΡ κατά 43%, η ΤΙΤΑΝ κατά 23%, τα ΕΛΠΕ κατά 63% και η Motor Oil κατά 73%. Τα σφριγηλά αποτελέσματα, δικαιολόγησαν για αρκετό καιρό νέες εισροές από την πλευρά των ξένων επενδυτών.
Το επενδυτικό ενδιαφέρον διατηρήθηκε επίσης ακμαίο, καθώς ξετυλίγονται μια σειρά από deals, εξαγορές και συνεργασίες, σε όλους τους κλάδους.
Αφού όλα βαίνουν καλώς, αποτυπώνοντας με αυτόν τον τρόπο και τη αύξηση του ΑΕΠ, τι λοιπόν είναι αυτό που όχι μόνο δεν επιτρέπει την συνέχιση της ανοδικής πορείας του Γενικού Δείκτη, αλλά τον μαγνητίζει προς τα κάτω;
Είναι το αυξημένο κόστος χρήματος, που ακολουθώντας την αλλαγή της πολιτικής των κεντρικών τραπεζών, θα ανατρέψει τις αναπτυξιακές προοπτικές των εταιρειών, που θα βασίζονται σε δανεισμό ή σε έκδοση εταιρικών ομολόγων;
Είναι το αυξημένο ενεργειακό κόστος που θα πλήξει το λειτουργικό κόστος των επιχειρήσεων;
Είναι ο πληθωρισμός, που θα εξασθενήσει την αγοραστική δύναμη των καταναλωτών;
Είναι το ενδεχόμενο χαμηλότερης ανάπτυξης;
Είναι η απουσία ενός διχτυού προστασίας των «ευάλωτων οικονομιών» του Νότου, όπως της Ελληνικής, που θα πληγούν από τη διακοπή της επαναγοράς ομολόγων από τη πλευρά της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας;
Είναι η επανάκαμψη στο προσκήνιο του δυσθεώρητου χρέους;
Είναι όλα αυτά μαζί, όσον αφορά το εγχώριο περιβάλλον. Σε αυτά θα πρέπει να συνυπολογίσουμε τους παγκόσμιους κινδύνους, που αποτρέπουν τα funds από το να αναλάβουν «επενδυτικό ρίσκο» σε μια μικρή περιφερειακή αγορά, στην οποία δραστηριοποιούνται funds που έχουν στρατηγικά συμφέροντα και μόνο. Οπότε το πιθανότερο είναι ότι δεν θα πρέπει να αναμένουμε εισροές κεφαλαίων από το εξωτερικό, που είναι και οι μόνες που θα μπορούσαν να αλλάξουν το ισοζύγιο αγοραστών – πολιτών, υπέρ των πρώτων.