Του Θεόδωρου Σεμερτζίδη
Τις τελευταίες μέρες οι μετοχές των ευρωπαϊκών τραπεζών πραγματοποιούν σημαντική άνοδο, με τον κλάδο να ενισχύεται πάνω από 5% μέσα σε μια εβδομάδα. Παρότι τα προβλήματα για τις ευρωπαϊκές τράπεζες παραμένουν, οι επενδυτές αρχίζουν να προεξοφλούν σημαντικές εξελίξεις για τον κλάδο οδηγώντας σε ένα μίνι ράλι τις μετοχές αυτών.
Η αλλαγή κλίματος για τις τραπεζικές μετοχές στην Ευρώπη, ξεκίνησε από δημοσιεύματα που θέλουν την Unicredit να συζητάει την πώληση θυγατρικής της στην Πολωνία, για να συνεχιστεί την επόμενη μέρα όπου σύμφωνα με δημοσίευμα του περιοδικού Manager Magazine, πως υπάρχουν αυξημένες πιθανότητες συγχώνευσης μεταξύ των Deutsche Bank και Commerzbank. Ουσιαστικά το εν λόγω δημοσίευμα δεν διαψεύστηκε από καμία από τις δύο προαναφερόμενες τράπεζες, με τις διοικήσεις των δύο τραπεζών να δηλώνουν πως δεν βιάζονται, καθώς προτεραιότητά τους είναι η αναδιάρθρωση των τραπεζών τους.
Τι σηματοδοτεί όμως αυτή η ξαφνική δημοσίευση περί συγχώνευσης μεταξύ των δύο μεγαλύτερων γερμανικών τραπεζών βάση ενεργητικού, για το σύνολο του ευρωπαϊκού τραπεζικού κλάδου;
Χαρακτηριστικά είναι τα λόγια του CEO της Deutsche Bank κ. John Cryan την Τετάρτη 31 Αυγούστου σε συνέδριο στη Φρανκφούρτη, λέγοντας πως «οι επενδυτές έχουν χάσει την εμπιστοσύνη τους απέναντι στη τράπεζα, καθώς η κεφαλαιοποίηση υποχώρησε από τα €38 δισ. τον περασμένο Οκτώβριο στα €18 δισ.». Η ουσία είναι πως οι επενδυτές δεν έχασαν την εμπιστοσύνη τους μόνο απέναντι στην Deutsche Bank, αλλά γενικώς απέναντι στο ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα που πλήττεται από τα αρνητικά επιτόκια και την μείωση της κερδοφορίας.
Η έλλειψη εμπιστοσύνης απέναντι στον ευρωπαϊκό τραπεζικό κλάδο αποτυπώνεται στο παρακάτω γράφημα. Όπως παρατηρούμε οι τραπεζικές μετοχές κατέγραψαν πτώση 25% κατά μέσο όρο μέσα σε ένα έτος, με τη μετοχή της Deutsche Bank να υποχωρεί κατά 49%, της Commerzbank κατά 34%, και με τον δείκτη Eurostoxx 600 να χάνει μόνο 2,7%.
Πηγή γραφήματος: Bloomberg
Πέραν των άλλων, ο κ. Cryan ανέφερε πως «η κατάσταση στην Ευρώπη δεν μπορεί να συνεχιστεί άλλο, χρειαζόμαστε αλλαγές, χρειαζόμαστε μια νέα στρατηγική για τον χρηματοοικονομικό κλάδο». Σημαντικές δηλώσεις αν αναλογιστεί κανείς πως αυτές προέρχονται από τον ισχυρό άνδρα της μεγαλύτερης ευρωπαϊκής τράπεζας, ο οποίος πέραν των άλλων μας προειδοποιεί πως για τον τραπεζικό κλάδο έρχονται εξελίξεις στο άμεσο μέλλον.
Θα μπορούσε να αναρωτηθεί κανείς, σαν τι είδους εξελίξεις έρχονται στο ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα; Την απάντηση μας τη δίνει ο ίδιος ο κ. Cryan στην ομιλία του «χρειαζόμαστε συγχωνεύσεις, σε εθνικό επίπεδο, και μόνο μέσα σε εθνικά όρια»! Σημαντική αποκάλυψη για τον μέλλον του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος.
Διαβάζοντας κανείς την παραπάνω αναφορά του προέδρου της Deutsche Bank, περί συγχωνεύσεων αλλά σε εθνικό επίπεδο και μόνο, του ανακαλούνται στη μνήμη διάφορα δημοσιεύματα του παρελθόντος σχετικά με τη μιάμιση ή τις δύο τράπεζες στην Ελλάδα. Μετά τον πακτωλό δισεκατομμυρίων των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων, αλλά και της ΕΚΤ πάντα με αρωγό τον Ευρωπαίο πολίτη, ήρθε η ώρα να γίνει ξεκαθάρισμα μεταξύ των τραπεζών, αλλά πάντα σε εθνικό επίπεδο.
Μετά τα δισεκατομμύρια διάσωσης προς τις ευρωπαϊκές τράπεζες, ξαφνικά αυτές συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν πρόβλημα, να μην είναι ανταγωνιστικές ή κερδοφόρες, και θα πρέπει να συγχωνευθούν μεταξύ τους ώστε να αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις του νέου περιβάλλοντος το οποίο έχει ήδη αρχίσει να διαμορφώνεται, όχι μόνο στην Ευρώπη αλλά και σε διεθνές επίπεδο.
Απάντηση στα λεγόμενα του CEO της Deutsche Bank έδωσε ο πρόεδρος της αντίστοιχης εποπτικής αρχής της Γερμανίας, της Bafin, κ. Felix Hufeld στο ειδησεογραφικό πρακτορείο Bloomberg, δηλώνοντας «πως οι συγχωνεύσεις δεν είναι πρωταρχικός στόχος της Bafin», για να ολοκληρώσει λέγοντας πως «η Bafin δεν κάνει διαρθρωτικές πολιτικές, ότι πρέπει να γίνει θα γίνει από τον ίδιο τον κλάδο, δυο αδύναμα πιστωτικά ιδρύματα δεν κάνουν ένα ισχυρό». Σημαντικά δηλώσεις γεμάτες ουσία, υπονοώντας πως οποιαδήποτε συγχώνευση πραγματοποιηθεί στο κλάδο, αυτή θα πρέπει να προέλθει μόνο μεταξύ δύο ή και περισσότερων πιστωτικών ιδρυμάτων, χωρίς την επέμβαση του κράτους ή των εποπτικών αρχών.
Ουσιαστικά, ο οικονομικός φιλελευθερισμός, η ελευθερία της παγκοσμιοποίησης, έχει ήδη από ό,τι φαίνεται ολοκληρώσει τον κύκλο της. Οι οικονομίες δείχνουν να επιστρέφουν αργά αλλά σταθερά πίσω στην εποχή του προστατευτισμού, των δασμών και της εσωστρέφειας. Τα δισεκατομμύρια των διασώσεων των τραπεζών φαίνεται πως δεν ήταν αρκετά ώστε αυτές να οδηγηθούν σε εξυγίανση, να γίνουν υγιείς και ανταγωνιστικές. Φυσικά, και τα προβληματικά assets των εν λόγω εταιρειών θα περάσουν σε μία bad bank η οποία και θα τελεί υπό την εγγύηση του εκάστοτε κράτους, αφήνοντας το υγιές κομμάτι να συγχωνευθεί με κάποιο άλλο, όπου και τα δύο μαζί ελεύθερα υπό το βάρος του «μολυσμένου» ενεργητικού θα μπορούν να αρχίσουν και πάλι τις «καταχρήσεις».
Κι εάν μας φαίνεται ότι η εποχή των τραπεζικών συγχωνεύσεων αργεί, σύμφωνα με την εταιρεία FIG Partners από το 1990 έως και σήμερα, 187 συγχωνεύσεις τραπεζών έχουν πραγματοποιηθεί στις πρώτες μέρες του Σεπτεμβρίου. Σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία, ο μήνας Σεπτέμβριος αποδεικνύεται ο πιο παραγωγικός από άποψη ανακοινώσεων για συγχωνεύσεις, όπως παρατηρούμε στο παρακάτω γράφημα.
Πηγή γραφήματος: Bloomberg
Αξίζει όμως να δούμε πως έχουν αξιολογήσει οι οίκοι αξιολόγησης τον ευρωπαϊκό τραπεζικό κλάδο το πρώτο εξάμηνο του έτους σε ένα δείγμα 149 τραπεζών. Όπως παρατηρούμε στο παρακάτω γράφημα, κατά κύριο λόγο το outlook των ευρωπαϊκών τραπεζών παραμένει σταθερό, με τις περισσότερες υποβαθμίσεις του κλάδου να προέρχονται από την Ιταλία, και να ακολουθεί η Μεγάλη Βρετανία, έπειτα και από την ανακοίνωση του βρετανικού δημοψηφίσματος. Αναβαθμίσεις τραπεζών κατά το πρώτο εξάμηνο, υπήρξαν στο Βέλγιο, στη Κύπρο, στη Γερμανία, την Ολλανδία, την Σλοβενία, την Ισπανία, και τη Σουηδία, με τους επενδυτές όμως όπως αποδεικνύεται από την πορεία των μετοχών του κλάδου να παραμένουν δύσπιστοι απέναντι στις ευρωπαϊκές τράπεζες.
Πηγή γραφήματος: Financial Times
Όπως είναι γνωστό η χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 προήλθε μέσα από το χρηματοπιστωτικό σύστημα, και η λύση θα δοθεί μέσα από αυτό. Η αποτυχημένη νομισματική πολιτική της ΕΚΤ οδήγησε σε μεγέθυνση του προβλήματος κι όχι στην επίλυση αυτού. Σημαντικοί οικονομικοί πόροι οι οποίοι προήλθαν από τους Ευρωπαίους πολίτες, έχουν διασπαθιστεί για την εξυγίανση των ισολογισμών των ευρωπαϊκών τραπεζών, χωρίς στην ουσία κάποιο αποτέλεσμα.
Κι όλα αυτά εις βάρος της πραγματικής οικονομίας, η οποία συνεχίζει να σηκώνει όλο το βάρος της επιβράδυνσης της ευρωπαϊκής οικονομίας, της αύξησης της φορολογίας, αλλά και της αυστηρής λιτότητας στον ευρωπαϊκό νότο, χωρίς όμως αυτή η οικονομική πολιτική να οδηγεί πουθενά. Το τι μέλει γενέσθαι για τον ευρωπαϊκό τραπεζικό κλάδο, μένει να το δούμε στους προσεχείς μήνες.