Η τελευταία εισαγωγή εταιρίας στο Χρηματιστήριο της Αθήνας έγινε πέρυσι τον Αύγουστο και αφορούσε την Real Consulting στην Εναλλακτική Αγορά του ΧΑ η οποία έγινε με ιδιωτική τοποθέτηση. Στην Κύρια Αγορά νέα εταιρία έχουμε να δούμε από τον Ιανουάριο του 2021. Πρόκειται για την Interlife, η οποία ωστόσο λόγω του γεγονότος ότι πληρούσε τις προδιαγραφές εισαγωγής (διασπορά, κερδοφορία κλπ) καθώς ήταν ήδη εισηγμένη στο Χρηματιστήριο Κύπρου πρακτικά δεν προσέφερε νέες μετοχές στο επενδυτικό. Αυτός είναι και ο απολογισμός νέων εισαγωγών εταιριών στο ΧΑ από το 2020. Τα δύο αυτά ονόματα είναι εξαιρετικά λίγα για να αντισταθμίσουν την αποχώρηση ή διαγραφή των 21 εταιριών που από το 2020 έως σήμερα έχουν φύγει από το ΧΑ.
Επί της ουσίας «καθαρόαιμη» προσφορά μετοχών από εταιρία που να μην αφορά κάποια αναγκαστική Δημόσια Προσφορά μετοχών λόγω νομοθεσίας -όπως προβλέπεται για τις ΑΕΕΑΠ- έχουμε να δούμε από το 2014 και την περίπτωση της «Άνεμος», θυγατρική στις ΑΠΕ της Ελλάκτωρ. Η δεκαετία του 2010 -2020 σίγουρα δεν ήταν η καλύτερη δυνατή περίοδος για εγχειρήματα εισαγωγών στο Ελληνικό Χρηματιστήριο ωστόσο η εικόνα ουδόλως έχει αλλάξει μετά την έξοδο της χώρας από την μνημονιακή συγκυρία. Αν και η ρευστότητα της Αγοράς βελτιώθηκε το μεγαλύτερο τμήμα της κατευθύνθηκε σε ομολογιακές εκδόσεις, οι οποίες ωστόσο απευθύνονται σε διαφορετικό προφίλ επενδυτών.
Από την ίδρυση του το ΧΑ έχει φιλοξενήσει 650 εταιρίες. Από αυτές οι 495 έχουν αποχωρήσει. Η διαδικασία εισόδου και εξόδου από μια οργανωμένη αγορά είναι κομμάτι του βίου των Χρηματιστηρίων. Σε περιόδους ανάπτυξης και υψηλών αποτιμήσεων το ισοζύγιο έχει θετικό πρόσημο ενώ σε περιόδους ύφεσης οι βασικοί μέτοχοι ή επενδυτικά κεφάλαια βρίσκουν την ευκαιρία να εξαγοράσουν την ελεύθερη διασπορά από το ταμπλό σε συμφέρουσες τιμές. Η κινητικότητα που παρατηρήθηκε σε την περίοδο 1999 – 2001 είχε στοιχεία υπερβολής, πολλές εταιρίες μπήκαν στο ΧΑ χωρίς να κατανοούν τη σημασία και τις δυνατότητες του θεσμού με αποτέλεσμα η παρουσία τους στο πέρασμα του χρόνου να εκφυλιστεί ή να περιοριστεί.
Ωστόσο, πέρα από τη διόρθωση αυτής της υπερβολής παρατηρήθηκε ότι ο μέσος βαθμός παραμονής των εταίρων μειώθηκε δραματικά: μέχρι το 1980 ο μέσος ρυθμός παραμονής των εταιριών ήταν πάνω από 30 χρόνια. Από το 1980 έως σήμερα ο μέσος χρόνος παραμονής μειώνεται συστηματικά: Οι εταιρίες που μπήκαν στο ΧΑ την περίοδο 1999 – 2000 και διαγράφηκαν έχουν μέσο χρόνο παραμονής τα 14,6 χρόνια ενώ όσες μπήκαν την περίοδο 2000 – 2010 έχουν χρόνο παραμονής τα 8,7 χρόνια. Η επιτάχυνση του εισηγμένου βίου δεν είναι μια αφύσικη εξέλιξη αφού πλέον το ΧΑ λειτουργεί σε ένα διεθνοποιημένο περιβάλλον, στο οποίο δραστηριοποιούνται επενδυτικά κεφάλαια που αναζητούν ευκαιρίες σε όλο τον πλανήτη ενώ οι δυνατότητες χρηματοδότησης πλέον περιλαμβάνουν και άλλες επιλογές πέρα από την άντληση κεφαλαίων από τις αγορές ή τον δανεισμό από τις τράπεζες.
Όλα τα παραπάνω κάθε άλλο παρά εφησυχασμό δημιουργούν: Η ταχύτητα αποψίλωσης του ταμπλό όχι μόνο δεν έχει μειωθεί αλλά συνεχίζεται με την ίδια ένταση. Αν δεν αντιστραφεί η ροή ή έστω ισορροπήσει το ισοζύγιο εισαγωγών και διαγραφών οι συνεδριάσεις του ΧΑ θα θυμίζουν σεμνές τελετές μεταξύ φίλων. Θυμίζει εκείνο το ανέκδοτο που τελειώνει κάπως έτσι: «Προϊόν δεν έχουμε αλλά από οργάνωση σκίζουμε!»