Απογείωση των αποδόσεων στα ομόλογα της Νότιας Ευρώπης προκάλεσε η απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να ξεκινήσει κύκλο επιτοκιακών αυξήσεων από τον Ιούλιο για να καταπολεμήσει τον πληθωρισμό. Η ευρωπαϊκή χρηματιστηριακή αγορά έκλεισε με απώλειες μετά την ανακοίνωση της ΕΚΤ ότι θα σταματήσει το πρόγραμμα ΑΡΡ αγοράς ομολόγων, το κύριο εργαλείο τόνωσης της οικονομίας από την εποχή της κρίσης χρέους στην ευρωζώνη.
Η ΕΚΤ θα ανοίξει τον κύκλο με αύξηση 25 μονάδων βάσης τον Ιούλιο για να ακολουθήσει νέα αύξηση τον Σεπτέμβριο, το μέγεθος της οποίας θα εξαρτηθεί από την πορεία του πληθωρισμού. Αμέσως οι χρηματαγορές ανέβασαν τις προσδοκίες για την άνοδο των επιτοκίων τιμολογώντας συνολική αύξηση 145 μονάδων βάσης μέχρι το τέλος του 2022.
Με τον πληθωρισμό στη ζώνη του ευρώ στο 8,1% και με ανοδική τάση, η ΕΚΤ ανησυχεί ότι η εκτίναξη των τιμών καταναλωτή διευρύνεται στην οικονομία των 19 χωρών-μελών του ευρώ και μπορεί να οδηγήσει σε ένα σπιράλ μισθολογικών αυξήσεων και περαιτέρω ανόδου του πληθωρισμού που θα της είναι πιο δύσκολο να σταματήσει.
Γνωστοποίησε την πρόθεση της να σταματήσει την ποσοτική χαλάρωση την 1η Ιουλίου και να αυξήσει τα παρεμβατικά επιτόκια στις 21 Ιουλίου. Η επόμενη αύξηση επιτοκίων θα ακολουθήσει στις 8 Σεπτεμβρίου και μπορεί να είναι μεγαλύτερη από τις 25 μονάδες βάσης, εκτός εάν η εικόνα στο μέτωπο του πληθωρισμού καλυτερεύσει.
«Θα προσπαθήσουμε να σιγουρέψουμε ότι ο πληθωρισμός θα επιστρέψει στον στόχο μας του 2% μεσοπρόθεσμα. Δεν πρόκειται για ένα βήμα αλλά για ένα ταξίδι», δήλωσε η πρόεδρος της ΕΚΤ Christine Lagarde. Η απόφαση της Πέμπτης ήταν ομόφωνη. Αν η επόμενη αύξηση μετά τον Ιούλιο είναι της τάξης της μισής ποσοστιαίας μονάδας θα είναι η μεγαλύτερη από τον Ιούνιο του 2000. Το καταθετικό επιτόκιο της ΕΚΤ, στο -0.5% σήμερα, έχει παραμείνει αρνητικό από το 2014.
Στην αγορά η απόδοση στο 10ετές ομόλογο της Ιταλίας αυξήθηκε κατά 20 μονάδες βάσης, στο υψηλότερο επίπεδο από το 2018, στο 3,715%, με τις αντίστοιχες αποδόσεις στα ισπανικά, πορτογαλικά και ελληνικά ομόλογα να αυξάνονται κατά 10-16 μονάδες βάσης.
Η απόδοση του γερμανικού 10ετους ομολόγου αυξήθηκε στο 1,47%, στο υψηλότερο σημείο από τον Ιούλιο του 2014 και του διετούς στο 0,78%. Η ισοτιμία του ευρώ στην αρχή ενισχύθηκε για να υποχωρήσει μετά, καθώς η αγορά αμφιταλαντευόταν για το αν η ΕΚΤ εμφανίστηκε πιο επιθετική από ότι αναμενόταν.
Οι αναλυτές είδαν την απόφασή της ως μια προσπάθεια να κλείσει την απόσταση από τις άλλες μεγάλες κεντρικές τράπεζες που είχαν ήδη αρχίσει τις αυξήσεις στο κόστος χρήματος και βρίσκονται μπροστά.
Η πρώτη αύξηση επιτοκίων της ΕΚΤ μετά από περισσότερο από μια δεκαετία θα την αφήσει πίσω από άλλες νομισματικές αρχές, όπως τη Federal Reserve των ΗΠΑ και την Τράπεζα της Αγγλίας που ξεκίνησαν πρώτες να αυξάνουν το κόστος χρήματος πιο επιθετικά.
Σε αντίθεση με τη Fed, η ΕΚΤ δεν σχεδιάζει να συρρικνώσει τον ισολογισμό της. Επιβεβαίωσε ότι θα συνεχίσει να επανεπενδύει τα έσοδα από τις λήξεις ομολόγων που διακρατεί, ενός χαρτοφυλακίου δημοσίου και ιδιωτικού χρέους που ανέρχεται σε 5 τρισ. ευρώ.
Το spread ανάμεσα στα ιταλικά και τα γερμανικά ομόλογα διευρύνθηκε στις 227 μονάδες βάσης. Η απόδοση του 10ετους ελληνικού ομολόγου ανέβηκε στο 4,15%, στο υψηλότερο επίπεδο από το 2020, και του ισπανικού 10ετους στο 2,64%, στο υψηλότερο σημείο από το 2014.
Στην αγορά οι traders είχαν αντικρουόμενες απόψεις. Μερικοί είδαν την απόφαση της ως επιθετική κίνηση, γιατί δεν έδωσε σήμα για δύο μόνο αυξήσεις επιτοκίων, αλλά ξεκάθαρο μήνυμα ότι θα οδηγήσει τα επιτόκια αρκετά υψηλότερα στα επόμενα τρίμηνα. Η Lagarde μίλησε για βαθμιαία προσαρμογή, αλλά στην πραγματικότητα οι προβλέψεις της ΕΚΤ για τον πληθωρισμό και την ανάπτυξη μιλούν από μόνες τους και υποδηλώνουν σειρά επιτοκιακών αυξήσεων.
Άλλοι εκτιμούν ότι η ΕΚΤ δεν θα καταφέρει να κινηθεί επιθετικά, δεδομένων των μετωπιαίων ανέμων που χτυπούν την ανάπτυξη και των επιπτώσεων από τον πόλεμο στην Ουκρανία. Βλέπουν ότι η ΕΚΤ θα δυσκολευτεί να αυξήσει τα επιτόκια γρήγορα και ότι η ανοδική πορεία τους θα είναι πιο βραχύβια απ' ότι τιμολογούν οι χρηματαγορές. Ένας από τους λόγους είναι οι κίνδυνοι που θα αντιμετώπιζαν οι πιο αδύναμες οικονομίες της ευρωζώνης όπως η Ιταλία και η Ελλάδα από μια ταχεία άνοδο του κόστους δανεισμού.
Στην Commerzbank oi οικονομολόγοι εκτιμούν ότι η ΕΚΤ έχει ήδη αργήσει να αντιμετωπίσει την έξαρση του πληθωρισμού. Το να ανεβάσει τα επιτόκια σε ουδέτερο επίπεδο, όπου δεν θερμαίνουν αλλά ούτε φρενάρουν την οικονομία, δεν θα είναι αρκετό. Η ΕΚΤ έχει μείνει πίσω από την καμπύλη και δεν αρκεί να σηκώσει το πόδι της από το γκάζι, πρέπει να πατήσει και φρένο.