Ο όρος boomflation, συναντάται όλο και περισσότερο σε αναλύσεις που προσπαθούν να περιγράψουν το παρόν αλλά το μέλλον, όσον αφορά τον πληθωρισμό και την πορεία της διεθνούς οικονομίας. Η αύξηση των τιμών του φυσικού αερίου και του πετρελαίου που επηρέασαν με τη σειρά τους, το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας, μαζί με τη θεαματική αύξηση των βιομηχανικών πρώτων υλών, των μετάλλων και των αγροτικών προϊόντων, συνηγορούν απόλυτα στην υιοθέτηση αυτού το όρου. Ενός όρου που αποκτά «μυθικές» διαστάσεις μετά και από τη Ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και τις κυρώσεις της Δύσης προς το Κρεμλίνο.
To 2022, ξεκινούσε με τον πληθωρισμό να έχει ξεπεράσει κάθε όριο προσωρινού και παροδικού χαρακτήρα. Ο πληθωρισμός, δεν ήταν πλέον μόνο αποτέλεσμα της βίαιης επιστροφής στην ανάπτυξη, ή της αυξημένης ζήτησης, της αδύναμης προσφοράς ή της διατάραξης της εφοδιαστικής αλυσίδας. Στην εξίσωση του πληθωρισμού, είχε ήδη αρχίσει να συνυπολογίζεται και ο ενεργειακός πόλεμος της Ρωσίας απέναντι στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Στο ακόλουθο γράφημα του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, παρουσιάζεται το επίπεδο του πληθωρισμού, καθώς και η σύνθεση του από τις αυξήσεις στην ενέργεια, στα τρόφιμα και σε λοιπά στοιχεία, αλλά και από τις υποτιμήσεις των περιφερειακών νομισμάτων απέναντι στο δολάριο. Η τιμή του πληθωρισμού συμβολίζεται με τον κόκκινο κύκλο, για τις ΗΠΑ, την ΕΕ, τις αναπτυγμένες οικονομίες, την Κίνα και τις αναπτυσσόμενες οικονομίες.
Αλλά και οι προβλέψεις και εκτιμήσεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου για την παγκόσμια ανάπτυξη το 2022, είχαν λάβει υπ’ όψιν τους οριακά τις αυξήσεις των ενεργειακών τιμών και φυσικά δεν ήταν δυνατόν να έχουν συμπεριλάβει στους υπολογισμούς τους τις επιπτώσεις από τη Ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.
Στο ακόλουθο γράφημα του ΔΝΤ, βλέπουμε τις εκτιμήσεις για την πορεία της ανάπτυξης, όσον αφορά τη παγκόσμια οικονομία, τις αναπτυγμένες οικονομίες και τις αναπτυσσόμενες οικονομίες. Εκτιμάται μια αποθέρμανση των οικονομιών σε σχέση με τις επιδόσεις του 2021, ωστόσο οι υπό ανάπτυξη οικονομίες θα κινηθούν με ικανοποιητικότατους ρυθμούς.
Στο ακόλουθο γράφημα του ΔΝΤ, βλέπουμε τις εκτιμήσεις για την πορεία της ανάπτυξης ανά γεωγραφική περιοχή. Έτσι η εκτίμηση για αύξηση του παγκόσμιου ΑΕΠ κατά 4,4% μέσα στο 2022, αντιστοιχεί σε 4.0% για τις ΗΠΑ, 3,9% για την Ευρωζώνη, 4,3% για τη Μέση Ανατολή και την Κεντρική Ασία, 2,4% για τη Λατινική Αμερική, 3,7% για τη Υπο-Σαχάρια Αφρική και 5,9% για τις αναπτυσσόμενες χώρες της Ασίας.
Στον ακόλουθο πίνακα του ΔΝΤ, περιγράφονται οι εκτιμήσεις για την αύξηση του ΑΕΠ για το 2022 και 2023, ανά χώρα για τις μεγαλύτερες οικονομίες του πλανήτη. Και τα στοιχεία που αναφέρονται έχουν ιδιαίτερη σημασία, καθώς οι οικονομίες αυτές χαρακτηρίζονται σαν ιδιαίτερα ενεργοβόρες, οπότε θα είναι έκθετες στη ενεργειακή κρίση που επιταχύνθηκε αμέσως μετά τη Ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Μένει λοιπόν να φανεί εάν το +4.0% των ΗΠΑ, το +3,9% της ΕΕ, το +3.8% της Γερμανίας, το +3,5% της Γαλλίας, το +3,3% της Ιαπωνίας, το +4,7 του Ηνωμένου Βασιλείου, το +4,1% του Καναδά, το +4,8% της Κίνας, το +9,0% της Ινδίας, το +2,8% της Ρωσίας και οι δείκτες αύξησης του ΑΕΠ των υπολοίπων χωρών, αποτελούν επιτεύξιμους στόχους, έστω και με μικρή απόκλιση.
Ορισμένες από τις παραδοχές που ακολούθησε το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο για τις εκτιμήσεις του σχετικά με την αύξηση του παγκόσμιου ΑΕΠ, αφορούν ένα μέσο πληθωρισμό στο 3,9% για τις αναπτυγμένες οικονομίες και στο 5,9% για τις αναπτυσσόμενες οικονομίες, μια άνοδο της τιμής του πετρελαίου κατά 12%, άνοδο της τιμής του φυσικού αερίου κατά 58% και μια αύξηση της τάξης του 4,5% στα τρόφιμα, μετά από το ράλι του 23,1% μέσα στο 2021. Μια αύξηση που θα πλήξει ιδιαίτερα τις χώρες χαμηλού εισοδήματος καθώς και τις υπό ανάπτυξη χώρες. Και αυτό διότι σε αυτές τις οικονομίες, το 1/3 του εισοδήματος των πολιτών κατευθύνεται στις διατροφικές ανάγκες, έναντι του 1/7 του εισοδήματος τω πολιτών των ανεπτυγμένων χωρών. Δεν είναι δύσκολο να συμπεράνουμε, ότι όλα τα προαναφερθέντα δεδομένα έχουν μεταβληθεί και ότι κινούμαστε σε άγνωστες θάλασσες με δυσοίωνες και απρόσμενες καιρικές συνθήκες.
Η Goldman Sachs, σε πρόσφατη ανάλυση της, αναμένει την παγκόσμια ανάπτυξη, να είναι μειωμένη σε σχέση με τις εκτιμήσεις του ΔΝΤ κατά 0,5%. Η JPMorgan εκτιμά, ότι η μείωση αυτή θα αγγίξει το 0,8%, ενώ για τη Ευρωζώνη υπολόγισε τη μείωση σχετικά με τις αρχικές εκτιμήσεις στο 2,1%. Την ίδια στιγμή η Capital Economics, εκτιμά ότι η επιβάρυνση της αύξησης των τιμών των τροφίμων, θα επιβαρύνει τον παγκόσμιο πληθωρισμό από 0,2% έως 0,4%. H Ολλανδική τράπεζα Rabobank, σε πρόσφατη έκθεση της, με τίτλο «Πόλεμος στη Ευρώπη. Είναι αναπόφευκτη η ύφεση;», εκτιμά ότι η εισβολή στη Ρωσία, θα οδηγήσει σε υψηλότερο πληθωρισμό και πιθανότατα σε ακραία σενάρια θα οδηγήσει την παγκόσμια οικονομία σε ύφεση μέχρι το 2023.
Στο ακόλουθο γράφημα, καταγράφεται η εκτίμηση της Rabobank, σχετικά με τη επίδραση του πολέμου, αλλά και του αθροιστικού συνυπολογισμού πολέμου και κυρώσεων, στις εκτιμήσεις για την αύξηση του ΑΕΠ το 2022, το 2023 και το 2024.
Στο ακόλουθο γράφημα, καταγράφεται η επίδραση που θα επιφέρει ο πολέμου και ο πολέμου συν τις κυρώσεις, στην πορεία του ΑΕΠ από το 2022 μέχρι και το 2024. Ας σημειώσουμε ότι πιο ευάλωτες δείχνουν οι οικονομίες της Ιταλίας, της Φινλανδίας και της Ισπανίας, ενώ η Ελλάδα βρίσκεται σε πολύ καλύτερη θέση, με τη συνολική επίδραση στο ΑΕΠ της να είναι μικρότερη του -1,5%.
Μπορεί η εξίσωση για τον πληθωρισμό, να είναι ιδιαίτερα πολύπλοκη, ωστόσο η εξίσωση τω επενδύσεων είναι πολύ πιο απλή: Μεγαλύτερος πληθωρισμός + χαμηλότερη ανάπτυξη = επενδυτικός εφιάλτης.