Από σήμερα και μετά περιμένουμε πολλά σημαντικά νέα από την οικονομία, τις επιχειρήσεις, το γεωπολιτικό μέτωπο. Ξεκινώντας με τις ανακοινώσεις για τον πληθωρισμό του προηγούμενου μήνα στις ΗΠΑ, τις οποίες θα ακούσουμε σήμερα το απόγευμα, θα συνεχίσουμε με τις ανακοινώσεις των εταιρικών κερδών για το δεύτερο τρίμηνο της χρονιάς, κυρίως στις ΗΠΑ αλλά και στην Ευρώπη, αλλά και με πολλές άλλες ανακοινώσεις σχετικές με οικονομικά μεγέθη. Αυτές θα συμπληρωθούν από τις εξελίξεις με τη ροή (ή μη) του φυσικού αερίου από τη Ρωσία προς την Ευρώπη μέσω του αγωγού Nord Stream 1, σε ένα δεκαήμερο από τώρα, μόλις ολοκληρωθεί η προγραμματισμένη συντήρησή του.
Όλα αυτά θα μας βοηθήσουν να πάρουμε μία καλύτερη εικόνα σχετικά με τα βασικά ζητήματα που απασχολούν τις διεθνείς χρηματιστηριακές αγορές. Πότε θα αρχίσει η ουσιαστική κάμψη του πληθωρισμού και μέχρι που μπορεί να φτάσει η άνοδος των επιτοκίων; Θα αποφύγουμε την ύφεση, αφού η σημαντική επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας θεωρείται πλέον αδιαμφισβήτητη στις δυτικές οικονομίες; Τι θα μας πουν οι μεγάλες αμερικανικές επιχειρήσεις για τις επιδόσεις τους για το δεύτερο τρίμηνο της χρονιάς, και ακόμα σημαντικότερο, ποιες θα είναι οι εκτιμήσεις τους για την συνέχεια της χρονιάς; Τι έχει αποφασίσει ο Ρώσος πρόεδρος για το φυσικό αέριο που περνά από τη χώρα του προς την Ευρώπη; Από τις απαντήσεις σε όλα αυτά θα εξαρτηθεί και η περαιτέρω πορεία των συναλλαγματικών ισοτιμιών και ειδικότερα αυτής μεταξύ του Ευρώ και του Δολαρίου ΗΠΑ.
Αν ρωτήσουμε τους χρηματιστηριακούς αναλυτές που είναι υπεύθυνοι της στρατηγικής των επενδυτικών τραπεζών, μάλλον θα μπερδευτούμε λίγο. Υπάρχουν οι ξεκάθαρα απαισιόδοξοι, όπως ο Μαρκ Γουίλσον της Morgan Stanley, ο οποίος βλέπει τον δείκτη S&P 500 να πέφτει προς τις 3.400 μονάδες (αυτή την στιγμή είναι κοντά στις 3.850 μονάδες, ο Μάικλ Μπέρι (ή αλλιώς Big Short) ο οποίος είναι ακόμα πιο απαισιόδοξος και εκτιμά πως ο συγκεκριμένος δείκτης θα πέσει και κάτω από τις 3.000 μονάδες, ο Μάικλ Χάρτνετ της Bank of America.
Η βασική θέση αυτών των αναλυτών είναι πως οι αγορές έχουν ασχοληθεί αρκετά με τον πληθωρισμό και την άνοδο των επιτοκίων αλλά όχι με την πιθανή ύφεση και την επίδρασή της στις οικονομικές επιδόσεις των επιχειρήσεων. Σύμφωνα με αυτούς, το πλήγμα στην κερδοφορία θα είναι σημαντικό και θα οδηγήσει τις τιμές των μετοχών αρκετά πιο χαμηλά. Άλλοι αναλυτές, όπως ο Ντέιβιντ Κόστιν της Goldman Sachs, ο οποίος αναπτύσσει διάφορα σενάρια, με πιο πιθανό αυτό της σταδιακής ανόδου της αγοράς προς τις 4.200 μονάδες προς το τέλος του έτους, κρατά τις επιφυλάξεις του για την περίπτωση που μπούμε τελικά σε ύφεση, οπότε θα μπορούσαμε να φθάσουμε μέχρι και τις 3.150 μονάδες.
Ο Κιθ Πάρκερ της UBS έχει και αυτός τα δικά του σενάρια, με το βασικό να προβλέπει πως στο τέλος του 2022 θα βρισκόμαστε στις 4.150 μονάδες και το απαισιόδοξο (αυτό της ύφεσης) να προβλέπει τις 3.400 μονάδες. Είναι σαφές πως ακόμα και οι αισιόδοξοι κατά βάση αναλυτές εκτιμούν πως η αμερικανική χρηματιστηριακή αγορά θα πέσει αρκετά παρακάτω από τα τωρινά επίπεδα στην περίπτωση που η αμερικανική οικονομία βρεθεί σε κατάσταση ύφεσης.
Όποιος λοιπόν δεν θέλει να δει τις αγορές να υποχωρούν περισσότερο θα πρέπει να ελπίζει να ακούσει πράγματα σαν τα παρακάτω: ενθαρρυντικές μετρήσεις για τον πληθωρισμό που να δίνουν περιθώριο στην αμερικανική ομοσπονδιακή τράπεζα (Fed) να κάνει μία παύση στις αυξήσεις των επιτοκίων από τον Σεπτέμβριο. Ουδέτερες ή θετικές προβλέψεις για την κερδοφορία των επιχειρήσεων. Επίσης, καλό, αν και δεν θεωρείται και πολύ πιθανόν, θα είναι να δούμε τον αγωγό φυσικού αερίου Nord Stream 1 να επαναλειτουργεί μετά το πέρας της ετήσιας συντήρησής του, υποθέτοντας πως η περίφημη τουρμπίνα που βρίσκεται επισκευασμένη στον Καναδά και περιμένει την άδεια των αρχών της χώρας για να ταξιδέψει προς την Ευρώπη, θα καταφέρει να φτάσει εγκαίρως στον προορισμό της.
Η υπόθεση του Nord Stream 1 και η ανησυχία για σημαντική έλλειψη φυσικού αερίου στην Ευρώπη μπορεί να μην αγγίζουν πολύ άμεσα την αγορά των ΗΠΑ, αλλά τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Όσο περισσότερο αυξάνονται οι φόβοι για την εκδήλωση μείζονος ενεργειακής κρίσης στη Γερμανία (και την υπόλοιπη Ευρώπη), τόσο περισσότερο πιθανολογούν οι αγορές την εμφάνιση έντονης οικονομικής ύφεσης στην ήπειρό μας. Μία παράπλευρη, αλλά ξεκάθαρη συνέπεια είναι η συνεχής εξασθένηση του Ευρώ απέναντι στο δολάριο. Το κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα βρέθηκε χθες στο χαμηλότερο επίπεδό του από το 2002, αγγίζοντας την ισοτιμία του ενός Ευρώ για κάθε ένα Δολάριο.
Η περαιτέρω πτώση του απέναντι στο αμερικανικό νόμισμα θεωρείται πλέον σχεδόν βέβαιη, όπως είχε επισημάνει την Δευτέρα ο Μιχάλης Μιχαηλίδης. Η παραμονή του όμως σε πολύ χαμηλά επίπεδα είναι βέβαιο πως θα πλήξει την κερδοφορία όλων των αμερικανικών επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στην Ευρώπη, κάτι που βέβαια αναμένεται να γίνει για όλες τις αμερικανικές εταιρείες που δραστηριοποιούνται διεθνώς, αφού το δολάριο είναι γενικότερα πολύ ισχυρό. Από αυτή την άποψη, οποιαδήποτε ένδειξη τιθάσευσης του πληθωρισμού θα είναι μάλλον ευεργετική για τις αμερικανικές χρηματιστηριακές αγορές, καθώς, ανάμεσα στα άλλα, θα ανακόψει την ορμή του δολαρίου απέναντι στο ευρώ και τα άλλα νομίσματα.
Δεν χρειάζεται όμως να ξεφεύγουμε πολύ από το βασικό μας θέμα. Είναι πολύ δύσκολο να υποστηρίξουμε πως οι αγορές έχουν δει τον πάτο τους, αν η πιθανολογούμενη ύφεση γίνει πραγματικότητα και πλήξει τα κέρδη των αμερικανικών επιχειρήσεων. Γι’ αυτό θα περιμένουμε με πολλή προσοχή τις ανακοινώσεις των αμερικανικών εταιρειών από το τέλος της τρέχουσας εβδομάδας και μετά. Αυτό στο οποίο θα εστιάσουν οι επενδυτές θα είναι οι εκτιμήσεις των διοικήσεων για την πορεία των επιχειρήσεων στο τρέχον τρίμηνο και στο άμεσο μέλλον.
Στην περίπτωση που αρκετές μεγάλες επιχειρήσεις αιφνιδιάσουν την αγορά με σημαντική υποβάθμιση των εκτιμήσεων τους για την συνέχεια, υπάρχει η πιθανότητα να δούμε μια γενική πτωτική κίνηση του χρηματιστηρίου, καθώς οι επενδυτές θα αρχίσουν να φοβούνται πως ο Μάικλ Μπέρι και οι υπόλοιποι απαισιόδοξοι μπορεί τελικά να έχουν και δίκιο. Ο Μπέρι πάντως είναι σίγουρος πως θα δικαιωθεί, αφού οι αναρτήσεις του στο Twitter γίνονται από τον λογαριασμό του με το «ψευδώνυμο» Cassandra B.C. Μπορεί βέβαια η Κασσάνδρα να είχε πάντα δίκιο, αλλά υπάρχουν και οι εξαιρέσεις που επιβεβαιώνουν τους κανόνες. Προς το τέλος του Ιουλίου, ίσως να έχουμε αρκετά στοιχεία για να πούμε ποιος θα χαμογελάσει τελικά.