Με μικτά πρόσημα ολοκλήρωσαν τις συναλλαγές τους οι βασικοί ευρωπαϊκοί δείκτες, καθώς οι νέες κινήσεις σε ΗΠΑ και Κίνα ενέτειναν ξανά τις ανησυχίες για την κατάληξη του εμπορικού πολέμου των δύο μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου.
Ειδικότερα, η κίνηση που φάνηκε σαν προσωρινή ανακωχή από την αμερικανική πλευρά, να δοθεί τρίμηνη παράταση στις συναλλαγές εταιρειών με την Huawei, δεν είχε συνέχεια καθώς σημερινά δημοσιεύματα ανέφεραν ότι η κυβέρνηση Τραμπ εξετάζει την τοποθέτηση και της κινεζικής εταιρείας κλειστών κυκλωμάτων παρακολούθησης Hikvision σε «μαύρη λίστα».
Υπενθυμίζεται ότι στο τελευταίο επεισόδιο του εμπορικού πολέμου οι ΗΠΑ είχαν αποκλείσει την Huawei από την αμερικανική αγορά λόγω απειλών για την εθνική ασφάλεια της χώρας, ωστόσο στη συνέχεια έδωσαν τρίμηνη παράταση για όσες αμερικανικές επιχειρήσεις του κλάδου της τεχνολογίας συνεργάζονται με τον κινεζικό γίγαντα των τηλεπικοινωνιών.
Σε αυτό το κλίμα, ο πανευρωπαϊκός Stoxx, που κατά τη διάρκεια της ημέρας εναλλασσόταν από θετικό σε αρνητικό πρόσημο, τελικά ολοκλήρωσε με οριακές απώλειες 0,08% στις 379,19 μονάδες.
Στα επιμέρους ταμπλό, ο γερμανικός DAX έκλεισε στο +0,21% και τις 12.168 μονάδες, ενώ και ο βρετανικός FTSE 100 κατάφερε να διατηρηθεί σε θετικό έδαφος, έστω και οριακά με κέρδη 0,07%, παρά τους κλυδωνισμούς του Brexit ολοκληρώνοντας στις 7.334 μονάδες. Αντίθετα, ο γαλλικός CAC 40 υποχώρησε κατά 0,12% κλείνοντας στις 5.378 μονάδες.
Σε παρόμοιο ρυθμό, με οριακές απώλειες 0,07%, κινήθηκε και ο ισπανικός IBEX 35 που έκλεισε στις 9.232 μονάδες, ενώ οι μεγαλύτερες πιέσεις της ημέρας ασκήθηκαν στον ιταλικό FTSE MIB ο οποίος κατέγραψε απώλειες 0,62% και υποχώρησε στις 20.573 μονάδες.
Στις εταιρικές αποδόσεις της ημέρας, βουτιά 9,4% κατέγραψε η μετοχή της Marks & Spencer, καθώς παρά την άνοδο 27% που εμφάνισαν τα κέρδη της οι επενδυτές εστίασαν στην έκδοση δικαιωμάτων προτίμησης μετοχών ύψους 601,3 εκατ. λιρών που ανακοίνωσε ο βρετανικός γίγαντας της ένδυσης.
Αντίθετα, σημαντικά κέρδη 5,4% είδε η μετοχή της Royal Mail, μετά την είδηση ότι η βρετανική επιχείρηση ταχυδρομείων θα προχωρήσει σε επένδυση ύψους 2,29 δισ. δολαρίων.