Στην πρόβλεψη ότι οι τιμές του πετρελαίου ενδέχεται να υποχωρήσουν έως τα 60-70 δολάρια το βαρέλι στην περίπτωση που η οικονομία οδηγηθεί σε ύφεση, προχωρά η Citi, δίνοντας παράλληλα μία ακόμη πιο εντυπωσιακή πρόβλεψη για πτώση του πετρελαίου στα 40 δολάρια το 2023.
Όπως αναφέρει σε έκθεσή της η αμερικανική τράπεζα, έχει γίνει καθημερινή συνήθεια να συγκρίνονται οι εξελίξεις στην αγορά πετρελαίου σήμερα με τις ενεργειακές κρίσεις της δεκαετίας του ’70 – της ανόδου των τιμών μετά το πετρελαϊκό εμπάργκο του ΟΠΕΚ το 1973-74 και την περαιτέρω άνοδο των τιμών κατά τη διάρκεια του πολέμου Ιράν-Ιράκ το 1980. Και οι δύο κρίσεις οδήγησαν σε ύφεση την οικονομία και συνοδεύτηκαν από υψηλό πληθωρισμό και ιστορικά υψηλά επιτόκια.
Όπως και τη δεκαετία του ’70, έτσι και σήμερα υφίστανται σημαντικές αλλαγές στις ενεργειακές εφοδιαστικές αλυσίδες που διαταράσσουν τις αγορές και υποστηρίζουν τις υψηλές τιμές, σημειώνει η Citi. Παρ’ όλα αυτά, υπάρχουν και διαφορές που καθιστούν πιο κατάλληλη τη σύγκριση με τις αποπληθωριστικές πτυχές της Παγκόσμιας Χρηματοπιστωτικής Κρίσης.
Όπως τότε, έτσι και σήμερα οι υψηλές ενεργειακές τιμές προηγήθηκαν των γεγονότων που πυροδότησαν την ύφεση. Η τιμή του Brent έσπασε το φράγμα των 140 δολαρίων τον Ιούλιο του 2008, ισοδύναμο με πάνω από 160 δολάρια σε πραγματικούς όρους, για να υποχωρήσει στα 40 δολάρια το βαρέλι στο τέλος του ίδιους έτους, πριν ισορροπήσει ξανά στα 90 δολάρια και παραμείνει σε αυτό το επίπεδο για τα επόμενα τέσσερα χρόνια.
Οι περισσότερες αναλύσεις της αγοράς πετρελαίου εστιάζουν στις επιπτώσεις στις τιμές από την περαιτέρω διατάραξη των εφοδιαστικών αλυσίδων. Η Citi δίνει έμφαση στις δυνητικές επιπτώσεις μιας ύφεσης, ενός σεναρίου που κερδίζει συνεχώς έδαφος. Σε ένα σενάριο ύφεσης, όπου η ανεργία θα αυξηθεί, θα σημειωθούν χρεοκοπίες εταιρειών και αθετήσεις πληρωμών από νοικοκυριά, τα εμπορεύματα θα ακολουθήσουν πτωτική τάση καθώς τα κόστη θα αποκλιμακωθούν και τα περιθώρια θα γυρίσουν αρνητικά.
Για το πετρέλαιο, τα ιστορικά στοιχεία δείχνουν ότι η ζήτηση πετρελαίου γίνεται αρνητικά μόνο στις χειρότερες παγκόσμιες υφέσεις. Όμως οι πετρελαϊκές τιμές υποχωρούν σε όλες τις υφέσεις. Η ανάλυση των στοιχείων για την επίδραση της παγκόσμιας ζήτησης σε προηγούμενες υφέσεις τα τελευταία 60 χρόνια, υποδεικνύει ότι οι περισσότερες οικονομικές κρίσεις συνοδεύονται από επιβράδυνση της ζήτησης. Η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση και η πανδημία είναι δύο αξιοσημείωτες εξαιρέσεις, ενώ η Δεύτερη Πετρελαϊκή Κρίση (1979-1980) προηγήθηκε μίας μόνιμης πτώσης της ζήτησης στον ηλεκτρικό τομέα που τότε κατανάλωνε το 30% των προμηθειών πετρελαίου.
Φαίνεται ότι φέτος και το 2023 οι ρωσικές εξαγωγές αργού πετρελαίου μπορεί να παραμείνουν ισχυρές, ακόμη και αν υποχωρήσουν οι εξαγωγές διυλισμένων προϊόντων. Επομένως, η περαιτέρω αδυναμία της παγκόσμιας ζήτησης πετρελαίου θα οδηγήσει σε μεγαλύτερα αποθέματα και χαμηλότερες τιμές. Παρ’ όλα αυτά, οι επιπτώσεις από τις ευρωπαϊκές κυρώσεις στο ρωσικό πετρέλαιο θα συνεχίσουν να αποτελούν εμπόδια για τις παγκόσμιες τιμές πετρελαίου. Σε ένα σενάριο ύφεσης, η Citi προβλέπει ότι οι τιμές πετρελαίου θα υποχωρήσουν στα 65 δολάρια το βαρέλι έως τα τέλη του 2022 και δυνητικά στα 45 δολάρια το βαρέλι στα τέλη του 2023, αν δεν υπάρξει παρέμβαση από τον ΟΠΕΚ και πτώση των πετρελαϊκών επενδύσεων.