Βουτιά άνω του 4% στο πετρέλαιο

Βουτιά άνω του 4% στο πετρέλαιο

Σημαντικές απώλειες καταγράφουν οι τιμές πετρελαίου σήμερα καθώς οι περιορισμοί του Covid-19 στον κορυφαίο εισαγωγέα αργού την Κίνα και οι προσδοκίες για περαιτέρω αυξήσεις των επιτοκίων ενέτειναν τις ανησυχίες για παγκόσμια οικονομική ύφεση και χαμηλότερη αύξηση της ζήτησης καυσίμων. Το brent υποχωρεί 3,9% στα 89,21 δολάρια και το WTI 4,32% στα 83,13 δολάρια. 

Το πετρέλαιο αντιστάθμισε τα ισχυρά κέρδη που σημειώθηκαν τη Δευτέρα αφού ο Οργανισμός Πετρελαιοεξαγωγικών Χωρών (OPEC) και οι σύμμαχοί τους, OPEC+, αποφάσισαν να μειώσουν την παραγωγή κατά 100.000 βαρέλια την ημέρα τον Οκτώβριο.

«Οι επενδυτές, εκτός από τους περιορισμούς στην Κίνα, βλέπουν πως η παγκόσμια ύφεση είναι πιο πιθανή από ποτέ. Και αυτό γιατί η αύξηση επιτοκίων αποτελεί μονόδρομο όπως δείχνουν και οι πρόσφατες δηλώσεις ανώτατων στελεχών της Fed» σχολιάζουν οι αναλυτές στο CNBC. 

 Η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ πρέπει να αυξήσει τα επιτόκια σε επίπεδο που να περιορίζει την οικονομική δραστηριότητα και να τα διατηρήσει εκεί έως ότου οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής «πειστούν» ότι ο πληθωρισμός υποχωρεί, δήλωσε στους Financial Times ο πρόεδρος του παραρτήματος της Fed στο Ρίτσμοντ, Τόμας Μπάρκιν.

Για να αποκατασταθεί η σταθερότητα των τιμών, η κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ θα χρειαστεί να σφίξει περαιτέρω τη νομισματική της πολιτική, ώστε τα πραγματικά επιτόκια, τα οποία αναπροσαρμόζονται για τον πληθωρισμό, να βρίσκονται πάνω από το μηδέν, δήλωσε ο Μπάρκιν σε συνέντευξή του στην εφημερίδα χθες Τρίτη.

«Στόχος είναι τα πραγματικά επιτόκια να βρίσκονται σε θετικό έδαφος και να παραμείνουν εκεί μέχρι να σιγουρευτούμε ότι τελειώσαμε με τον πληθωρισμό», πρόσθεσε ο Μπάρκιν.

Τα σχόλια του Μπάρκιν έρχονται λίγο πριν τη συνεδρίαση της Fed, η οποία είναι προγραμματισμένη για τις 20 και 21 Σεπτεμβρίου, όπου θα αποφασιστεί αν η Ομοσπονδιακή Τράπεζα θα προχωρήσει σε τρίτη αύξηση κατά 75 μονάδες βάσης ή αν θα επιβραδύνει τον ρυθμό σύσφιξης με άνοδο 50 μονάδων βάσης.

Όπως τόνισε ο Μπάρκιν στους FT προς το παρόν δεν υπάρχει απόφαση για το μέγεθος της αύξησης, ωστόσο υπογράμμισε την ανθεκτικότητα της οικονομίας των ΗΠΑ.