Του Κωνσταντίνου Χαροκόπου
Στο τελευταίο άρθρο του 2019, θα πρέπει να παραδεχτούμε πως φέτος ζήσαμε μία από τις θεαματικότερες χρηματιστηριακές χρονιές της τελευταίας δεκαπενταετίας. Οι αποδόσεις των χρηματιστηριακών δεικτών κατέταξαν το Χρηματιστήριο Αθηνών στην υψηλότερη κατηγορία παγκοσμίως. Η εικόνα του χρηματιστηριακού τζίρου, δηλαδή του ύψους των συναλλαγών, ήταν και αυτή αισθητά βελτιωμένη, σε σχέση με την αντίστοιχη εικόνα των προηγουμένων ετών.
Ομως πίσω από αυτή τη βιτρίνα, στην οποία παρουσιάζονται τα γενικά μεγέθη που συγκεντρώνουν το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης, υπάρχουν πολλά ποσοτικά και ποιοτικά χαρακτηριστικά, που επιτρέπουν στους επαγγελματίες της αγοράς να εξάγουν πιο ασφαλή συμπεράσματα για το παρόν και το μέλλον της εγχώριας κεφαλαιαγοράς.
Σήμερα στην Ελλάδα, δραστηριοποιούνται περίπου 17.000 εγχώριοι χρηματιστηριακοί κωδικοί που επενδύουν σε μετοχές, 830 κωδικοί που επενδύουν με ομόλογα, 1.800 που λαμβάνουν θέσεις σε παράγωγα προϊόντα και 70 κωδικοί που συμμετέχουν στις αγορές δικαιωμάτων μετοχών και δεικτών. Παράλληλα με αυτούς, δραστηριοποιούνται άλλοι 650 χρηματιστηριακοί κωδικοί από το εξωτερικό, εκ των οποίων οι περισσότεροι έχουν έδρα στην Κύπρο, στο Ηνωμένο Βασίλειο, στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής και το Λουξεμβούργο. Εχουν υποχωρήσει δε αισθητά οι χρηματιστηριακοί κωδικοί που έχουν ως χώρα προέλευσης κάποιους φορολογικούς παραδείσους, όπως είναι οι Βερμούδες, οι Σεϋχέλες, οι Παρθένοι Νήσοι, οι Νήσοι Μάρσαλ κ.ά.
Το χρήμα κινείται από το εξωτερικό
Παρόλο που οι εγχώριοι επενδυτές αποτελούν τη μεγάλη πλειονότητα των συμμετεχόντων, καλύπτουν κάτι λιγότερο από το μισό του ύψους των συναλλαγών. Το ύψος των συναλλαγών τους κυμαίνεται γύρω από το 43%, τη στιγμή που οι ξένοι επενδυτές καλύπτουν το 57%. Η διαφοροποίηση των προτιμήσεων των επενδυτών γίνεται ακόμα πιο εμφανής στην κατηγοριοποίηση των μετοχών στις οποίες επιλέγουν να κινηθούν.
Ετσι στις μετοχές που απαρτίζουν τον Δείκτη FTSE / Athex Large Cap και είναι οι μετοχές των σημαντικότερων και μεγαλύτερων εταιρειών που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα, το 59% των συναλλαγών πραγματοποιείται από τους ξένους επενδυτές και το υπόλοιπο 41% από τους εγχώριους. Αντίθετα, στις μετοχές του Δείκτη FTSE / Athex Mid Cap, που είναι οι μετοχές της μεσαίας κεφαλαιοποίησης, το 92% των συναλλαγών πραγματοποιείται από εγχώριους επενδυτές -κυρίως ιδιώτες-, ενώ το υπόλοιπο 8% πραγματοποιείται από ξένους επενδυτές.
To γεγονός αυτό καταδεικνύει την πλήρη διαφοροποίηση των προτιμήσεων των δύο επενδυτικών κοινοτήτων. Η επενδυτική κοινότητα των αλλοδαπών επικεντρώνει το ενδιαφέρον της στις δεικτοβαρείς μετοχές, στις επιχειρήσεις που έχουν βαρύνουσα σημασία στην ελληνική οικονομία, που αντιπροσωπεύουν ελκυστικούς κλάδους, που διαθέτουν στην πλειοψηφία τους διαφανή εταιρική διακυβέρνηση και χαρακτηριστικά αντίστοιχων εταιρειών των οποίων οι μετοχές διαπραγματεύονται στα διεθνή χρηματιστήρια. Αντίθετα, η πλειονότητα των Ελλήνων επενδυτών, επιλέγει περισσότερο μετοχές μεσαίων και μικρομεσαίων εταιρειών, οι οποίες ελέγχονται μετοχικά από τους βασικούς ιδιοκτήτες τους και από διάφορα σχήματα εγχώριων επενδυτών. Είναι δε μετοχές που παραδοσιακά προσφέρουν περισσότερες συγκινήσεις κατά τη διάρκεια των κινήσεών τους. Οι συγκινήσεις αυτές δεν καταλήγουν όμως πάντοτε σε καταγραφή κερδών.
Η διαφοροποίηση αυτή γίνεται ακόμα πιο εμφανής, από τη συμμετοχή των επενδυτών στη μετοχική βάση των εισηγμένων εταιρειών και όχι μόνο στο ύψος των συναλλαγών. Σύμφωνα με αυτό το κριτήριο, οι ξένοι επενδυτές κατέχουν το 71% της αξίας των μετοχών του Δείκτη FTSE / Athex Large Cap, δηλαδή όλων των μεγάλων ομίλων και εταιρειών που δραστηριοποιούνται στη χώρα μας. Οι Ελληνες επενδυτές κατέχoυν το 24% και το γνωστό ΤΧΣ (Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας) κατέχει το 5% της συνολικής αξίας των εταιρειών του FTSE. Η συμμετοχή του ΤΧΣ αφορά τα ποσοστά που διαθέτει στη μετοχική βάση των τεσσάρων συστημικών τραπεζών. Η δε αξία των συμμετοχών του ΤΧΣ αποτιμάται περίπου στα 2 δισ. ευρώ. Με βάση τα στοιχεία της τελευταίας στατιστικής έκδοσης του Χρηματιστηρίου Αθηνών, που αφορούσαν τα δεδομένα της 29ης Νοεμβρίου 2019, οι Ελληνες επενδυτές έχουν στην κατοχή τους μετοχές αξίας 16,5 δισ. ευρώ και οι ξένοι επενδυτές έχουν στην κατοχή τους μετοχές αξίας 32,3 δισ. ευρώ.
Η μελέτη όλων αυτών των δεδομένων δεν οδηγεί ασφαλώς σε ιδιαίτερα ενθαρρυντικά συμπεράσματα. Αν μάλιστα κάποιος κινηθεί πιο βαθιά και πιο αναλυτικά σ' αυτά τα δεδομένα, θα δει πως γύρω στα 60 νομικά πρόσωπα από το εξωτερικό, ελέγχουν το 50% των ημερήσιων συναλλαγών στο Χρηματιστήριο της Αθήνας, διαμορφώνοντας τόσο το κλίμα όσο και την τάση της αγοράς. Αυτά τα νομικά πρόσωπα είναι Αμοιβαία Κεφάλαια, Εταιρείες Επενδύσεων Χαρτοφυλακίου, Τράπεζες, Εταιρείες Ειδικού Σκοπού, Εταιρείες Επενδύσεων Ακίνητης Περιουσίας, Εταιρίες Holding, Πολυμερείς Μηχανισμοί Διαπραγμάτευσης κ.ά.
Δεν επιθυμούμε να διατυπώσουμε την άποψη ότι το Χρηματιστήριο Αθηνών είναι χειραγωγούμενο από συγκεκριμένες δυνάμεις της αγοράς. Ομως, ο αριθμός των εγχώριων συμμετεχόντων είναι ιδιαίτερα χαμηλός και ταυτόχρονα η βαρύτητα των ολίγων μεγάλων «παικτών» από το εξωτερικό, στα καθημερινά χρηματιστηριακά δρώμενα, είναι σημαντικότατη. Η εικόνα πρέπει να αλλάξει. Ο αριθμός των ενεργών επενδυτών πρέπει να αυξηθεί. Η σύνθεση της επενδυτικής κοινότητας πρέπει να βελτιωθεί.
Η πορεία της εθνικής οικονομίας και των επιχειρήσεων είναι ένας παράγοντας που μπορεί να βοηθήσει σ' αυτή την κατεύθυνση και ίσως να είναι και ο σημαντικότερος. Οι αποδόσεις των ομολόγων στην δευτερογενή αγορά, οι μακροοικονομικοί δείκτες, οι ιδιωτικοποιήσεις και οι αξιολογήσεις από τους διεθνείς οίκους διαμορφώνουν το ευρύτερο κλίμα. Οι κερδοφορίες των εταιρειών, τα σημαντικά επιχειρηματικά νέα, οι εκδόσεις νέων μετοχών, η είσοδος νέων εταιρειών στο Χρηματιστήριο, οι εκδόσεις νέων ομολόγων, οι αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου και οι στρατηγικές συνεργασίες με εταιρείες του εξωτερικού διαμορφώνουν το ειδικότερο χρηματιστηριακό κλίμα.
Ολα τα προαναφερθέντα είναι γνωστά, έχουν πάρει τον θετικό δρόμο τους και αν δεν υπάρξουν απροσδόκητα γεγονότα, θα ενσωματωθούν σύντομα μέσα στις τιμές των μετοχών και τις αποτιμήσεις των εταιρειών. Ομως το ερώτημα παραμένει. Πώς θα έρθουν περισσότεροι επενδυτές στο Χρηματιστήριο; Ποια είναι τα επενδυτικά προϊόντα που θα προσελκύσουν νέους επενδυτές;
Οι πλατφόρμες
Η χαρτογράφηση των επενδυτών, που έχει πραγματοποιηθεί από διαδικτυακές πλατφόρμες χρηματιστηριακών συναλλαγών, δείχνει πως παράλληλα με τους επενδυτές του Χρηματιστηρίου της Αθήνας, υπάρχουν στην Ελλάδα και άλλοι 25.000 επενδυτές που δραστηριοποιούνται στον χώρο του Forex, δηλαδή του συναλλάγματος, των ETFs, των CFDs, των Futures και των Options, μέσω διαφόρων διαδικτυακών διαμεσολαβητών. Τα ποσά τα οποία διακινούν στις συναλλαγές τους είναι χαμηλά και κυμαίνονται στα επίπεδα των 2.500 ευρώ, αποκτούν όμως μεγαλύτερη συναλλακτική δύναμη, μέσω της πολλαπλασιαστικής μόχλευσης. Διότι η μόχλευση τούς επιτρέπει να επενδύουν 10 φορές τα κεφάλαιά τους.
Επιπλέον, από τη συγκεκριμένη χαρτογράφηση των επενδυτών απουσιάζει θεαματικά η ηλικιακή ομάδα ανάμεσα στα 25 και 35 έτη, που παλαιότερα αποτελούσε τη μεγαλύτερη και πιο δυναμική μαγιά των διαδικτυακών χρηματιστηριακών συναλλαγών. Σήμερα, η πλειονότητα των νέων αυτής της ηλικίας είναι άνεργοι ή εργάζονται με χαμηλές απολαβές. Οπότε, είτε δεν έχουν διαθέσιμους πόρους για να κινηθούν στις αγορές είτε αποφεύγουν το ρίσκο διότι δεν αισθάνονται εξασφαλισμένοι οικονομικά. Υπάρχει δηλαδή ένα μεγάλο κενό στην ελληνική κοινωνία, που σε άλλες εποχές θα εκμεταλλευόταν την έννοια της μετοχικής ιδέας για να συμπληρώσει τα εισοδήματά του και να κτίσει το μέλλον του.
Αρκούν λοιπόν οι υπάρχοντες 17.000 ενεργοί εγχώριοι επενδυτές και οι 650 ξένοι για να κινήσουν το Χρηματιστήριο και να χρηματοδοτήσουν τις εισηγμένες εταιρείες και τα φιλόδοξα επιχειρηματικά τους σχέδια;
Γνωρίζοντας ότι οι τράπεζες αδυνατούν να δανειοδοτήσουν την πραγματική οικονομία και γνωρίζοντας ότι μόνο η δευτερογενής αγορά κεφαλαίων, όπως είναι το Χρηματιστήριο, μπορεί να παίξει πλέον αυτόν τον ρόλο του χρηματοδότη, τι σκέψεις κάνει η διοίκηση του Χρηματιστηρίου και η κυβέρνηση; Τι είδους ανάλυση της κατάστασης έχουν κάνει; Σε ποιον σχεδιασμό έχουν προβεί; Ποια θεσμικά και φορολογικά μέτρα θα λάβουν; Ποια νέα προϊόντα θα προετοιμάσουν, που να ανταποκρίνονται στους εγχώριους επενδυτές; Ποια νέα προϊόντα θα διαθέσουν στους επενδυτές του εξωτερικού, ώστε να τους δελεάσουν και να τους προσελκύσουν; Σε ποιες συμμαχίες θα προχωρήσουν; Με ποια περιφερειακά -με όρους γεωγραφικούς- χρηματιστήρια θα μπορούσε να συνεργαστεί το Χρηματιστήριο της Αθήνας; Πώς οι 17.000 εγχώριοι επενδυτές θα γίνουν 170.000 και πώς οι 650 ξένοι θα γίνουν 6.500;
Σε ένα περιβάλλον μηδενικών τραπεζικών αποδόσεων, αλλά και θεαματικών αποδόσεων των διεθνών χρηματιστηρίων, είναι ίσως η καλύτερη στιγμή για δράση. Η κυβέρνηση κρατάει το μαχαίρι. Μαζί με το κόψιμο της βασιλόπιτας, ας κόψει επιτέλους και τον γόρδιο δεσμό που κρατάει το Χρηματιστήριο της Αθήνας δέσμιο του αναχρονισμού και της οπισθοδρομικότητας.