Πάντα θα πρέπει να έχουμε στο μυαλό μας, τη βασικότερη των σκέψεων που έχουν οι πολιτικοί στο δικό τους μυαλό . Και αυτή δεν είναι άλλη από την επανεκλογή τους. Έτσι και στο μυαλό του Προέδρου των ΗΠΑ, βρίσκεται η διατήρηση της πλειοψηφίας των Δημοκρατικών στα αμερικανικά νομοθετικά σώματα στις ενδιάμεσες εκλογές, που θα γίνουν μετά από 2 χρόνια. Επομένως, δεν θα πρέπει να διαφεύγει της προσοχής μας, ότι το πακέτο για την επανεκκίνηση της αμερικανικής οικονομίας, κατευθύνεται στην αύξηση της κατανάλωσης και της ικανοποίησης των ψηφοφόρων.
Από τα συνολικά $6 τρισεκατομμύρια, που θα διοχετευτούν στην αμερικανική οικονομία, μόλις το $1,5 τρισ. θα οδηγηθεί σε επενδύσεις. Η επιλογή αυτή φαίνεται να είναι από μόνη της, προβληματική. Στη μετά-covid εποχή που μόλις ξεκινάει, οι ΗΠΑ έχουν ανάγκη να αυξήσουν τις επενδύσεις τους και τα κίνητρα προς επένδυση. Και αυτό, όχι για κάποιους αόριστους ιδεολογικούς λόγους. Αλλά για έναν πολύ συγκεκριμένο λόγο που λέγεται Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας (ΛΔΚ). Η οικονομία της ΛΔΚ, κτυπήθηκε σχετικά σε χαμηλότερο βαθμό από τις αντίστοιχες δυτικές. Και έχει θέσει ως στόχο της, την κατάκτηση της παγκόσμιας οικονομικής και πολιτικής πρωτοκαθεδρίας.
Είναι προφανές, ότι η απάντηση σε αυτήν την πρόκληση θα έπρεπε να είναι η αύξηση των επενδύσεων, μαζί με την αύξηση της ανταγωνιστικότητας, της αποτελεσματικότητας και της παραγωγικότητας, της αμερικανικής πραγματικής οικονομίας. Διότι οι υψηλές πτήσεις των χρηματιστηρίων της Νέας Υόρκης, δεν αρκούν στον ανοικτό οικονομικό, εμπορικό και τεχνολογικό πόλεμο των ΗΠΑ, με την ΛΔΚ.
Το πακέτο Μπάιντεν θα στηριχθεί αφ’ ενός στην αύξηση των φόρων και αφ’ ετέρου στην αύξηση του κρατικού χρέους. H αύξηση των εταιρικών φορολογικών συντελεστών και η αύξηση της φορολογίας του πλούτου, θα αφαιρέσει πόρους, που θα κατευθύνονταν στην πραγματική οικονομία.
Αντίθετα, θα μεταφέρει αυτούς τους πόρους στην κατανάλωση και εμμέσως στα χρηματιστήρια, καθότι η πλειοψηφία των νέων επενδυτών που εισρέουν στις αγορές μετοχών, παραγώγων και κρυπτονομισμάτων, στηρίζεται στην επιδοματική πολιτική της αμερικανικής πολιτείας, στα πλαίσια επούλωσης των πληγών από την πανδημία.
Μετά και την απόφαση του G7 για την υιοθέτηση του ελάχιστου παγκόσμιου εταιρικού φόρου, φαίνεται ότι όλες οι κυβερνήσεις τις Δύσης, λίγο – πολύ υιοθετούν τις ίδιες ή σχετικά ίδιες πολιτικές. Η αύξηση του χρέους, η αύξηση των φόρων, τα χαμηλά ή και σχεδόν μηδενικά επιτόκια και η αναζωπύρωση του πληθωρισμού που κάνει την εμφάνιση του κυρίως στις τιμές των αγροτικών προϊόντων, των εμπορευμάτων και των πρώτων υλών, αποτελεί ένα επικίνδυνο κοκτέιλ.
Ωστόσο, οι χρηματιστηριακές αγορές συνεχίζουν να μην λαμβάνουν υπ’ όψιν τους, αυτήν την πραγματικότητα. Έτσι εξακολουθούν αμέριμνα το κυνήγι των υπεραξιών, το ταξίδι των υπερβολικών αποτιμήσεων και την περιπέτεια με τα νέα επενδυτικά εργαλεία.
Η εφαρμογή των μέτρων από τη διακυβέρνηση των Δημοκρατικών, αργά η γρήγορα θα επηρεάσει την πραγματική οικονομία και συνεπακόλουθα τους ισολογισμούς και τις κερδοφορίες των εισηγμένων εταιρειών στο χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης. «Αργά ή γρήγορα». Ας το έχουμε αυτό στο μυαλό μας.
Αποποίηση Ευθύνης
Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, ουδεμία διασφάλιση δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.