Με πτώση ολοκλήρωσαν την συνεδρίαση της Πέμπτης οι κυριότεροι δείκτες στην Wall Street, καθώς οι νέες πιέσεις που δέχθηκε ο τεχνολογικός κλάδος συμπαρέσυραν σε αρνητικό έδαφος την αγορά, ενώ οι επενδυτές προσπαθούν να αποκωδικοποιήσουν τους «χρησμούς» της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ σχετικά με την ανάκαμψη της οικονομίας από τις επιπτώσεις της πανδημίας.
Πιο αναλυτικά, ο βιομηχανικός δείκτης Dow Jones διαμορφώθηκε στις 27.907 μονάδες με απώλειες 125 μονάδων ή 0,45%, ενώ αντίστοιχη εικόνα παρουσίασε και ο διευρυμένος δείκτης S&P 500, ο οποίος έκλεισε στις 3.357 μονάδες, υποχωρώντας κατά 0,84%.
Ισχυρότερες οι πιέσεις για τον δείκτη Nasdaq, των τεχνολογικών εταιρειών υψηλής κεφαλαιοποίησης, ο οποίος συνέχισε το πτωτικό του σερί και διαμορφώθηκε στις 10.910 μονάδες, σημειώνοντας απώλειες 1,27%.
Στο ταμπλό, απώλειες 3,3% και 2,3% σημείωσαν οι μετοχές των Facebook και Amazon αντίστοιχα, ενώ πτώση 1,7% σημείωσε και η μετοχή της Alphabet. Η Netflix υποχώρησε κατά 2,8%, ενώ απώλειες άνω του 1% κατέγραψαν με την σειρά τους οι Apple και Microsoft, ενώ η Snowflake έχασε 10,4%, μόλις δύο ημέρες μετά την είσοδό της στην Wall Street.
Το κλίμα στην αγορά, τονώθηκε προσωρινά μετά τις ανακοινώσεις του υπουργείου Εργασίας των ΗΠΑ, σχετικά με τις νέες αιτήσεις για παροχή επιδόματος ανεργίας, οι οποίες αυξήθηκαν κατά 860.000 την εβδομάδα που τελείωσε στις 12 Σεπτεμβρίου, αριθμός ωστόσο μειωμένος κατά 33.000 σε σχέση με την προηγούμενη καταμέτρηση αλλά και σε σχέση με τις εκτιμήσεις των αναλυτών που ανέμεναν αύξηση κατά 875.000.
Ωστόσο, οι χθεσινές ανακοινώσεις της Fed σχετικά με τις προοπτικές της ισχυρότερης οικονομίας του πλανήτη το προσεχές χρονικό διάστημα εξακολουθούν να προκαλούν επιφυλακτικότητα στον επενδυτικό κόσμο.
Υπενθυμίζεται πως την Πέμπτη, η κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ διατήρησε αμετάβλητα τα επιτόκια στο 0% με 0,25% την ώρα που αναμένεται ότι θα παραμείνουν σε μηδενικά επίπεδα ως και το τέλος του 2023 σύμφωνα με τις δηλώσεις των αξιωματούχων.
Η ύφεση της αμερικανικής οικονομίας για το 2020 αναμένεται ότι θα είναι λιγότερο βίαιη απ’ όσο προβλεπόταν αλλά η ανάκαμψη θα είναι λιγότερο ισχυρή κατά τα επόμενα έτη, εκτιμά η Ομοσπονδιακή Κεντρική Τράπεζα.
Στην ανακοίνωση που εξέδωσε η Fed τονίζει ότι «αναμένει να διατηρήσει μια υποστηρικτική νομισματική πολιτική» μέχρι ο πληθωρισμός να φτάσει στο 2% κατά μέσο όρο και οι μακροπρόθεσμες προσδοκίες για τον πληθωρισμό να εδραιωθούν στο 2%.
Η δήλωση αντικατοπτρίζει το νέο μακροπρόθεσμο πλαίσιο πολιτικής της κεντρικής τράπεζας στο οποίο οι αξιωματούχοι θα επιτρέψουν στον πληθωρισμό να ξεπεράσει τον στόχο του 2% μετά από περιόδους χαμηλής απόδοσης.
Ο πρόεδρος της Fed Τζερόμ Πάουελ παραδέχτηκε ότι ο ρυθμός ανάκαμψης είναι «αβέβαιος», διαπιστώνοντας όμως ότι η οικονομική δραστηριότητα είναι γενικά καλή, σε σύγκριση με το επίπεδό της πριν από την πανδημία της Covid-19.
«Η οικονομική δραστηριότητα βελτιώθηκε, σε σύγκριση με το επίπεδο στο οποίο βρισκόταν κατά το δεύτερο τρίμηνο του έτους, όταν ένα μεγάλο μέρος της οικονομίας είχε διακοπεί για να αναχαιτιστεί η εξάπλωση του ιού», είπε ο Πάουελ σε συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε. Σημείωσε όμως ότι οι δαπάνες για υπηρεσίες «που απαιτούν γενικά τη συνάθροιση ανθρώπων (…) είναι ακόμη αρκετά μειωμένες».
Το ΑΕΠ των ΗΠΑ εκτιμάται ότι θα υποχωρήσει κατά 3,7% φέτος, ενώ τον Ιούνιο η Fed εκτιμούσε ότι η μείωση αυτή θα φτάσει ακόμη και το 6,5%. Η ανάκαμψη, τα επόμενα χρόνια, δεν θα είναι τόσο ισχυρή όσο αναμενόταν: 4% το 2021 (από 5%) και 3% το 2022 (από 3,5%) για να πέσει στο 2,5% το 2023.
Η ανεργία, που τον Φεβρουάριο είχε πέσει στο χαμηλότερο ποσοστό εδώ και μισό αιώνα, στο 3,5%, εκτιμάται ότι θα ανέλθει φέτος στο 7,6%, ποσοστό καλύτερο από το 9,3% που ήταν η αρχική εκτίμηση, τον Ιούνιο. Τα στοιχεία του Αυγούστου ήταν καλύτερα από το προβλεπόμενο, με την ανεργία να έχει ήδη μειωθεί στο 8,4%, μετά το ιστορικό «άλμα» στο 14,7% τον Απρίλιο.