Γιατί αποτελεί εστία συστημικού κινδύνου
Shutterstock
Shutterstock
SVB

Γιατί αποτελεί εστία συστημικού κινδύνου

Για μήνες τώρα οι επενδυτές αψηφούσαν την απειλή των ανοδικών επιτοκίων, της αύξησης του κόστους χρήματος. Αυτό άλλαξε την εβδομάδα που πέρασε.

Η κατάρρευση της αμερικανικής Silicon Valley Bank (SVB) που έχασε $1,8 δισ. πουλώντας πακέτο ομολόγων για να ανταποκριθεί στην εκροή καταθέσεων πυροδότησε παγκόσμια αναταραχή στις τραπεζικές μετοχές και αναθεώρηση. Την Παρασκευή οι εποπτικές αρχές των ΗΠΑ έκλεισαν την τράπεζα μετά από bank run.

Η μεγαλύτερη κατάρρευση τράπεζας από την εποχή της παγκόσμιας χρηματοοικονομικής κρίσης ήταν ένα άγουρο ξύπνημα όχι μόνο για τους επενδυτές που μέχρι τώρα αψηφούσαν την ταχεία άνοδο των επιτοκίων, αλλά και για τις τράπεζες καθώς είναι ευάλωτες στα sell off κρατικών ομολόγων. 

«Είναι η πρώτη στιγμή από τότε που ξεκίνησε η άνοδος των επιτοκίων που αναδύεται ο συστημικός κίνδυνος και οι δονήσεις απαιτούν προσοχή,» εκτιμούν οι αναλυτές στην ελβετική τράπεζα Lombard Odier. Μετά από μία δεκαετία μηχανικής υποστήριξης μέσω χαλαρής νομισματικής πολιτικής που πλημμύρισε τις αγορές με τρισεκατομμύρια μετρητών, οι κεντρικές τράπεζες πάτησαν τα φρένα.

Οι μετοχές και τα ομόλογα υπέστησαν σημαντικές ζημιές πέρυσι από την αύξηση του κόστους δανεισμού, ωστόσο, η ανθεκτικότητα των μεγάλων οικονομιών, το άνοιγμα της κινεζικής οικονομίας μετά την πανδημία και η υποχώρηση των τιμών ενέργειας στήριζαν το επενδυτικό κλίμα μέχρι τώρα. Και αυτό παρά τον ταχύτερο κύκλο νομισματικής σύσφιξης από τη δεκαετία του 1980 για να ελεγχθούν οι πληθωριστικές πιέσεις.

Η αναστάτωση που προκάλεσε η SVB είδε τις τραπεζικές μετοχές στην Ευρώπη να καταγράφουν τις μεγαλύτερες εβδομαδιαίες απώλειες από τον Σεπτέμβριο και τις αμερικανικές τραπεζικές μετοχές να χάνουν 12% την εβδομάδα που πέρασε. Σε μία ασυνήθιστη κίνηση, η Commerzbank στη Γερμανία έβγαλε ανακοίνωση ότι δεν αντιμετωπίζει απειλή από την κατάρρευση της SVB. H ζήτηση για δολάρια πάντως στα παράγωγα ισοτιμιών ήταν έντονη την Παρασκευή, μία πρόσθετη ένδειξη αυξημένου στρες στο σύστημα.

Μετά από το χρηματοοικονομικό κραχ πριν μία δεκαετία που προκάλεσε η έκθεση των τραπεζών σε υψηλού ρίσκου ομόλογα με υποκείμενο στεγαστικά δάνεια, οι τράπεζες επανέρχονται σήμερα στη λίστα των ανησυχιών. Η ζημιά της SVB από τη ρευστοποίηση του χαρτοφυλακίου $21 δισ. που περιείχε κυρίως ομόλογα ΗΠΑ εγείρει ανησυχίες και για τα ομολογιακά χαρτοφυλάκια άλλων αμερικανικών τραπεζών.

Σύμφωνα με τις εποπτικές αρχές των ΗΠΑ, οι αμερικανικές τράπεζες κάθονται σε λογιστικές ζημιές άνω των $620 δισ. σε χρεόγραφα, μέγεθος που καταδεικνύει την έκταση του ρίσκου. Οι τράπεζες βέβαια δεν είναι υποχρεωμένες να αναγνωρίζουν αμέσως τις λογιστικές ζημιές στα ομόλογα, κάτι που επιτρέπει στο ρίσκο αυτό να κοιμάται στα βιβλία τους.

Υπάρχουν πολλές τράπεζες που κάθονται σε παρόμοιες μη πραγματοποιηθείσες ζημιές γιατί τα επιτόκια έχουν κινηθεί ανοδικά τόσο γρήγορα. Τα ομόλογα χάνουν σε αξία όταν οι αποδόσεις αυξάνονται σε περιβάλλον ανοδικών επιτοκίων και οι μικρότερες τράπεζες έχουν υψηλότερο ρίσκο.

Πέρυσι η απόδοση στα 10ετη ομόλογα αναφοράς των ΗΠΑ αυξήθηκε πάνω από 200 μονάδες βάσης και τον Φεβρουάριο ανέβηκε άλλες 40 μονάδες βάσης. Η περίπτωση της SVB είναι υπενθύμιση ότι και άλλες τράπεζες και οργανισμοί έχουν σημαντικές λογιστικές ζημιές.

Είναι ανακουφιστικό ότι το χρηματοοικονομικό σύστημα δεν είχε μέχρι σήμερα τρομάξει από την άνοδο του κόστους χρήματος παγκοσμίως, ωστόσο, η αναστάτωση με την SVB αποτελεί υπενθύμιση ότι μάλλον χρειάζεται μία ανατιμολόγηση που να αποτυπώνει το γεγονός ότι τα υψηλότερα επιτόκια μεταφράζονται σε επισφάλειες δανείων και ότι μερικές τράπεζες θα αντιμετωπίσουν στρες.

Η κατάρρευση της SVB εγείρει ερωτηματικά για τις κρυφές αδυναμίες των τραπεζών που μπορεί να έχουν συνέπειες. Μπορεί να οδηγήσει σε σκεπτικισμό για την χρηματοοικονομική υγεία των μικρότερων τραπεζών ιδιαίτερα που θεωρούνταν επαρκώς κεφαλαιοποιημένες μετά την κρίση του 2008.